Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014

O Ύμνος της Εξουσίας Βλαχάρας

(Σημ.*** Ζητείται συνθέτης άξιος για να το κάνει τραγούδι)

Εξουσία μου Βλαχάρα
μου τα έκανες μαντάρα
πίσω από κλειστές κουρτίνες
έκανες καλές κομπίνες

Υπουργοί με μπιχλιμπίδια
κουμπαριές με δαχτυλίδια
μαύρο χρήμα σκουπιδιών
φεύγει στο αλλοδαπών

Η Βλαχάρα όμως βλέπει
τα νεράντζια στον καθρέφτη
από όνειρο ξυπνάει
και θυμάται πως πεινάει

Η λιγούρα τρομερή
δεν χωνεύει την τροφή
θέλει κι' άλλα για να δέσει
το στομάχι με τη μέση

Η Νανάρα με τα σέα
τα μεμέ και τα ωραία
στη σκηνή κυριαρχεί
δίχως τσίπα και ντροπή

Και ο πρόεδρος σωστός
βάζει μηχανή εμπρός
μα το λάστιχο κλατάρει
με τον Τζιόρτζιο καβαλάρη

Η Βλαχάρα όμως εκεί
άριστη στην προσμονή
με τον Σάκη τον λεμέ
στήνουνε τον τζερτζελέ

Πανηγύρι με τα φράγκα
η Ελλάδα μια παράγκα
τρυπημένη η οροφή
και λασπούρα στην αυλή

Και ο κόσμος χαβαλές
γύφτος και σουρουκλεμές
ψήφους δίνει με ελπίδα
για να βγει απ´την παγίδα

Φέρε την παραλλαγή
προεδράρα μπιρμπιλή
να τα φάμε όλοι μαζί
καθώς λέει κι’ ο Θωδωρή

Το Μπιντόκ όμως αλλάζει
και το σώβρακό του βγάζει
γυμνωμένο και σε ήττα
δεν μπορεί να βρει την τρύπα

Κι’ είναι η τρύπα τρομερή
μαύρη τρύπα, σκοτεινή
μέχρι που κι’ ο Αινστάιν
λέει συνέχεια νάιν, νάιν

Τώρα μες την προστυχιά
ρεύση χρήματος με ουρά
στων πολιτικών τα χέρια
μοιάζουνε σαν περιστέρια

Kαι ο λαός αιμορραγεί
μένει άφραγκος, ταπί
Eλληνάρες πονηροί
στις οφσόρ έχουν στραφεί

Αγανάκτηση τρελή
δεν υπάρχει πια φυγή
με τις τσέπες αδειανές
θα λουστούν το προφανές

Έτσι πια όλοι μαζί
θα γευτούνε την ντροπή
και στων αλλωνών τα χέρια
θα φαντάζουν πεφταστέρια

Η Βλαχάρα όμως εκεί
άριστη στην προσμονή
τον Ανδρόνικο θυμάται
περιμένει και κοιμάται

Μέσα στο ροχαλητό
τ’ όνειρο είναι φωτεινό
το νεράντζι που σφυρίζει
και τη μούρη συγυρίζει

Και έτσι στο τοπίο αυτό
δίχως πια τον αρχηγό
ο λαός μένει μονάχος
μες το δάκρυ και ξωμάχος




Β’ Μέρος


Τώρα πια μέσα στη θλίψη
εμφανίζεται μια λύση
έτσι για παρηγοριά
ξεκινάει η ζεϊμπεκιά

Το ζεϊμπέκικο βιβλίο
το λαό κάνει θηρίο
τρέχουν όλοι να αγοράσουν
τη Βλαχάρα να διαβάσουν

Η Βλαχάρα όμως εκεί
άριστη στην προσμονή
έγιν’ άγριο θηρίο
τώρα που έγινε βιβλίο

Και διαβάζεται πολύ
απ' το βράδυ ως το πρωί
κάθε μέρα κάθε νύχτα
από τέλος ως κι’ αρχή

Όμως μες την ταραχή
ξεχαστήκανε μαζί
για να πάνε να ζητήσουν
 τον Λεωνίδα να τιμήσουν

Μα αυτός δεν είναι εκεί
έφυγε πολύ πρωί
την πατρίδα να τιμήσει
να τη δει να της μιλήσει

Κάπου μακριά εκεί
μέσα στο πυκνό βαθύ
δυο αγάπης άσπρα χέρια
τον τυλίγουνε αιθέρια

Ειν’ τα χέρια τρυφερά
μα δηλώνουν μοναξιά
της Ελλάδος της Μητέρας
που θωρεί από μακριά

Ό,τι να σκεφθεί κανείς
θα βρεθεί γονυπετής
ψιθυρίζοντας σιγά
Όχι ασχήμια, μα ομορφιά


Δημήτρης Βίκτωρ