Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2021

Τάδε έφη Φρειδερίκος Νίτσε…..

Αυτά τα παρακάτω είπε κάποτε για τους Έλληνες, ο φίλος μου Φρειδερίκος Νίτσε:

 «Αποδεδειγμένα σε κάθε περίοδο της εξέλιξής του ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός προσπάθησε να απελευθερώσει τον εαυτό του από τους Έλληνες. Η προσπάθεια αυτή είναι διαποτισμένη με βαθύτατη δυσαρέσκεια, διότι οτιδήποτε κι αν δημιουργούσαν, φαινομενικά πρωτότυπο και άξιο θαυμασμού, έχανε χρώμα και ζωή στη σύγκρισή του με το ελληνικό μοντέλο, συρρικνωνότανε, κατέληγε να μοιάζει με φθηνό αντίγραφο, με καρικατούρα.

 Έτσι ξανά και ξανά μια οργή ποτισμένη με μίσος ξεσπάει εναντίον των Ελλήνων, εναντίον αυτού του μικρού και αλαζονικού έθνους, που είχε το νεύρο να ονομάσει βαρβαρικά ότι δεν είχε δημιουργηθεί στο έδαφός του…

 Κανένας από τους επανεμφανιζόμενους εχθρούς τους δεν είχε την τύχη να ανακαλύψει το κώνειο, με το οποίο θα μπορούσαμε μια για πάντα να απαλλαγούμε απ’ αυτούς. Όλα τα δηλητήρια του φθόνου, της ύβρεως, του μίσους έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή να διαταράξουν την υπέροχη ομορφιά τους.

 Έτσι, οι άνθρωποι συνεχίζουν να νιώθουν ντροπή και φόβο απέναντι στους Έλληνες. Βέβαια, πού και πού, κάποιος εμφανίζεται που αναγνωρίζει ακέραιη την αλήθεια, την αλήθεια που διδάσκει ότι οι Έλληνες είναι οι ηνίοχοι κάθε επερχόμενου πολιτισμού και σχεδόν πάντα τόσο τα άρματα όσο και τα άλογα των επερχόμενων πολιτισμών είναι πολύ χαμηλής ποιότητας σε σχέση με τους ηνίοχους, οι οποίοι τελικά αθλούνται οδηγώντας το άρμα στην άβυσσο, την οποία αυτοί ξεπερνούν με αχίλλειο πήδημα».

…………………………………………………………………

Αυτά βέβαια, για εκείνους τους Έλληνες, που απέχουν και απέχουν και απέχουν, από τους σύγχρονους Νεοέλληνες...



Βικτωρ Αφορισμοι 811 - 820

Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2021

Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2021

Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021

Το Ποίημα της ευτυχίας


Επιτέλους, εδόθη ο ορισμός της ευτυχίας!

Λέει το ποίημα, αυτό που είπε ο Τσιόδρας, που δεν είναι ποίημα:

«Mπορώ να γίνω ευτυχισμένος με τα πιο απλά πράγματα
και με τα πιο μικρά..
Και με τα καθημερινότερα των καθημερινών.
Μου φτάνει που οι εβδομάδες έχουν Κυριακές.
Μου φτάνει που τα χρόνια φυλάνε Χριστούγεννα για το τέλος τους.
Που οι χειμώνες έχουν πέτρινα, χιονισμένα σπίτια.
Που ξέρω ν’ ανακαλύπτω τα κρυμμένα πετραδάκια στις κρυψώνες τους.
Μου φτάνει που μ’ αγαπάνε τέσσερις άνθρωποι.
Πολύ…
Μου φτάνει που αγαπάω τέσσερις ανθρώπους.
Πολύ…
Που ξοδεύω τις ανάσες μου μόνο γι’ αυτούς.
Που δεν φοβάμαι να θυμάμαι.
Που δε με νοιάζει να με θυμούνται.
Που μπορώ και κλαίω ακόμα.
Και που τραγουδάω… μερικές φορές…
Που υπάρχουν μουσικές που με συναρπάζουν.
Και ευωδιές που με γοητεύουν…».

Επιτέλους, εδόθη ο ορισμός της ευτυχίας!

Με τέτοιες αφέλειες είναι γεμάτη η ποίηση, στην προσπάθειά της να δείχνει τον δρόμο της ευτυχίας, καθώς και τα κείμενα των σύγχρονων φαιδρών σοφών, Horhe Bukai και Paulo Koeljo. Αλλά και ο Yosafat  και ο Yalom, τα ίδια αναμασούν!

Βέβαια, ο ποιητής εδώ, μιλάει για τα απλά, μέσα στον πολιτισμό που επέλεξε να ζει, εκεί που οι θετικές επιστήμες φρόντισαν να έχουμε ανέσεις.
Δηλαδή, ενώ ζει μέσα στην πολυπλοκότητα του πολιτισμού, απαρνείται τις ανέσεις και μπορεί να ευτυχήσει ζώντας απλά, με λίγα πράγματα, ίσως και χωρίς ηλεκτρικό!
Για να το δούμε το ζήτημα:
Το ποίημα που δεν είναι ποίημα, περιγράφει έναν άνθρωπο-αφασία, που δεν ενδιαφέρεται για το πολύπλοκο της ζωής, απέχει από τα βασανιστικά κοινά και είναι ευτυχισμένος, αραχτός με τους φίλους του! Που είναι τέσσερις. Ένας ποιητής της προκοπής, δεν θα ανέφερε ποτέ αριθμό γιατί οι τέσσερις μπορεί να είναι και πολλοί και λίγοι!
Οπότε, το νόημα χάνεται! Η ακριβής ποσότητα των φίλων δεσμεύει.
Θα έγραφε κάτι, όπως: Λίγους φίλους, ελάχιστους.

Με τα πιο απλά πράγματα τα πιο μικρά:

Τα πιο απλά πράγματα, αλήθεια, ποια είναι;
Κίνηση με το ποδήλατο; Καλά για βόλτα, αλλά για εργασία, μετακίνηση; Με τα πόδια; Πολύ κουραστικό και ανώφελο.
Στο μαγείρεμα, ας πούμε: Τα αυγά μάτια, ναι, είναι απλό φαγητό. Φωτιά, τηγάνι, λάδι, αυγά. Τα υπόλοιπα αρχίζουν να γίνονται πολύπλοκα συγκριτικά. Οπότε μένουμε στα απλά. Να ζήσουμε με αυγά τηγανητά ή ακόμη καλύτερα με βραστά και το πολύ με σαλάτα, αν και αυτή θέλει τέχνη στο κόψιμο κι αυτό δεν είναι απλό!
Και βέβαια απλά, πολύ απλά, χωρίς πλυντήριο κουζίνα ψυγείο... Γιατί αυτά κάποιοι μόχθησαν να τα εφεύρουν, με σύνθετες αγωνίες και αυτοί είναι εκτός φιλοσοφίας ποιήματος!

Με την καθημερινότητα των καθημερινών:

Με τα ίδια και τα ίδια δηλαδή. Με κάποιο βόλεμα που το έφερες στα μέτρα σου και το τηρείς πιστά, για να μην σκέφτεσαι αλλαγές και νέα βάσανα! Η απόλυτη βαρεμάρα!

Που ξέρει να ανακαλύπτει τα κρυμμένα πετραδάκια στις κρυψώνες:

Αυτή είναι ευτυχία πραγματική! Όπως κάτι απροσάρμοστα πιθανόν, που μπορεί να ψάχνουν κάτι τέτοιο όλην την ώρα!
Μάλλον εννοεί να παραμείνεις παιδί. Το παιδί όμως έχει αξία όχι όταν παίζει, αλλά όταν ρωτάει. Και εσύ θέλεις να παίζεις, μόνον.

Να σε αγαπάνε τέσσερις άνθρωποι:

Το είπαμε αυτό. Γιατί τέσσερις και όχι τρεις; Ή και δυο ή και ένας;
Ένας ποιητής, δεν μπορεί να λέει τέτοια χαζά για την αγάπη!
Η αγάπη είναι σπάνια έως ανύπαρκτη και γι’ αυτό ανεκτίμητη. Κι όταν υπάρχει, είναι τεντωμένη κλωστή. Η αγάπη έχει την αμφιβολία, κρύβει την αγωνία. Είναι όμως βάλσαμο στην μοναξιά, εντάξει.
Και που να δεις το σκυλάκι πως την διώχνει. Πιο σίγουρο αυτό!

Που ξοδεύεις τις ανάσες μόνο γι’ αυτούς:

Μόνο γι’ αυτούς τους τέσσερις φίλους όλες τις ανάσες; Μόνον για τα φιλαράκια; Για τα υπόλοιπα; Για ευθύνες, καθήκοντα, θέση για τα άδικα του κόσμου; Καμία ανάσα για όλα αυτά;
Όλα για το τάβλι και τα τσίπουρα; Για τίποτε δημιουργίες, αγωνία για νέα όνειρα, καμία ανάσα;

Δεν φοβάσαι να θυμάσαι:

Μα αν είναι έτσι, θα βασανίζεσαι από τις σκέψεις, αλλά προτιμάς να μην παίρνεις θέση. Ε, βέβαια θα χαλάει η παρέα, η άνεση, ηρεμία με τα καλαμπούρια. Αλήθεια, δεν θα μιλάς για τις θλίψεις του παρελθόντος, για τα δράματα της πατρίδας, του κόσμου; Τότε τι την θέλεις τη θύμηση;

Που δεν σε νοιάζει να σε θυμούνται:

Έλα τώρα! Σαν τον Σωκράτη κι εσύ!
Αυτό δεν εξαρτάται από εσένα. Αλλά αν σε απασχολεί, μην γράφεις τίποτε και μην αφήσεις τίποτε πίσω σου. Κάψτα όλα τώρα. Αλλά και πάλι, αν έκανες ή είπες σημαντικά, θα πούνε οι άλλοι για σένα. Όπως έγινε με τον Σωκράτη, και καθότι εσύ πεθαμένος πια, θα λένε και τα καλύτερα. Οπότε, θέλεις δεν θέλεις, το κτίζεις το έργο. Και ως ποιητής, θα γνωρίζεις πως όλα αντηχούν στην αιωνιότητα. Οπότε, άστα αυτά!

Που μπορείς να κλαις ακόμα:

Μάλιστα. Προφανώς αυτό δηλώνει ευαισθησία. Το «ακόμα», σημαίνει πως κάποτε έκλαιγες πολύ, όταν δεν σου παίρναν παγωτό, αλλά παραμένεις ακόμα παιδί και μπορείς να κλαις...για ποιο πράγμα, άραγε τώρα;
Για κάτι οδυνηρό, όπως ο πόλεμος; Μα αυτό θέλει ενασχόληση σκέψης και τα απλά να τα ξεχάσεις! Η ευαισθησία μόνον με το κλάμα εκφράζεται; Όλοι οι ευαίσθητοι να γίνουμε κλαψιάρηδες!

Που τραγουδάς, που ακούς μουσικές και υπάρχουν ευωδιές που σε συναρπάζουν:

Η περιγραφή της αφασίας του ευαίσθητου τεμπέλη!
Αυτά που παρηγορούν τον άνθρωπο, εδώ μπαίνουν στην πρώτη σειρά της επιλογής!
Όλα τα άλλα, του μόχθου, μακριά. Οι αξίες της δημιουργίας, ανύπαρκτες. Η πορεία μέσα από εφευρέσεις, νέες θέσεις, νέες ιδέες, δημιουργίες αγωνίας και πολιτισμού, κόντρα στην φθορά και τον θάνατο, απούσες!

Παρ’ όλα αυτά, μπορείς να είσαι ευτυχισμένος, χωρίς να αισθάνεσαι άχρηστος, παίζοντας τάβλι με τα φιλαράκια και χαχανίζοντας, με λίγο μεζέ απλό δίπλα και φορώντας απλά ρούχα ατημέλητα και παπούτσι απλά σαγιονάρες, για άνεση!
Είναι ποίημα-μήνυμα προς όλους; Προς εσένα;
Ή μήπως το κείμενο-ποίημα του ποιητή, μιλάει για κάποιον εν αφασία συνταξιούχο;

Ωραίο ποίημα!

Αν τόγραψε ο Ελύτης, πρέπει να επιστρέψει το Νόμπελ.

Αλλά όποιος και να τόγραψε, ποιητής ή όχι, είναι για κλωτσιές!


Βιτριολήςς


Υ.Γ. «Νάχε η μύγα κώλο, θάχεζε τον κόσμο όλο!»




Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2021

Οι Καραμπουζουκλήδες

Καραμπουζουκλήδες δεν είναι μόνον οι αμόρφωτοι αλλά και οι μορφωμένοι. Αυτοί οι τελευταίοι μάλιστα, είναι πιο επικίνδυνοι γιατί καθότι μορφωμένοι, ορθώνουν και λόγο πειστικό.

Στο θέμα της πανδημίας είδαμε και ακούσαμε πολλούς τέτοιους. Με πτυχιάρες και βιογραφικά που δηλώνονταν κάτω από την φάτσα τους, καθώς ξεδίπλωναν την σπάνια επιστημονική τους γνώση.
Γέμισε το διαδίκτυο με φαιδρούς, να αμφισβητούν με επιχειρήματα τρανταχτά το ηλίου φαεινότερο!

Οι δημοσιογράφοι προσεχτικοί γιατί είχαν μπροστά τους τους επαΐοντες λοιμωξιολόγους, τους γκουρού, οπότε σεβασμός!
Μπερδεύονται συνεχώς άπαντες. Και οι καλόβουλοι και βέβαια οι κακόβουλοι, οι ψεκασμένοι.
Τώρα, με τους σωρούς των νεκρών, αραίωσαν αρκετά και θα αραιώσουν κι άλλο μέχρις εξαφανίσεως.

Αλλά ελπίδα δεν υπάρχει.
Οι ψεκασμένοι θα παραμείνουν. Θα ενισχυθούν κι όλας όπως πάντα.

Ό
πως η πίστη, που ενώ εξευτελίζεται με κάθε συμφορά και πανδημία, σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, βγαίνει πιο ενισχυμένη.
Γιατί η βλακεία είναι ακαταμάχητη.
Ανίκητη, όπως η πίστη, η κάθε πίστη και όπως ο Θεός, ο όποιος Καραμπουζουκλής Θεός!

Δημήτρης Βίκτωρ