Δευτέρα 29 Μαΐου 2023

Απόνερα της Αλώσεως – (Μάιος 1453)

 

Μα πόσα γράφτηκαν γι’ αυτήν την Άλωση!
Φαντάσου να επρόκειτο και για Ελληνική υπόθεση!

Θρηνούν ακόμα κάτι Έλληνες για αυτό το σκουπίδι της ιστορίας, το Βυζάντιο.

Όσο το ψάχνεις τόσο και λυπάσαι, όχι για την Άλωση καθαυτή, αλλά για τους ανθρώπους που σχετίζονται με το γεγονός και τις πράξεις τους.

Να ένα ακόμα καθοριστικό:

Οι πατριωτάρες της χρεωκοπημένης Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, (που ονομάστηκε κάποια στιγμή αργότερα Βυζαντινή), οι πιστοί ορθόδοξοι ελέω θεού χριστιανοί, οι προύχοντες που είχαν την δύναμη και το χρήμα, κατάφεραν να παίξουν τον ρόλο τους για την χρεωκοπία και την τελική πτώση.

Πολύ πριν, έβγαλαν τα χρήματά τους στην Βενετία, που την εποχή εκείνη δημιουργούνταν τράπεζες.

Εκτός αυτού γίνονταν και πολίτες του εξωτερικού με χαρτί που πλήρωναν στους Βενετούς. Έτσι κατάφερναν να μην πληρώνουν καθόλου φόρους.

Οπότε τα τελευταία χρόνια, τα δημόσια ταμεία ήταν εντελώς άδεια και δεν υπήρχε και τρόπος για εισπράξεις.

Εκείνος ο Ούγγρος, ο Ουρβανός που έφτιαξε το μεγάλο το κανόνι αργότερα για τον Μωάμεθ τον Πορθητή, πρώτα πήγε στον Κωνσταντίνο Πλαιολόγο και του πρότεινε την κατασκευή.
«Θα σου φτιάξω μία κανονάρα που με δυό βολές θα εξαφανίσεις τον στρατό του Μωάμεθ», είπε στον άφραγκο αυτοκράτορα.
Κι εκείνος ο δυστυχής του απάντησε, «Δεν έχω μία».

Πως να έχει, αφού τα φράγκα των πιστών του υπηκόων είχαν κάνει προ πολλού φτερά;

Έτσι ο Ουρβανός πήγε στον Μωάμεθ και του είπε τα ίδια.

Κι εκείνος του απάντησε: «Και το ρωτάς; Προχώρα μεγάλε…»

Μπάμ, το κανόνι μία… Μπάμ το κανόνι δεύτερη… Μπάμ το κανόνι τρίτη… Πάει το τείχος!

 Άνοιξε μια τρυπάρα, Να!

Στην τέταρτο Μπάμ, ανατινάχτηκε και το ίδιο το κανόνι και πάει και ο Ουρβανός!
Αλλά η τρύπα είχε ανοιχτεί.

Οι πολιορκημένοι κοίταζαν και χάζεψαν και αφαιρέθηκαν.

Και, ναι! Ξέχασαν ανοιχτή την κερκόπορτα!
Μάλλον από εκεί είχαν βγάλει τα τελευταία τους λεφτά οι πιστοί χριστιανοί της Πόλης.

Έτσι, ατυχώς ….Εάλω…!

Εάλω η Πίστις και όλα τα σχετικά…!

 

Δημήτρης Βίκτωρ



 

Σάββατο 6 Μαΐου 2023

Το Φάντασμα της Νταϊάνας

Όσο σημαντική κι αν ήταν η Ελισάβετ για τους Εγγλέζους, πάντα θα σκιάζεται από την φήμη
του Φαντάσματος της Νταϊάνας.
Η στέψη του Καρόλου επίσης, αν και μεγαλειώδης,  θα χαραχθεί στην ιστορία μια μετριότης σε σύγκριση με την συγκίνηση για την μνήμη της 
Νταϊάνας.


Ό,τι και να κάνει ο Κάρολος και η Καμίλα,
θα τους ακολουθεί πάντα το Φάντασμα της Νταϊάνας,
σαν το φάντασμα του πατέρα του Άμλετ,
και θα τους ψιθυρίζει τα αιώνια λόγια της
συνείδησης για το:
«Σάπιο της Δανιμαρκίας».


Όσον αφορά στον Γουίλιαμ και την Κέιτ, 
τον Χάρυ και την Μέγκαν,
 θα πρέπει να ζήσουν και αυτοί την τραγωδία
αλλιώς θα ξεχαστούν!
Έτσι έχουν αυτά!





Τετάρτη 3 Μαΐου 2023

Για Τον Θανάση Βέγγο

Για τον Θανάση Βέγγο     

(Γράφτηκε στις 3/5/2011, ημέρα του θανάτου του)


Στην τελευταία παράσταση του καθένα λέγονται τα περισσότερα.
Τα ενώνεις και έχεις κάποια γνώμη για το άτομο.
Και πάντα υπάρχει και κάτι ακόμα…
Έτσι δεν είναι;

Όταν ήρθα στην Αθήνα ήμουν 18 ετών. Έφερα μαζί μου και ένα μικρό μηχανάκι 50 κυβικών, δίχρονο benelli
Κύλισαν τα χρόνια, επέζησα μέχρι σήμερα. Το μηχανάκι επέζησε κι αυτό. Πολύτιμη συντροφιά τα πρώτα χρόνια, παροπλίστηκε στη συνέχεια και έμεινε σιωπηλό.
Ο χώρος στο στούντιο ήταν πολύτιμος και τοποθετήθηκε στον ακάλυπτο.
Και εκεί αφημένο για άλλα 26 χρόνια σκούριασε, αχρηστεύτηκε. Αλλά και εμπόδιζε.
Πολλές φορές σκέφτηκα να το πετάξω στα σκουπίδια. Αλλά κάθε φορά άλλαζα γνώμη:
«Άσ' το, ας είναι... Αναμνήσεις!... Είναι θρυλικό, έπαιξε και σε ταινία με τον Βέγγο!».

 Άρχισα να εργάζομαι στα στούντιο της Φίνος Φίλμ στα Σπάτα. Δύσκολα χρόνια, Χούντα, ελάχιστες ταινίες γυρίζονταν.
Εγώ εκστασιασμένος που κατάφερα να βρίσκομαι σε αυτό το χώρο.
Και όχι μόνον. Η ταινία που γυρίζονταν ήταν με τον Βέγγο!
Περίμενα με ανυπομονησία να τον δω από κοντά. Σήμερα είχε καθυστερήσει και ο σκηνοθέτης, ο Ερρίκος Θαλασσινός γκρίνιαζε.
Εντύπωση όμως μου έκαναν τα απαξιωτικά λόγια, σχεδόν υβριστικά του υπόλοιπου συνεργείου για τον Θανάση. Και όχι λόγω της καθυστέρησης. Έτσι μιλούσαν πάντα γι' εαυτόν!...
Κάποια στιγμή φάνηκε ένα κιτρινόμαυρο παλιό Ντάτσουν και ο Βέγγος έφτασε και κατέβηκε. Τρεχάτος και βιαστικός. Όπως στις ταινίες.
Σαν σίφουνας μπήκε μέσα και κάθισε στην καρέκλα του μακιγιάζ.
Η Αργυρώ άρχισε να τον μεταμορφώνει σε παππού για της ανάγκες της πρώτης σκηνής.
Ο Βέγγος μέσα στα νεύρα. Βιάζονταν. Διέκοπτε την μακιγιέζ συνεχώς:
« Τέλειωνε, τέλειωνε σου λέω! Δεν είμαι πουτάνα εγώ για να με πασπατεύεις! Δεν είμαι Βουγιουκλάκη εγώ!».
Η Αργυρώ μες την τρομάρα προσπαθούσε να τελειώσει. Ο Βέγγος την σταματάει ουρλιάζοντας:
«Χέσε με! Τελείωσα! Και σ' όποιον αρέσει!»
Πετάγεται επάνω και τρέχει στο πλατό.
 Όλο το συνεργείο τρέχει και παίρνει θέσεις. Ο σκηνοθέτης με το σενάριο στα χέρια πλησιάζει τον Θανάση. Αυτός  το αρπάζει από τα χέρια του και αρχίζει να διαβάζει βιαστικά τις σελίδες. Τις διάβαζε σχεδόν κάθετα! Μουρμούριζε τα λόγια και έδειχνε μια προσπάθεια για να τα μάθει απ' έξω.
Οπότε σε μια στιγμή σταματάει και σκίζει τη σελίδα φωνάζοντας δυνατά:
«Πετάμε αυτές τις μαλακίες εδώ και πάμε παρακάτω!»
Και... άρχισε το γύρισμα!

Αυτή ήταν η πρώτη μέρα.
Κάπως έτσι όμως γίνονταν πάντα.
Νεύρα, νεύρα, νεύρα. Έδειχνε ήρεμος μόνο όταν κάποιος ηθοποιός είχε πρόβλημα και ήθελε πρόβες.
Ο Βέγγος δεν ήθελε ποτέ πρόβα. Το έπαιζε όλα κατ' ευθείαν. Μια και έξω! Όσες φορές και να το έπαιζε, και αυτό γίνονταν επειδή οι άλλοι ηθοποιοί είχαν πρόβλημα, αυτός το έπαιζε ίδια!
Μα ακριβώς ίδια! Και με έναν δικό του συγκεκριμένο τρόπο. Είχε μια μοναδική σχέση με την υποκριτική, σχεδόν σχιζοφρενική.

 Με την πάροδο των ημερών δεν απορούσα πια για τα νεύρα του και τις φωνές του. 
Έμαθα και την αιτία:

Ο Βέγγος, πριν από λίγα χρόνια, είχε κάνει δική του εταιρεία παραγωγής.
Η πρώτη του μεγάλη ταινία, υπερπαραγωγή για τα ελληνικά δεδομένα της εποχής "Θου-Βου Φαλακρός Πράκτωρ, Επιχείρηση Γης Μαδιάμ", ενώ έκανε πολλά εισιτήρια στις αίθουσες, για τον Βέγγο ήταν οικονομική καταστροφή. Και αυτό γιατί ο ρομαντικός και γενναιόδωρος αυτός άνθρωπος ήταν τόσο ανοιχτοχέρης, που έδινε παραπάνω χρήματα σε όλους.
Δεν είχε ιδέα από λογαριασμούς και ότι χρήματα είχε αποκομίσει από τις προηγούμενες ταινίες του τα έριξε στην παραγωγή. Φαλίρισε λοιπόν και βγήκε χρεωμένος σε πολλούς και ειδικά στον Φίνο ο οποίος ύστερα από διαμάχες, τον υποχρέωσε να του κάνει δύο ταινίες τζάμπα για το χρέος.
Ο Βέγγος, λοιπόν, σε αυτή την κατάσταση, γύριζε την δεύτερη ταινία για να ξεχρεώσει. Ήταν τελείως άφραγκος και στα όρια της τρέλας.
Όσο περνούσαν οι μέρες, τόσο πιο δυνατά ακούγονταν οι φωνές του.
Και πάντα έβαζε και τη Βουγιουκλάκη στα λόγια του:
«Δεν είμαι πουτάνα Βουγιουκλάκη εγώ! Μην με πασπατεύεις σου λέω».
Και άλλα, όπως:
«Η Βουγιουκλάκη έχει την πουτανιά, εγώ όμως έχω την τρεχάλα μου, τον πόνο μου, την μουσικούλα μου. Δεν γίνεται Βέγγος χωρίς τη μουσικούλα του».
Και γυρίζοντας προς εμένα:
«Κατάλαβες Δημητράκη; Δημητράκη σου λέω, κατάλαβες;».

 Μια μέρα έφυγε από το γύρισμα νωρίς.
«Δημητράκη θα φύγουμε μαζί. Έλα να σε πάω σπίτι».
Και φύγαμε μαζί.
«Θα πάμε μέσα από την Καλογρέζα για να κόψουμε δρόμο», μου είπε.
Εγώ που να ξέρω τι εννοούσε;
Τότε στην Καλογρέζα δεν υπήρχε Ολυμπιακό Στάδιο. Και η Βεΐκου δεν είχε ακόμα ανοιχθεί. Σαν ραλίστας ο Θανάσης όρμησε στον χωματόδρομο.
Σκόνη μέχρι τον ουρανό. Τον ρώτησα:
«Πόσα χρόνια το έχεις αυτό το αμάξι;»
«Εννιά χρόνια. Άστα, αφραγκίες. Δεν έχω μπικικίνια να το αλλάξω. Φοβάσαι που τρέχω; Μη φοβάσαι ο Βέγγος τρέχει αλλά προσέχει. Εσύ από που ήρθες; Δεν είσαι Αθηναίος, έτσι; Από που είναι η μανούλα σου;»
«Από τη Λευκάδα»
«Κοίταξε να δεις! Και εμένα η γυναίκα μου είναι από τη Λευκάδα! Ωραία σύμπτωση…».
Και συνέχισε σε άλλο ύφος:
«Η γυναίκα μου είναι άρρωστη… Ζω άφραγκος, με μια γυναίκα άρρωστη όλη μου τη ζωή και με ένα σαραβαλιασμένο ντάτσουν εννέα ετών. Εσύ τι ζητάς στη Αθήνα;»
«Θέλω να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο»
«Ψωνάρα κι εσύ, έτσι;».
Σκεφτόμουν τι να απαντήσω.
Ο Θανάσης, όμως, έδειχνε να μην έχει όρεξη να ακούσει τίποτα. Κοίταζε μπροστά καθώς οδηγούσε νευρικά και είχε βυθιστεί στην σιωπή του. Παρατηρούσα το προφίλ του, θλιμμένο, βασανισμένο… Η σκόνη που άφηνε το δαιμονισμένο ντάτσουν στην Καλογρέζα, σύννεφο μέχρι τον ουρανό...

Μία από τις επόμενες μέρες ο φροντιστής έφερε μία βέσπα για τις ανάγκες του γυρίσματος. Ο Θανάσης μόλις την είδε είπε:
«Τι μαλακία είναι αυτή εδώ; Θα βάλουμε το μηχανάκι του Δημητράκη. Είναι πιο αστείο!».
Και έτσι έγινε. Η Γκρέτα υποτίθεται ότι ήρθε από τη Γερμανία με το benelli και ο Θανάσης στη συνέχεια σαλαγάει τα πρόβατα με αυτό.

Χρόνια αργότερα ήμουν στην οδό Πατησίων  σε κάποιο φανάρι και ακούω μια φωνή:
«Δημητράκη με το μηχανάκι!» 
Ήταν ο Θανάσης με το ίδιο Ντάτσουν!...
«Θανάση!», φώναξα, ενθουσιασμένος και ο Θανάσης γελώντας και κουνώντας το χέρι του έστριψε αριστερά.
Μόλις πρόλαβα να σηκώσω και εγώ το δικό μου χέρι.

Κύλησε ο χρόνος και το μηχανάκι σκούριαζε ασταμάτητα, ώσπου λίγο καιρό πριν καθώς το κοίταζα ήρθαν οι μνήμες… Και αυτές με τον Θανάση…
«Ευτυχώς που δεν το πέταξα», σκέφτηκα.
Και ύστερα: «Και δεν το επισκευάζω;».

Έτσι και έγινε. Δύσκολο, αλλά έγινε και τέλειωσε πριν λίγες μέρες.
Στην ώρα του!  
Δεν είναι κάτι που κυκλοφορεί πια στους δρόμους. Και είναι συλλεκτικό.

 Σήμερα θα το καβαλήσω και θα πάω στο Θησείο, εκεί όπου η Ελλάδα θα δακρύσει για τον Θανάση Βέγγο.

 Ελπίζω να τον πλησιάσω αρκετά... Πολύς ο κόσμος!...

Δημήτρης Βίκτωρ / Μάιος -  2011


To Benelli όπως είναι σήμερα



Από την ταινία  "Ο Τσαρλατάνος"