Ο «Προμηθέας Δεσμώτης» επιβιώνει στον λογοτεχνικό χώρο περισσότερο ως φετίχ αρχαιότητας παρά ως ζωντανό δραματουργικό σώμα. H φήμη του τρέφεται από τον θρύλο του «ευγενούς επαναστάτη» και από την ευκολία με την οποία οι σύγχρονες ιδεολογίες προβάλλουν πάνω του τις δικές τους αγωνίες. Αν, όμως, απαγκιστρωθούμε από τον θαυμασμό της πατίνας και εξετάσουμε το ίδιο το κείμενο, αναδύεται ένα έργο στατικό, μονότονο και φιλοσοφικά ρηχό.
Δραματουργική ακινησία
Ο κεντρικός ήρωας αλυσοδένεται στην πρώτη
σκηνή και… μένει εκεί ώς το τέλος. Η έλλειψη κινητικής εξέλιξης καταλήγει σε
μακροσκελείς μονολόγους‐λιτανείες που μετατρέπουν τη σκηνή σε ιερό κήρυγμα, όχι σε δράμα. Ο Αριστοτέλης απαιτούσε περίληψη συμβάντων που να κορυφώνουν σε κάθαρση· εδώ κυριαρχεί ένα κουραστικό status quo. Η υποτυπώδης «ανατροπή» αναγγέλλεται, αλλά δεν πραγματώνεται – αναβάλλεται για τα χαμένα μέρη της τριλογίας. Η πολυθρύλητη «τραγική ένταση» είναι τελικά μια μορφή βασανιστικής στασιμότητας.
Σχηματικός ψυχολογισμός
Ο Προμηθέας παρουσιάζεται ως κρυστάλλινα
βέβαιος για τη δική του ανωτερότητα· ποιο το δραματικό ρίσκο όταν ο ήρωας δεν
αμφιβάλλει ποτέ; Ο Ζεύς, απών από τη σκηνή, υποβιβάζεται σε εξ αποστάσεως
δεσποτικό καρικατούρα. Ηθική μονοκονδυλιά: από τη μία ο απόλυτος δυνάστης, από
την άλλη ο άμωμος αντιστασιακός. Καμία γκρίζα ζώνη, κανένα υπαρξιακό
δίλημμα—άρα και καμία αληθινά τραγική σύγκρουση.
Ρηχός φιλοσοφικός ορίζοντας
Το έργο συχνά εξυμνείται ως «πρώιμη
ύμνηση του ανθρωπισμού». Στην πραγματικότητα, παραμένει προσκολλημένο σε έναν,
σχεδόν ομηρικό, θεολογικό δυϊσμό: οι θεοί καβγαδίζουν, και ο άνθρωπος οδηγείται
διά της τεχνικής σε πρόσκαιρη παρηγοριά. Τίποτα δεν σπάει τον φαύλο κύκλο
εξάρτησης από το θείο. Η «προμηθεϊκή πρόγνωση»—πλέον ένα κεντρικό μοτίβο της
μεταγενέστερης φιλοσοφίας περί ελευθερίας—εδώ περιορίζεται σε ασαφείς απειλές: «Ξέρω
το μυστικό που θα ρίξει τον Δία», αλλά ο ποιητής δεν τολμά να το
ξεδιπλώσει. Η οντολογική δυνατότητα ριζικής ρήξης με τη θεϊκή τυραννία
παραμένει, ειρωνικά, αλυσοδεμένη.
Γλωσσικός φόρτος χωρίς νόημα
Ναι, οι εικόνες είναι βροντερές («φλόγα
δὲ κρύψας ἐν κοίλᾳ νάρθηκι»), αλλά η
υπερφόρτωση μεταφορών δημιουργεί ένα νεφέλωμα πομπωδίας. Συχνά οι στίχοι
λειτουργούν ως αίνιγμα επί αινίγματι, χωρίς την καθαρτική δύναμη που έχει η
αληθινή ποιητική συμπύκνωση. Η «πυκνότητα» του Αισχύλου δεν είναι πάντα
αρετή—ενίοτε κρύβει το κενό επιχειρημάτων πίσω από βαρύγδουπη ρητορική.
Πολιτική ανάγνωση με χάρτινη
επαναστατικότητα
Στοχαστές από τον Σέλλεϋ ώς τον Μαρξ
επαίνεσαν τον Προμηθέα ως πρόδρομο της ανθρώπινης χειραφέτησης. Ωστόσο, ο ήρωας
δεν επιθυμεί να γκρεμίσει την ιεραρχία, αλλά να αλλάξει η διανομή εξουσίας
εντός της—ο νέος Δίας θα είναι απλώς λιγότερο αυταρχικός. Ο Προμηθέας δεν
οραματίζεται ἰσότητα, αλλά ζητά ανταμοιβή. Εδώ η «επανάστασή» του μοιάζει περισσότερο με συντεχνιακό παζάρι παρά με κοσμογονική εξέγερση.
Ιστορική υπερεκτίμηση
Πολύς από τον θαυμασμό προέρχεται από τη
μεσαιωνική και νεοκλασική θεοποίηση του «πρώτου» μεγάλου τραγικού. Από την
στιγμή που ο Σοφοκλής εισήγαγε πολυεπίπεδους χαρακτήρες και ο Ευριπίδης έσπασε
τον θεοκεντρισμό, ο Αισχύλος μοιάζει να ανήκει σε πρωτοβρεφικό στάδιο του
δράματος. Η αξία του είναι κυρίως αρχαιολογική, όχι αισθητική. Το να τον
εκθειάζουμε με κριτήρια που ίδιος δεν ικανοποιεί ισοδυναμεί με μουσειακό
φολκλόρ.
Ο Προμηθέας Δεσμώτης είναι περισσότερο
σύμβολο παρά έργο. Η δραματουργική του στατικότητα, η ηθική του μονοτονία και ο
ομιχλώδης γλωσσικός του κόσμος τον καθιστούν κείμενο μάλλον κουραστικό για τον
σύγχρονο αναγνώστη που αναζητά πολυσημία, υπαρξιακό ρίσκο και φιλοσοφικό βάθος.
Αντί να τον αντιμετωπίζουμε ως «προφητικό οδηγό» του ανθρώπινου πνεύματος, ίσως
να τον αφήσουμε εκεί όπου ανήκει: σε ένα αξιοσέβαστο, αλλά εξαντλημένο, σημείο
εκκίνησης της τραγικής παράδοσης—όχι στο αποκορύφωμά της.
Δημήτρης Βίκτωρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου