Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2023

Για την κυρία Μαρία, την Δασκάλα ------ (7 Δεκεμβρίου 2012)

Χθες το βράδυ στις 9.34' πήρα ένα μήνυμα από τον Χρίστο, τον παιδικό μου φίλο, συμμαθητή και τώρα πια συνταξιούχο, που μου έλεγε ότι:

«Η δασκάλα μας της πρώτης δημοτικού, η Κυρία Μαρία, μας άφησε ορφανούς...»

Ένοιωσα ένα ρίγος καθώς με πλημμύρισαν σαν χείμαρρος, οι σκέψεις του περασμένων καιρών. Αισθάνθηκα την ανάγκη να κλείσω σφιχτά τα μάτια μου.
Να Θυμηθώ...

Να θυμηθώ πολύ καθαρά εκείνη την παλαιά ημέρα, κάποιας πρώτης Σεπτεμβρίου, όταν η μάνα μου πριν πάει για μεροκάματο, με πήγε σχεδόν με το ζόρι στο σχολείο.
Μπήκα τελευταίος στη γραμμή καθώς μία κυρία ψηλή με σκούρα ρούχα, προσπαθούσε όπως-όπως να βάλει σε ξεχωριστές γραμμές τα κουρεμένα αγόρια και τα ντροπαλά κορίτσια.
Όλα τα φτωχοντυμένα παιδιά, τρομοκρατημένα και σχεδόν αμίλητα κοιτούσαν σαν χαμένα γύρω τους, πότε τα πρόσωπα των άλλων παιδιών και πότε τις λιγοστές μανάδες ή τους πατεράδες ή κάποια μεγαλύτερη αδερφή ή αδερφό, που ήταν έξω από τον συρματένιο φράχτη της λασπωμένης αυλής με τις κοφτερές πέτρες.

Έγινε ο αγιασμός και η προσευχή και μπήκαμε στην τάξη με τα παλιά ξύλινα θρανία.
Τρία-τρία, τέσσερα- τέσσερα ή πέντε- πέντε στο κάθε θρανίο! 
Που να χωρέσουν εξήντα πέντε παιδιά σε ένα δωμάτιο, που δεν ήταν φτιαγμένο βέβαια για σχολείο αλλά ήταν ένα απλό πέτρινο νοικιασμένο σπίτι!
Εκεί η Κυρία Μαρία, με την μακριά φούστα και τον γκρίζο κότσο σε σχήμα μπανάνας, μας είπε για πρώτη φορά όλο το όνομά της "Μαρία Παπουτσή" και στην συνέχεια μας ρώτησε έναν προς έναν και τα δικά μας ονόματα.

Θυμάμαι την αγωνία του κάθε αγοριού και κοριτσιού, όταν πλησίαζε σιγά και βασανιστικά η σειρά του για να συστηθεί και από πριν ψιθύριζε ή έλεγε από μέσα του το όνομά του, (γιατί έπρεπε να πει και το όνομα πατρός και της μητρός), ώστε να μην τύχει και ντροπιαστεί σαν τον διπλανό, που δεν το κατάφερε με την πρώτη, είτε από τη ντροπή, είτε από το ξάφνιασμα.
Εκεί έπεσε και το πρώτο γέλιο όταν ο Θανάσης που ήταν το παιδί του παπά Γιώργη, είπε ότι το όνομα της μητέρας του ήταν: «Παπαδιά !!».
Η Κυρία Μαρία όμως δεν γέλασε και έσβησε γρήγορα και επιδέξια την ντροπή του γιατί κατάλαβε, ότι ο Θανάσης δεν ήξερε το όνομα της μητέρας του, επειδή όλοι οι συγγενείς και οι γείτονες τη φώναζαν πάντα, «Παπαδιά!...».
Η Κυρία Μαρία υπομονετικά, με τρυφερότητα και γλυκό χαμόγελο, έκλεβε τις λέξεις με τα ονόματα από όλους, λέγοντας στο τέλος και από ένα μπράβο: «Μπράβο Κώστα, μπράβο Χρήστο, μπράβο Ελένη, μπράβο Γιάννη...».
Έτσι πέρασαν δύο ώρες και στις επόμενες δύο, μας είπε παραμύθια: Ένα με τον κόρακα και την αλεπού και ένα πάλι με την αλεπού και τα αλεπουδάκια με τη φωτιά. 
Και έτσι άρχισαν οι πρώτες ερωτήσεις για το νόημα του παραμυθιού και την κύρια ιδέα, οπότε τα πρώτα χεράκια άρχισαν να σηκώνονται δειλά και ύστερα περισσότερα και περισσότερα.
Η μηχανή της επικοινωνίας πήρε εμπρός και συνέχιζε και συνέχιζε καθώς μεταδόθηκε ο πρώτος ανταγωνισμός σε όλη την τάξη.
Στο τέλος μας είπε να φέρουμε την άλλη ημέρα όλοι από ένα τετράδιο με γραμμές, ένα μολύβι και ένα σβηστήρι γιατί θα μαθαίναμε το πρώτο γράμμα σε σχήμα κουλουριού. 
Αυτό το κουλουράκι μας το έγραψε και στον πίνακα.  

Θυμάμαι όταν γύρισα στο σπίτι (παράγκα), ενθουσιασμένος με ορμή να τα αφηγηθώ όλα με κάθε λεπτομέρεια. Δεν έβλεπα την ώρα να ξαναβρεθώ την άλλη μέρα ξανά στο θρανίο για να ξαναδώ και να ξανακούσω πάλι την Κυρία Μαρία.
Την τόσο καλή και γλυκιά Κυρία Μαρία!

Πέρασαν από τότε δεκάδες τα χρόνια. Ποτέ δεν ένοιωσα τέτοια αισθήματα για κάποιον άλλο δάσκαλο, δασκάλα ή καθηγητή. Και τώρα μπορώ να κρίνω ότι δεν ήταν η τρυφερή ηλικία ή ο χρόνος που σμίλεψε τη μνήμη.
Η Κυρία Μαρία  ήταν μία όαση στα πέτρινα εκείνα χρόνια.
Χρόνια μιας άλλης εποχής, άλλων συναισθημάτων, πόνων γέλιων και δακρύων.
Η Κυρία Μαρία υπήρξε ένας Άνθρωπος Φωτός.
Ήταν ο Άνθρωπος της Βαθειάς Πίστης στην Προσφορά.
Δασκάλα του Μεγάλου Καθήκοντος που το έκανε ανιδιοτελώς πράξη με Αυταπάρνηση για προσωπικές απολαύσεις, σε σημείο που τρόμαζες και στο τέλος το θαύμαζες.
Είναι από τα σπάνια πρόσωπα που επιθυμείς να ξαναζήσουν.

Κυρία Μαρία μας, μεγαλώσαμε πια και εμείς.
Η τάξη μας και οι παιδικές παρέες σκορπίστηκαν και χάθηκαν στις Οδύσσειες της Ζωής.
Όσοι από τους παλαιούς μικρούς μαθητές σου μπόρεσαν να κρατήσουν κάποιους δεσμούς, σε θυμούνται υπερήφανα και τρυφερά.

Για τον Γιάννη, το Χρήστο, τον Βαγγέλη, τον Βασίλη και εμένα είσαι η Δασκάλα μας η Εκλεκτή και η Μοναδική!

Είμαστε ευγνώμονες και πλήρεις από την ανάμνησή σου και ευτυχείς που βρέθηκες στο δρόμο μας στα τρυφερά μας εκείνα χρόνια.
Στο δρόμο με τα κόκκινα χώματα, στην λασπωμένη αυλή με τις κοφτερές πέτρες και στα παλιά θρανία της εξαιρετικής γνώσης...

Και τι δεν θα δίναμε να ξανακαθίσουμε πάλι, έστω για λίγο, σε εκείνα τα παλιά θρανία μπροστά σου ...

Να καθίσουμε και να σου πούμε για το νόημα και την κύρια ιδέα, ο κάθε ένας με τη σειρά του, σηκώνοντας σεμνά το χέρι του σαν καλός μαθητής...

Κυρία! Κυρία ! Εγώ Κυρία!..


Δημήτρης Βίκτωρ / 7 Δεκεμβρίου 2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου