«Από μια ηλικία και μετά, όλες οι συζητήσεις είναι αποχαιρετισμοί»
Η φράση αυτή, λιτή και ταυτόχρονα φορτισμένη συναισθηματικά, θίγει ένα από τα πλέον οδυνηρά αλλά και βαθιά ανθρώπινα ζητήματα: Την σχέση μας με τον χρόνο και, κατ’ επέκταση, με την ιδέα του τέλους. Όσο περνούν τα χρόνια, η ζωή μάς υπενθυμίζει όλο και πιο έντονα την παροδικότητά της, και οι συζητήσεις μας παίρνουν συχνά τον χαρακτήρα ενός «αντίο» — προς ανθρώπους, καταστάσεις, ακόμα και προς τον ίδιο μας τον εαυτό όπως υπήρξαμε.
Η μετάβαση σε μια “ηλικία” όπου όλα αρχίζουν να μοιάζουν με αποχαιρετισμούς δεν ταυτίζεται απαραίτητα με έναν συγκεκριμένο αριθμό χρόνων. Για κάποιους, μπορεί να συμβεί νωρίτερα, όταν μια απώλεια ή μια βαθιά εμπειρία φέρνει αντιμέτωπο το άτομο με τη θνητότητα. Για άλλους, έρχεται σταδιακά, σαν ένα αργό “ξεθώριασμα” των αυταπατών πως ο χρόνος είναι ανεξάντλητος.
Η νεότητα συχνά
συνοδεύεται από την ψευδαίσθηση ότι υπάρχει άπλετος χρόνος για φίλους, σχέσεις,
ταξίδια, στόχους. Με την πάροδο των ετών, γίνεται εμφανές πως κάθε επιλογή
συνεπάγεται και κάτι που χάνεται οριστικά. Μια απροσδόκητη αρρώστια, η φυγή
ενός αγαπημένου προσώπου ή ακόμα και μια αλλαγή επαγγελματική μπορεί να
λειτουργήσει ως σήμα: “Τίποτα δεν κρατάει για πάντα”. Τότε, οι συζητήσεις δεν
είναι πια μελλοντοκεντρικές, γεμάτες όνειρα. Γίνονται πιο στοχαστικές, με ένα βάρος
αποχωρισμού.
Ο αποχαιρετισμός
δεν είναι απλώς μια λύπη· εμπεριέχει και μια μορφή ωριμότητας. Η αποδοχή της
έννοιας του τέλους συμβάλλει στη βαθύτερη εκτίμηση όσων έχουμε ζήσει ή ζούμε
τώρα.
Σε μια κουβέντα με
παλιούς φίλους ή συγγενείς, προβάλλεται έντονα ο απολογισμός των κοινών
εμπειριών. Όχι σπάνια, ο αποχαιρετισμός ενσωματώνει και την ευγνωμοσύνη για όσα
μοιραστήκαμε, αλλά και τη θλίψη για ό,τι δεν προλάβαμε ή δεν θα ξαναζήσουμε.
Καθώς
συνειδητοποιούμε ότι οι ευκαιρίες να βρεθούμε με αγαπημένους ανθρώπους ίσως
λιγοστεύουν, οι συζητήσεις γίνονται πιο ουσιαστικές. Σταδιακά, ο χρόνος για
“επιφανειακές” συζητήσεις μειώνεται, κι αυτό ενίοτε οδηγεί σε μια αυθεντικότερη
επικοινωνία.
Ο φόβος του
θανάτου ή της οριστικής απώλειας, βρίσκεται πίσω από την αίσθηση ότι «όλες οι
συζητήσεις είναι αποχαιρετισμοί». Ο άνθρωπος, όντας προικισμένος με συνείδηση
της παροδικότητας, αντιλαμβάνεται πως κάθε συνάντηση, κάθε κουβέντα, μπορεί να
είναι η τελευταία.
Κάποιοι
αποτραβιούνται και γίνονται απόμακροι, δυσκολεύονται να συνεχίσουν να χτίζουν
σχέσεις για να μη βιώσουν άλλο πόνο. Άλλοι, αντίθετα, εμβαθύνουν ακριβώς στις
σχέσεις τους, προτιμώντας να ζουν με ένταση το “τώρα”.
Αντί να βλέπουμε
το τέλος ως κάτι τρομακτικό που στοιχειώνει τις συζητήσεις μας, μπορούμε να το
αποδεχτούμε ως μια θεμελιώδη διάσταση της ανθρώπινης κατάστασης. Αυτό ανοίγει
τον δρόμο για μια αγκαλιά της ζωής με μεγαλύτερη επίγνωση και αλήθεια.
Οι στοχαστές ανά
τους αιώνες έχουν ασχοληθεί με το πώς ο χρόνος και η θνητότητα επηρεάζουν τις
ανθρώπινες σχέσεις και συζητήσεις:
Ο Μάρτιν
Χάιντεγκερ, λ.χ., τονίζει πως η αυθεντική βίωση της ύπαρξής μας αναδύεται όταν
συνειδητοποιούμε τη θνητότητα. Τότε προκύπτει η “φροντίδα” για το πώς θα
αξιοποιήσουμε ουσιαστικά τον χρόνο μας.
Για τους Στωικούς,
η επίγνωση του τέλους μεταφράζεται σε ηρεμία μπροστά στα ανθρώπινα πράγματα.
Όταν ξέρουμε πως κάθε στιγμή μπορεί να είναι η τελευταία, τότε παύουμε να
ασχολούμαστε με ανούσιες ανησυχίες και επικεντρωνόμαστε στη βαθύτερη ουσία της
ανθρώπινης επαφής.
Μπορεί το
απόφθεγμα να ακούγεται απαισιόδοξο, κρύβει όμως μια πιο φωτεινή διάσταση:
Σε πολλές
παραδόσεις, ο αποχαιρετισμός συνοδεύεται από ευχές, ευγνωμοσύνη και σεβασμό.
Γίνεται μια τελετουργία που τιμά τη διαδρομή που διανύσαμε μαζί.
Ακόμη κι αν,
αντικειμενικά, οι πιθανότητες λιγοστεύουν, το ίδιο το γεγονός ότι συνεχίζουμε
να ελπίζουμε σε μια νέα συνάντηση δείχνει την επιμονή του ανθρώπινου πνεύματος
να υπερβαίνει τα όρια.
Η ρήση «Από
μια ηλικία και μετά, όλες οι συζητήσεις είναι αποχαιρετισμοί», μας
υπενθυμίζει την εύθραυστη ουσία της ζωής. Καθώς ο χρόνος περνά,
αντιλαμβανόμαστε ότι οι άνθρωποι και οι στιγμές δεν είναι δεδομένα. Κάθε
κουβέντα μπορεί να έχει την γεύση του “αντίο”, όχι απαραίτητα λόγω
απαισιοδοξίας, αλλά επειδή αυτή είναι η εγγενής συνθήκη της ύπαρξης: είμαστε
παροδικοί και, αργά ή γρήγορα, στεκόμαστε μπροστά στον αποχωρισμό.
Δημήτρης Βίκτωρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου