«Η ρίζα της ανθρώπινης συμπεριφοράς
βρίσκεται στην πίστη και στην επιλεκτική αγάπη που δημιουργεί και το επιλεκτικό
μίσος»
Η ανθρώπινη συμπεριφορά μοιάζει συχνά με ρεύμα που αναβλύζει από τις πιο κρυφές και αθέατες προσκολλήσεις μας. Ό,τι αποκαλούμε “πίστη” —είτε αφορά ιδέες, πρόσωπα, αξίες ή συστήματα— λειτουργεί σαν έδαφος πάνω στο οποίο χτίζουμε την εικόνα του κόσμου. Μέσα σε αυτή τη σιγουριά που μας προσφέρει, συχνά επιλέγουμε ποιον θα πλησιάσουμε και ποιον θα απομακρύνουμε. Η αγάπη μας γίνεται προνόμιο για όσους ταιριάζουν στο σχήμα που ήδη έχουμε μέσα μας, κι έτσι αρχίζει να παίρνει μορφή μια αθώα μεν, αλλά βαθιά περιοριστική μεροληψία.
Αν ο κύκλος αυτός στενέψει, τότε η αγάπη παύει να λειτουργεί σαν γέφυρα και μετατρέπεται σε όριο. Όποιος βρίσκεται έξω από τα μέτρα που έχουμε θέσει γίνεται ξένος, συχνά αδιάφορος, και όχι σπάνια απειλητικός. Έτσι ξεκινά ο μηχανισμός που γεννά το επιλεκτικό μίσος: μια αντιστροφή της ίδιας ανάγκης μας να προστατεύουμε αυτό στο οποίο έχουμε επενδύσει. Όσο περισσότερο προσκολλούμαστε σε μια πίστη ή σε μια ιδεολογική ταυτότητα, τόσο περισσότερο αρνούμαστε να δούμε τι υπάρχει έξω από αυτή. Οι θρησκείες και οι ιδεοληψίες, αντί να ανυψώσουν, καταλήγουν να μασκαρεύουν αυτή την αδυναμία σε “αλήθεια”. Δεν φωτίζουν· παγιδεύουν. Και κάθε δήθεν υπέρτατη βεβαιότητα λειτουργεί σαν καταφύγιο για όποιον δεν αντέχει την αμφισβήτηση — ένας τρόπος να βαφτιστεί η πνευματική νωθρότητα ως “πίστη”.
Η αγάπη τότε δεν είναι αρετή, αλλά συμφέρον. Και το μίσος δεν εμφανίζεται ως πάθος, αλλά ως άμυνα απέναντι σε ό,τι μας ξεβολεύει. Η διάκριση ανάμεσα σε “δικούς μας” και “ξένους” δεν γεννιέται από την πραγματικότητα, αλλά από την ανάγκη να νιώθουμε ασφαλείς μέσα στην ίδια μας τη στενωπό. Όταν η πίστη μας γίνεται κλειστό σύστημα, κάθε εναλλακτική οπτική μοιάζει επικίνδυνη. Η εχθρότητα δεν είναι παρά η συνέπεια του ότι φοβόμαστε πως κάτι μπορεί να μας κλονίσει.
Αν όμως ο άνθρωπος θελήσει πραγματικά να σταθεί όρθιος, οφείλει να εγκαταλείψει την ψευδαίσθηση ότι η ταυτότητά του χρειάζεται φράχτες για να διατηρηθεί. Η πίστη που δεν αμφισβητείται νεκρώνει. Η αγάπη που δεν χωράει το διαφορετικό ευτελίζεται. Και το μίσος που προκύπτει από όλα αυτά δεν είναι παρά κραυγή αδυναμίας. Το να διευρύνουμε τον κύκλο μας δεν σημαίνει να τον καταργήσουμε· σημαίνει να διακρίνουμε ότι τα όριά του δεν είναι φυσικός νόμος, αλλά επιλογή.
Ο δρόμος της υπέρβασης ανοίγεται όταν ο άνθρωπος παύει να ζητά εξωτερικά άλλοθι για το πώς νιώθει και πώς δρα. Όταν κατανοήσει πως πίσω από κάθε επιλεκτική αγάπη κρύβεται φόβος, και πίσω από κάθε επιλεκτικό μίσος κρύβεται η αδυναμία να αντέξουμε τον καθρέφτη του “άλλου”. Τότε η ρίζα της συμπεριφοράς του παύει να στηρίζεται στην ανάγκη και αρχίζει να τρέφεται από τη δημιουργική του βούληση. Η αγάπη γίνεται δοκιμασία του χαρακτήρα, όχι επιβράβευση της ομοιότητας. Και το μίσος μετατρέπεται σε πρώτη ύλη προς μεταμόρφωση.
Έτσι, ο άνθρωπος που δεν επαναπαύεται σε έτοιμες βεβαιότητες ούτε κρύβεται πίσω από δογματικές ταυτότητες, είναι ο μόνος που μπορεί να σφυρηλατήσει τη δική του μορφή. Δεν δανείζεται τον κόσμο· τον αναδημιουργεί. Δεν αναπαράγει συμπεριφορές που του επιβλήθηκαν· τις υπερβαίνει. Κι εκεί η πίστη παύει να είναι πατερίτσα και γίνεται πράξη εσωτερικής δύναμης. Η αγάπη παύει να είναι εύνοια και γίνεται άνοιγμα. Και ο ίδιος ο άνθρωπος παύει να είναι προϊόν των φόβων του· γίνεται ο δημιουργός του εαυτού του.
Δημήτρης Βίκτωρ

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου