Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2025

Η γελοιοποίηση του πένθους

Το πένθος είναι γυμνό, σιωπηλό, αδυσώπητο. Δεν έχει ανάγκη από θεατές, δεν ζητιανεύει δάκρυα, δεν πουλάει εισιτήρια. 

Και όμως, η εποχή μας το ξεφτίλισε, το έκανε πανηγύρι μικροαστών και πολιτικάντηδων, το σούβλισε στις κάμερες για να τραφούν οι αχόρταγοι της δημοσιότητας. Η τραγωδία των Τεμπών δεν έγινε μνήμη, έγινε πασαρέλα θρήνου. Εκεί, ανάμεσα στα καμένα βαγόνια και τα σώματα, ξεφύτρωσαν οι καριερίστες του πόνου, οι “δικαιωματιστές του θανάτου”, οι μαυροντυμένοι θιασώτες της αριστερίλας που αντί για σιωπή και τιμή στον νεκρό, φώναζαν για να χωρέσουν στα μικρόφωνα.

Ποιοι είναι αυτοί οι Καρυστιανοί και οι όμοιοί τους; Άνθρωποι που μετατρέπουν την απώλεια σε επάγγελμα. Αντί να πενθούν, διαπραγματεύονται. Αντί να θρηνούν, καμώνονται τους αυτόκλητους μάρτυρες. Μια ζωή διψασμένοι για χειροκρότημα, βρήκαν στον θάνατο την πιο φτηνή σκηνή για την κακοπαιγμένη παράστασή τους. Κι όταν ο πόνος γίνεται υλικό για αυτοπροβολή, δεν είναι πόνος· είναι ματαιοδοξία βαμμένη με μαύρη μπογιά.

Αλλά οι μεγαλύτεροι αλήτες δεν είναι μόνο αυτοί. Είναι οι πολιτικοί, οι διάφοροι Κωνσταντοπουλαίοι, οι δήθεν προστάτες του λαού και της αλήθειας, που έκαναν το πένθος λάφυρο. Οι αριστερίζοντες δημαγωγοί, οι καραγκιόζηδες της αντιπολίτευσης, οι επαγγελματίες νεκροθάφτες της εξουσίας, που έτρεξαν πάνω στα κουφάρια για να κερδίσουν ψήφους. Με το γνωστό τους θράσος, πήραν την εθνική πληγή και την έκαναν κομματική αφίσα. Στήθηκαν μπροστά στις κάμερες με πρόσωπο πένθιμο, μα με μάτια που γυάλιζαν από την προσμονή του πολιτικού κέρδους. Δεν είναι πένθος αυτό· είναι πορνεία.

Το πένθος, όμως, δεν είναι κοινό μέτρο. Δεν είναι ούτε παντιέρα ούτε εμπορεύσιμο μέσο. Άλλος σωπαίνει, άλλος σβήνει, άλλος κλείνεται στο σκοτάδι του. Μόνο οι ειλικρινείς πενθούντες ξέρουν το βάρος της σιωπής· δεν φωνάζουν, δεν εμποδίζουν, δεν επιδεικνύουν. Η αξιοπρέπειά τους είναι η μόνη αλήθεια.

Οι υπόλοιποι; Είναι γελοίοι, θλιβεροί θίασοι του εαυτού τους. Τους βλέπεις να ποζάρουν βγάζοντας τον θρήνο σε ζωντανή μετάδοση, στήνοντας οδοφράγματα όχι από οδύνη αλλά από ματαιοδοξία. Ο θάνατος έγινε σκηνικό κιτσαρίας για την καριέρα τους. Αυτοί δεν πενθούν· αυτοί κάνουν δημόσιες σχέσεις. Και το πιο τραγικό; Τους πιστεύει ένα κομμάτι κοινωνίας που ακόμα χειροκροτά το δήθεν, που θέλει το δάκρυ να έχει σπόνσορα και το αίμα να έχει λογότυπο.

Η γελοιοποίηση του πένθους είναι η απόδειξη ότι δεν ξέρουμε πια να τιμούμε ούτε τον θάνατο ούτε την ζωή. Οι πραγματικά νεκροί δεν είναι στα Τέμπη. Είναι ανάμεσά μας. Είναι εκείνοι που κάνουν τον πόνο τους σημαία για να χωρέσουν στη φωτογραφία. Εκείνοι που ξεπουλάνε τον θρήνο για λίγη αναγνώριση. Εκείνοι που δεν σιώπησαν ποτέ, γιατί χωρίς το θέαμα του θανάτου θα ήταν πάλι αυτό που ήταν πάντα: Το απόλυτο Τίποτα...

Δημήτρης Βίκτωρ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου