Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2025

Πένθος και Εκδίκηση

«Το πένθος θρηνεί τον χαμό∙ η εκδίκηση θρηνεί το κενό»

Όταν το πένθος ζητά εκδίκηση, παύει να είναι πένθος. Μεταμορφώνεται σε κάτι σκοτεινό και νοσηρό: μια ύπουλη μετάλλαξη της λύπης σε μίσος, του δικαίου σε νέα αδικία. Ο άνθρωπος που υποφέρει από την απώλεια είναι αξιολύπητος· μα όταν ο ίδιος επιλέγει συνειδητά να πονέσει άλλους στο όνομα της «δικαιοσύνης» του, γίνεται αξιοκατάκριτος.

Η εκδίκηση δεν δικαιώνει τη μνήμη αυτού που χάθηκε—την προδίδει με τον χειρότερο τρόπο. Δεν επιστρέφει τη ζωή, δεν απαλύνει τη θλίψη, δεν εξαγνίζει τη μνήμη· την υποβιβάζει σε όχημα προσωπικής ικανοποίησης και φθηνής εκτόνωσης. Εκείνος που επιλέγει να γίνει τιμωρός εγκαταλείπει κάθε τιμή που θα μπορούσε να συνοδεύσει τον πόνο του. Γίνεται δειλός, ένας κοινός δήμιος, που βαφτίζει τον εγωισμό και την ανικανότητά του να διαχειριστεί την οδύνη ως «δίκαιο χρέος».

Εδώ βρίσκεται το πιο ύπουλο προσωπείο της εκδίκησης: η μεταμφίεσή της σε δικαίωση. Ο πενθών πείθει τον εαυτό του ότι δεν ζητά αίμα για τον εαυτό του αλλά «αποκατάσταση» για τον νεκρό. Όμως αυτό δεν είναι δικαιοσύνη· είναι το πιο πονηρό ψεύδος. Η εκδίκηση τρέφεται με τη φαντασίωση πως εκπληρώνει ένα ηθικό καθήκον, ενώ στην πραγματικότητα θρέφει μόνο την αδυναμία. Στην επιθυμία να χύσει νέο αίμα, ο εκδικητής ισχυρίζεται ότι τιμά τον χαμένο—μα δεν τον τιμά, τον εργαλειοποιεί. Μετατρέπει τη μνήμη του σε σημαία, σε άλλοθι, σε πρόσχημα.

Έτσι ο πενθών—που υπήρξε θύμα αδικίας ή απώλειας—σκαρφαλώνει σε θρόνο εγωισμού και φαντάζεται πως του χρωστούν όλα. Με τη μάσκα του ριγμένου ζητά όλεθρο αντί για γιατρειά, απαιτεί να γίνει δυνάστης των άλλων για να ισορροπήσει το δικό του βάρος. Δεν ζητά λύση ή σοφία· απολαμβάνει τη θέση του «αδικημένου εκδικητή» και χτίζει ψευδαίσθηση παντοδυναμίας πάνω στα ερείπια άλλων ψυχών.

Δεν υπάρχει τίποτα πιο επικίνδυνο από το πένθος που γίνεται κάρβουνο στην καρδιά και φωτιά στο μυαλό. Το παράπονο γίνεται μίσος, το μίσος συνήθεια· κι εκεί που θα έπρεπε να μεγαλώσει η ενσυναίσθηση, αφανίζεται κάθε ικμάδα ανθρωπιάς. Να ψάχνεις διέξοδο από τον πόνο μέσω της εξόντωσης άλλων είναι σαν να πίνεις δηλητήριο ελπίζοντας πως θα πεθάνει ο εχθρός—πρώτος πεθαίνεις εσύ. Έτσι ο πενθών γίνεται ο ίδιος φονιάς της λύτρωσής του, διαιωνίζοντας την αδικία που τον πλήγωσε.

Η πραγματική τραγωδία έγκειται εδώ: ο θρηνών πιστεύει ότι τιμά τον νεκρό, ενώ τον προσβάλλει βαθύτατα. Γιατί η εκδίκηση δεν είναι μνημόσυνο· είναι προδοσία. Αντί να καλλιεργήσει τη μνήμη του αδικοχαμένου, τη δηλητηριάζει και τη μετατρέπει σε πρόσχημα για κακό. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν αξίζει οίκτου αλλά αυστηρής κρίσης, διότι ενώ γνώρισε την απώλεια, επιλέγει συνειδητά να την πολλαπλασιάσει.

Το αληθινό πένθος δεν είναι ποτέ εκδικητικό. Είναι σιωπηλό, ευγενές, βαθιά ανθρώπινο. Δεν κραυγάζει, δεν απαιτεί, δεν φορά την παρωδία της δικαιοσύνης. Αν υπάρχει έξοδος, βρίσκεται στην αποδοχή της απώλειας και στο σθένος να σηκώσεις το βάρος της χωρίς να το μεταμορφώσεις σε νέες αλυσίδες μίσους. Όποιος εκδικείται δεν μεγαλώνει—μικραίνει. Γίνεται θεατής της ίδιας του της καταστροφής, σκλάβος της σκληρότητας που νόμισε πως θα τον ελευθερώσει.

Η υπέρβαση δεν σημαίνει λήθη· σημαίνει δύναμη να μεταπλάθεις τον πόνο. Τιμάς τον νεκρό όχι όταν προσθέτεις νεκρούς, αλλά όταν κάνεις το τραύμα σφυρί που πλάθει χαρακτήρα, αξίες, μια ζωή ανώτερη από τον θάνατο. Η «θέληση για δύναμη» εδώ δεν είναι η δύναμη να συντρίβεις τους άλλους, αλλά να μην παραδοθείς στο ευτελές μένος που ζητιανεύει μέσα σου.

Κλείνοντας: η εκδίκηση είναι το ακατέργαστο είδωλο του θυμού, μια κραυγή αυτολύπησης που μεταμφιέζεται σε δικαίωση. Το καθαρό πένθος, αντίθετα, γίνεται δημιουργική άσκηση ύψους: μαθαίνει να αντέχει, να σιωπά, να μεταμορφώνει. Εκεί βρίσκεται η μόνη τιμή στη μνήμη—και η μόνη λύτρωση για τον ζωντανό.

Δημήτρης Βίκτωρ







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου