Παρασκευή 29 Αυγούστου 2025

Περί Θανάτου...

«Όλα έχουν να κάνουν με τον Θάνατο. Τί προλαβαίνουμε»

Η φράση «Όλα έχουν να κάνουν με τον Θάνατο. Τί προλαβαίνουμε» εγείρει μια βαθιά υπαρξιακή ανησυχία: εάν η ζωή τελικά καθορίζεται από τον θάνατο και τη συνείδηση της περατότητάς μας, τότε ποια είναι η ουσία και η αξία όσων πράττουμε; Πόσο σημαντικό είναι να ορίσουμε τις επιλογές, τις προτεραιότητες και τη δράση μας με γνώμονα ότι ο χρόνος μας είναι πεπερασμένος;

Πολλοί φιλόσοφοι και στοχαστές έχουν υποστηρίξει ότι η επίγνωση του θανάτου είναι μια από τις πιο καταλυτικές δυνάμεις που καθορίζουν τη ζωή του ανθρώπου. Από την αρχαία ελληνική φιλοσοφία έως τη σύγχρονη υπαρξιστική σκέψη, η συνειδητοποίηση ότι «η ζωή έχει τέλος» δίνει νέο νόημα στην κάθε στιγμή. Ο Πλάτων, για παράδειγμα, έβλεπε τον θάνατο ως την «απελευθέρωση» της ψυχής, καλώντας τον φιλόσοφο να μελετά και να προετοιμάζεται για εκείνον. Ο Σωκράτης εστίαζε στη γνώση του εαυτού και στην ηθική στάση μπροστά στο τέλος, ενώ μεταγενέστεροι υπαρξιστές, όπως ο Χάιντεγκερ, μίλησαν για την «προ-οπτική του θανάτου» ως την ανώτερη αυθεντική στάση του ανθρώπου έναντι του κόσμου.

Η φράση «Τί προλαβαίνουμε» εκφράζει την αίσθηση ότι ο χρόνος είναι περιορισμένος. Δεν αρκεί να συνειδητοποιήσουμε μόνο ότι πεθαίνουμε· οφείλουμε και να αναρωτηθούμε πώς αξιοποιούμε τον χρόνο που μας απομένει. Ένα από τα πιο σημαντικά ερωτήματα που προκύπτουν από αυτήν την προοπτική είναι: Τί έχει, τελικά, σημασία για μας; Στον δυτικό πολιτισμό, συχνά η έννοια του «προλαβαίνω» σχετίζεται με την επίτευξη στόχων (εργασία, κοινωνική καταξίωση, αναγνώριση). Ωστόσο, όταν ο θάνατος καθίσταται ορισμένος παράγοντας στη σκέψη μας, ίσως να αναθεωρήσουμε τις προτεραιότητές μας: οι σχέσεις μας, η αγάπη, η αυτοπραγμάτωση, η εσωτερική αρμονία αναδεικνύονται πιο σημαντικές από κάθε επιφανειακή επιδίωξη.

Οι άνθρωποι αναζητούν το νόημα μέσα από πράξεις, έργα, δημιουργία, επικοινωνία και, φυσικά, μέσω του ίδιου του αναστοχασμού για τον θάνατο. Αν όλα τελειώνουν με τον θάνατο, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η ύπαρξή μας είναι κενή· αντίθετα, επιτείνει την αξία της στιγμής. Σε αυτήν την προσέγγιση, μπορούμε να δούμε τον θάνατο ως κίνητρο για να ζήσουμε πιο έντονα και αυθεντικά. Ο Καμύ, για παράδειγμα, μίλησε για το «παράλογο» της ζωής, ωστόσο επέμεινε πως η συναίσθηση της περατότητας οδηγεί σε μια βαθύτερη επανάσταση του πνεύματος και σε μια εξύψωση της ανθρώπινης ύπαρξης.

Μπροστά στον θάνατο, διακυβεύεται και η ηθική μας στάση. Τί επιλέγουμε να κάνουμε με τον χρόνο που διαθέτουμε; Αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τις πράξεις μας, αναγνωρίζουμε την επίδρασή τους στους άλλους, και δίνουμε μεγαλύτερη σημασία σε ό,τι ορίζει την αξία μας ως ανθρώπων. Σε αυτήν τη βάση, η περατότητα μπορεί να λειτουργήσει ως πυξίδα, που μας οδηγεί στην επίγνωση ότι δεν έχουμε το «για πάντα» για να επανορθώσουμε, να συγχωρήσουμε ή να αγαπήσουμε. Άρα, το ερώτημα «Τί προλαβαίνουμε;» γίνεται ηθικός κανόνας: Πώς μεταχειριζόμαστε τον εαυτό μας και τους γύρω μας, γνωρίζοντας ότι ο χρόνος μας είναι περιορισμένος;

Ένας ουσιαστικός κίνδυνος που ελλοχεύει στην επίγνωση του θανάτου είναι η βιασύνη.. Όταν νιώθουμε ότι «πρέπει να τα προλάβουμε όλα», μπορεί να φτάσουμε σε μια αγχώδη κατάσταση, όπου τελικά χάνεται η βαθύτερη ουσία των πραγμάτων. Ωστόσο, το πραγματικό ερώτημα δεν είναι πόσα θα προλάβουμε, αλλά πώς θα ζήσουμε όσα προλαβαίνουμε. Η ποιότητα των επιλογών μας υπερισχύει της ποσότητάς τους. Μπορεί να μην προλάβουμε να κατακτήσουμε τον κόσμο· μπορούμε όμως να βιώσουμε την αγάπη, να δημιουργήσουμε, να φιλοσοφήσουμε, να μοιραστούμε στιγμές γενναιοδωρίας και κατανόησης.

Το απόφθεγμα «Όλα έχουν να κάνουν με τον Θάνατο. Τί προλαβαίνουμε» φωτίζει την ευθραυστότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και παρακινεί σε ένα πιο στοχαστικό βίωμα της ζωής. Αν βλέπουμε τον θάνατο όχι ως απαισιόδοξη κατάληξη, αλλά ως μια διαρκή υπενθύμιση της αξίας και του νοήματος του τώρα, τότε μπορούμε να αξιοποιήσουμε το πέρασμά μας από αυτόν τον κόσμο με τρόπο πιο γεμάτο, αυθεντικό και βαθύ. Στο φως της περατότητας, το «Τί προλαβαίνουμε» γίνεται η εσωτερική μας φωνή που μας παροτρύνει να αποζητούμε αληθινές σχέσεις, να επιδιώκουμε την αυτογνωσία και να δρούμε με ευθύνη, συμπόνια και αγάπη. Κάπως έτσι, ο θάνατος παύει να είναι ο απόλυτος φόβος και γίνεται ο απώτερος οδηγός για μια ζωή με νόημα.

Δημήτρης Βίκτωρ



Τετάρτη 27 Αυγούστου 2025

Περί σιωπής μυαλού

«Η πιο σημαντική εμπειρία μυαλού είναι η σιωπή»

Η σιωπή, ως βίωμα και ως έννοια, συχνά παραγνωρίζεται μέσα στον διαρκή θόρυβο και την αδιάκοπη ροή πληροφοριών που χαρακτηρίζουν τον σύγχρονο κόσμο. Ωστόσο, μέσα σε αυτή την αθόρυβη κατάσταση, αποκαλύπτεται μία μοναδική δυνατότητα του νου καθώς η σιωπή προσφέρει την βάση για καθαρή σκέψη, ουσιαστική ενδοσκόπηση και βαθιά σύνδεση με τον εσωτερικό μας εαυτό. Στο πλαίσιο του αποφθέγματος, αναδεικνύεται η σημασία της ήρεμης κατάστασης που μάς επιτρέπει όχι μόνο να παρατηρήσουμε, αλλά και να συνειδητοποιήσουμε τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις αξίες που μάς προσδιορίζουν.

Η σιωπή μπορεί να νοηθεί ως ένα κενό που περιμένει να γεμίσει από την ουσία του είναι μας. Μέσα σε αυτήν, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να ανταποκριθούμε σε εξωτερικά ερεθίσματα· αντιθέτως, μαθαίνουμε να αφουγκραζόμαστε τον εσωτερικό μας κόσμο. Όπως τόνιζαν αρχαίοι φιλόσοφοι και μυστικιστικές παραδόσεις, η σιωπή αποτελεί την πύλη για εμβάθυνση στην ανθρώπινη συνείδηση και για την ανάδυση της αυθεντικής μας ταυτότητας.
Σε κατάσταση σιωπής, τα λόγια, οι κρίσεις και οι εξωτερικές απαιτήσεις παραμερίζονται προσωρινά. Ως εκ τούτου, έχουμε την ευκαιρία να παρατηρήσουμε τι συμβαίνει εντός μας, να αντιληφθούμε τις ριζικές μας επιθυμίες, τις πραγματικές μας ανάγκες και τους εσωτερικούς διαλόγους που συχνά επισκιάζονται από τον κοινωνικό θόρυβο.

Πέρα από την αυτογνωσία, η σιωπή δρα ως μήτρα δημιουργίας και βαθύτερης νοητικής διεργασίας. Οι ιδέες, όπως οι σπόροι, χρειάζονται ένα γόνιμο «έδαφος» για να βλαστήσουν. Σε έναν κόσμο γεμάτο αδιάκοπο θόρυβο και περισπασμούς, η σιωπή λειτουργεί ως εκείνος ο ήρεμος χώρος που επιτρέπει στις σκέψεις να βρουν τη μορφή τους, να εξελιχθούν και να δώσουν νόημα στην εμπειρία μας.
Με άλλα λόγια, η σιωπή δεν είναι απουσία· είναι μία διακριτική, αλλά πανίσχυρη παρουσία. Στη φιλοσοφική παράδοση της Ανατολής, η σιωπή αντιμετωπίζεται ως η μήτρα της σοφίας: μόνο μέσα στο απόλυτο κενό μπορεί να γεννηθεί η αυθεντική κατανόηση. Ακόμη και στην Δυτική φιλοσοφία, υπάρχουν στιγμές –λ.χ. στον Σωκράτη, στην προσπάθειά του να φτάσει στην αλήθεια μέσω του «μαιευτικού διαλόγου»– όπου δίνεται έμφαση στο να ακούμε προσεκτικά, δηλαδή να σιωπούμε, ώστε να αναδυθεί η ουσία των ιδεών.

Η σιωπή, όμως, δεν αφορά μόνο τη γνωστική μας ικανότητα. Αγγίζει και βαθιά υπαρξιακά ερωτήματα: «Ποιος είμαι;», «Ποιο είναι το νόημα της ζωής;». Σε έναν κόσμο όπου καλούμαστε να απαντήσουμε γρήγορα και αποτελεσματικά, η σιωπή φαίνεται περιττή και ίσως τρομακτική. Κι όμως, ακριβώς μέσα σε αυτή τη φαινομενικά “κενή” εμπειρία, μπορούμε να δούμε καθαρά ότι είμαστε κάτι πολύ περισσότερο από τη συνήθη ταύτιση με ρόλους, υποχρεώσεις και κοινωνικές μάσκες.
Η υπαρξιακή διάσταση της σιωπής αφήνει χώρο για το βίωμα της απεραντοσύνης και της μυστηριώδους πλευράς της ύπαρξης. Γι’ αυτό, όταν μένουμε σιωπηλοί στον εσωτερικό μας κόσμο, μπορεί να αισθανθούμε ένα αίσθημα δέους και φόβου: αναμετριόμαστε με το άπειρο και με την ίδια την ελευθερία που προκύπτει από αυτό.

Η σιωπή, ως πρακτική, δεν σημαίνει απλώς να παραμένουμε αμίλητοι. Σημαίνει να δημιουργούμε χώρο για ησυχία στο μυαλό και στα συναισθήματά μας, αναπτύσσοντας την ικανότητα να ακούμε τον εαυτό μας αλλά και τον κόσμο γύρω μας με πιο ειλικρινή τρόπο. Η συνειδητή καλλιέργεια της σιωπής μπορεί να λάβει διάφορες μορφές: διαλογισμός, προσευχή, στιγμές περισυλλογής στη φύση, ακόμη και απλή αποχή από την επιφανειακή επικοινωνία.
Μέσα από αυτή την εξάσκηση, μαθαίνουμε να ερχόμαστε σε επαφή με τις πτυχές του νου που συνήθως μένουν στην αφάνεια· παράλληλα, εξασκούμαστε στην παρατήρηση και την αποδοχή. Έτσι, η σιωπή μετατρέπεται σε γέφυρα προς τον βαθύτερο εαυτό και, ταυτόχρονα, βελτιώνει την ποιότητα των επικοινωνιών μας, διότι –όταν μιλάμε– το κάνουμε πιο ουσιαστικά και έχοντας επίγνωση.

Η σιωπή δεν αποτελεί απλώς απουσία λόγων ή ήχων· είναι ένας ζωτικός χώρος, όπου ο νους αποκτά τη δυνατότητα να στραφεί προς τα μέσα και να δει ξεκάθαρα. Από αυτή την άποψη, το να βιώσουμε συνειδητά τη σιωπή μπορεί να αποδειχθεί το πιο απελευθερωτικό και μεταμορφωτικό ταξίδι στο οποίο μπορούμε να επιδοθούμε. Όταν μαθαίνουμε να αγκαλιάζουμε το κενό της σιωπής, μαθαίνουμε ουσιαστικά να δημιουργούμε. Δημιουργούμε νόημα, αυτογνωσία, γαλήνη και, εντέλει, μία βαθύτερη επαφή με την ίδια τη ζωή.

Έτσι, το απόφθεγμα «Η πιο σημαντική εμπειρία μυαλού είναι η σιωπή» υπενθυμίζει ότι, όσο κι αν η ανθρωπότητα προοδεύει τεχνολογικά, πολιτισμικά ή κοινωνικά, το αληθινό μυστικό για την εξέλιξη του νου και την εσωτερική μας ολοκλήρωση έγκειται –σταθερά– στην απλότητα της σιωπής. Και να μην ξεχνάμε πως, το ταλέντο ανθίζει στην απομόνωση.

Δημήτρης Βίκτωρ 



Δευτέρα 25 Αυγούστου 2025

Περί αξίας που επιβιώνει

 «Η μόνη αξία που επιβιώνει, καθώς ο χρόνος περνάει, είναι η ικανότητα του ανθρώπου να διακρίνει και να δημιουργεί την Ομορφιά. Όσο περισσότερο διαρκεί αυτή η ικανότητα, τόσο ένας άνθρωπος συνεχίζει να νοιώθει μη δυστυχισμένος, ακόμη κι όταν πια έχει γεράσει»

Η έννοια της Ομορφιάς, τόσο στον αισθητικό όσο και στον ηθικό-πνευματικό της ορίζοντα, αποτελεί ένα από τα κεντρικά ζητούμενα της ανθρώπινης ύπαρξης. Το απόφθεγμα επισημαίνει πως η ικανότητα να διακρίνουμε και να δημιουργούμε την Ομορφιά είναι μία από τις ελάχιστες –αν όχι η μόνη– διαχρονικές αξίες που επιβιώνουν, καθώς φθείρεται η σωματική μας δύναμη και συχνά οι υλικές επιδιώξεις χάνουν το νόημά τους. Όσο, λοιπόν, διατηρείται μέσα μας αυτή η ικανότητα, τόσο μένουμε «μη δυστυχισμένοι» ή, θετικότερα ειπωμένο, προσηλωμένοι σε ένα βαθύτερο αίσθημα ολοκλήρωσης.

Η διάκριση της Ομορφιάς:
Η πρώτη διάσταση του αποφθέγματος αφορά την ικανότητα να διακρίνουμε την Ομορφιά. Δεν πρόκειται μόνο για ένα καθαρά αισθητικό κριτήριο (π.χ. ένα ωραίο έργο τέχνης ή ένα τοπίο), αλλά και για την καλλιέργεια της συνείδησης που ξέρει να “βλέπει” τη χαρά, την αρμονία, την τάξη, την αλήθεια σε κάθε κατάσταση. Στο βάθος, η ικανότητα αυτή αποτελεί μια στάση ζωής: την απόφαση να αναζητούμε, αντί να αγνοούμε, τα στοιχεία που είναι αρμονικά, δημιουργικά ή εμπνευστικά στον κόσμο γύρω μας. Όταν καταφέρνουμε να σταθούμε μπροστά σε ένα απλό γεγονός –ένα χαμόγελο, ένα ηλιοβασίλεμα ή έναν άνθρωπο γεμάτο καλοσύνη– και να δούμε σε αυτό την Ομορφιά, ήδη αρχίζουμε να γεμίζουμε τη ζωή μας με ένα αίσθημα βαθιάς ικανοποίησης.

Η δημιουργία της Ομορφιάς:
Η δεύτερη πλευρά της αξίας αυτής έγκειται στην ικανότητα δημιουργίας της. Δεν αρκεί απλώς να εντοπίσουμε τη γοητεία ή τη χάρη που μπορεί να κρύβεται στα πράγματα· χρειάζεται να συμβάλλουμε κι εμείς με κάποιον τρόπο, ώστε η Ομορφιά να γεννάται και να πολλαπλασιάζεται. Αυτό το δημιουργικό στοιχείο μπορεί να εκδηλωθεί σε κάθε ανθρώπινη ενέργεια –στην τέχνη, στη φροντίδα του άλλου, στην ικανότητα να προσφέρουμε χαρά ή να απαλύνουμε τον πόνο. Ακόμη και η πιο απλή πράξη μπορεί να εμπεριέχει μια δημιουργική πνοή, αν γίνεται με αγάπη, καλαισθησία και ενδιαφέρον για τον κόσμο που μας περιβάλλει. Σε αυτήν την ουσιώδη συμμετοχή στη «γέννηση» της Ομορφιάς, ανακαλύπτουμε τον αυθεντικό ρόλο μας ως όντα προικισμένα με φαντασία, συναίσθημα και νου.

Η Ομορφιά ως αντίδοτο στη φθορά του χρόνου:
Το απόφθεγμα τονίζει, επιπλέον, πως η διατήρηση της ικανότητας αυτής μάς προστατεύει από τη δυστυχία της φθοράς. Με την πάροδο των χρόνων, οι σωματικές αντοχές μειώνονται, οι στενές φιλίες μπορεί να χάνονται, οι καθημερινές χαρές συχνά αλλάζουν μορφή. Ωστόσο, η ικανότητα να βιώνουμε και να παράγουμε Ομορφιά μπορεί να διατηρηθεί άσβεστη, αρκεί να την καλλιεργούμε. Ο άνθρωπος που παραμένει ανοιχτός σε νέα ερεθίσματα, που δίνει χώρο και χρόνο στη φαντασία του, που καλλιεργεί  το πνεύμα του, δεν επιτρέπει στη φθορά να επικρατήσει στον ψυχισμό του. Αντιθέτως, παραμένει ζωντανός, δημιουργικός, «μη δυστυχισμένος», όπως επισημαίνεται. Η χαρά που πηγάζει από την αίσθηση ότι συμμετέχουμε σε μια διαρκή πράξη ομορφιάς είναι αυτή που συνεχίζει να μας στηρίζει.

Η Ομορφιά, σε όλες τις εκφάνσεις της, λειτουργεί ως πνευματική «τροφή» και θεμελιώδες βίωμα που μάς επιτρέπει να αντέξουμε τον χρόνο και τις αλλοιώσεις του. Η ουσιαστική ενασχόληση με την Ομορφιά –η διάκρισή της και η δημιουργική της έκφραση– μετατρέπεται σε ασπίδα ενάντια στη μονοτονία, τον κυνισμό και την απελπισία. Είναι αυτή η «μόνη αξία» που, διαρκώς ανανεούμενη, μάς υπενθυμίζει ότι ο άνθρωπος δεν είναι ένα παθητικό πλάσμα· διαθέτει μέσα του τη σπίθα της καλλιτεχνίας και της αλληλεγγύης, στοιχεία τα οποία συνιστούν ίσως την πιο γνήσια κληρονομιά που μπορούμε να αφήσουμε στην επόμενη γενιά. Και όσο περισσότερο διαρκεί, τόσο περισσότερο γεμίζει με φως κάθε στιγμή της ύπαρξής μας.

Δημήτρης Βίκτωρ

 


 

 

ΑΝΘΡΩΠΟΣ & ΧΡΟΝΟΣ του Διονύση Σιμόπουλου


Όταν η ποίηση συναντά την επιστήμη - Ένα κείμενο του Διονύση Σιμόπουλου


 Πριν λίγες ημέρες διοργανώθηκε μια ξεχωριστή εκδήλωση στο Ιδρυμα Ευγενίδου.
Οι αστροφυσικοί Διονύσης Σιμόπουλος και Δημήτρης Νανόπουλος παρουσίασαν ένα  βιβλίο ποίησης, αποδεικνύοντας ότι τα όρια στη δημιουργία, με την ευρύτερη έννοια, δεν είναι ποτέ διακριτά. Ακολουθεί το κείμενο τής παρουσίασης του βιβλίου από τον Διονύση Σιμόπουλο. Απολαύστε το: 
«Όταν ο Δημήτρης Βίκτωρ μου ζήτησε, μέσω ενός κοινού φίλου, του Κώστα του Χαραλάμπους, να προλογίσω το βιβλίο που είχαν γράψει με την Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, η πρώτη μου αντίδραση ήταν να αρνηθώ, γιατί απλούστατα θεώρησα ότι, όπως και τα προηγούμενα έργα των δύο συγγραφέων, πρόκειται για ένα έργο ποιητικό, κι εγώ με την ποίηση δεν έχω και τόσο μεγάλη συνάφεια.
Ναι βέβαια, όταν ήμουν πιτσιρικάς έγραφα κι εγώ τα σχετικά μου ποιήματα. Αλλά πέραν τούτου ουδέν.
Εκείνο πάντως που διέγειρε την περιέργειά μου σχετικά με το όλο αυτό θέμα ήταν το γεγονός ότι το βιβλίο αυτό ήταν αποτέλεσμα της συνεργασίας δύο ανθρώπων.
Θα μου πείτε, τίποτε το συνταρακτικό σε κάτι τέτοιο. Πολλά είναι εκείνα τα βιβλία που γράφονται από δύο συντελεστές. Και ο Δημήτρης το έχει κάνει, και ο Στράτος με τον Μάνο, αλλά κι εγώ. Ναι, αλλά σ’ αυτές τις περιπτώσεις αναλύουμε εξ αρχής τα κεφάλαια που θα περιλαμβάνει το βιβλίο, και αποφασίζουμε εξ αρχής ποια κεφάλαια θα γράψει ο ένας και ποια ο άλλος.


Στην δεδομένη όμως περίπτωση, στο «Άνθρωπος και Χρόνος», τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά. Όπως μου είπε ο Κώστας το βιβλίο δεν σχεδιάστηκε όπως συνήθως γίνεται μ’ ένα βιβλίο συνεργασίας. Αλλά αντίθετα γράφτηκε καθώς προχωρούσε! Έγραφε η μία κι απαντούσε ο άλλος. Έγραφε ο ένας και απαντούσε η άλλη. Επρόκειτο δηλαδή για έναν διάλογο, Έναν διάλογο ποιητικό, γραμμένο όμως σε πεζό λόγο!
Κι έτσι από περιέργεια περισσότερο, παρά απ’ οτιδήποτε άλλο, άρχισα να φιλομετρώ τις σελίδες των χειρογράφων που μου έδωσε ο Κώστας. Κι έτσι μετά από δύο-τρεις σελίδες αγκιστρώθηκα! Γιατί πραγματικά το θέμα με το οποίο ασχολήθηκαν οι δύο συγγραφείς μου κέντρισε το ενδιαφέρον.
Είναι άλλωστε γνωστό ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε πράγματι όντα με χρονικό προσανατολισμό. Και παρόλο που η έννοια του χρόνου επιφανειακά φαίνεται να είναι ευκολονόητη και άμεσα συνδεδεμένη με την καθημερινότητά μας, εντούτοις έχει αποδειχθεί τόσο σπουδαία και μυστηριώδης, ώστε μερικά από τα μεγαλύτερα ανθρώπινα μυαλά έχουν καταπιαστεί με την ανάλυση και τα παράδοξά της.
Πάρτε, για παράδειγμα, μερικές από τις πρώτες αράδες που γράφει ο Χρόνος-Βίκτωρ:
«…γιατί μέχρι το φως να ταξιδέψει ως τη Γη
Όλα άλλαξαν, πέθαναν, ξανάγιναν
Κι εσύ κοιτάζεις και με τα μάτια βλέπεις,
αυτό που στην ουσία τώρα, δεν μπορεί να είναι εκεί.»


Περιγράφει δηλαδή σε τέσσερις σειρές όλα αυτά που βλέπουμε όταν κοιτάμε τον νυχτερινό ουρανό. Οι αρχαίοι Έλληνες που έβλεπαν την γαλακτόχρωμη λωρίδα του Γαλαξία μας την ονόμαζαν «γέφυρα του χρόνου», και κατά κάποιον τρόπο δεν είχαν καθόλου άδικο. Επειδή απαιτείται η παρέλευση κάποιου χρόνου για να φτάσει μέχρις εμάς το φως από τα απόμακρα άστρα και τους γαλαξίες, όταν κοιτάζουμε έξω στο διάστημα βλέπουμε τις εικόνες των διαφόρων ουράνιων αντικειμένων όπως ήταν στο παρελθόν κι όχι όπως είναι την στιγμή που τα κοιτάμε.
Λόγω του χρόνου που χρειάζεται η εικόνα κάθε ουράνιου αντικειμένου για να έρθει σε μας, βγάζουμε το συμπέρασμα ότι βλέπουμε και μελετάμε… αναμνήσεις!
Κατά κάποιο, δηλαδή, τρόπο ο έναστρος ουρανός δεν είναι παρά ένα είδος μηχανής του χρόνου. Όσο πιο μακριά βλέπουμε μέσα στο Σύμπαν τόσο πιο πολύ εισχωρούμε στο παρελθόν.
Κατά κάποιον δηλαδή τρόπο οι αστρονόμοι είμαστε οι Αρχαιολόγοι του Σύμπαντος.
Ο Ήλιος, για παράδειγμα, απέχει από μας 150 εκατομμύρια χλμ. και το φως του, τρέχοντας με την ταχύτητα του φωτός 300.000 χλμ το δευτερόλεπτο, χρειάζεται 8,5 περίπου λεπτά για να φτάσει μέχρι τη Γη, που σημαίνει ότι τον βλέπουμε όπως ήταν πριν από 8,5 λεπτά.
Το φως από τον πλησιέστερο σε μας Μεγάλο Γαλαξία της Ανδρομέδας χρειάζεται 2,5 εκατομμύρια χρόνια για να φτάσει στη Γη μας, πράγμα που σημαίνει ότι το φως που φτάνει σήμερα σε μας ξεκίνησε από εκεί έξω όταν οι προπάτορες του ανθρώπου έκαναν τα πρώτα δειλά τους βήματά πάνω στον πλανήτη μας.
Το φως του πιο απόμακρου αντικειμένου που φτάνει σήμερα στη Γη, έχει ηλικία 13,4 περίπου δισεκατομμυρίων χρόνων, και μας εμφανίζεται όπως ήταν 400 εκατ. χρόνια μετά τη γέννηση του Σύμπαντος.
Ενώ σ’ αυτήν την φωτογραφία έχει καταγραφεί η κοσμική μικροκυματική ακτινοβολία υποβάθρου που προέρχεται από τη γέννηση του Σύμπαντος πριν από 13,8 δις. χρόνια.


Ο ουρανός δηλαδή δεν εκτείνεται μόνο χωροταξικά, αλλά και χρονικά. Αυτή άλλωστε είναι και η σύγχρονη αντίληψη που έχουμε για το χωροχρονικό μας Σύμπαν και την αρχή του χρόνου.
Όλα αυτά, όμως, αφορούν το Σύμπαν και τον χωρόχρονο των αστροφυσικών, ενώ το πόνημα της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ και του Δημήτρη Βίκτωρ κάνει την υπέρβαση. Οι δύο συνεργοί στην προσπάθειά τους αυτή ξεφεύγουν από τους περιορισμούς του πειράματος και της απόδειξης και ταξιδεύουν στο χώρο και τον χρόνο της ανθρώπινης διανόησης.
Ο Άνθρωπος-Αγγελάκη Ρουκ, μας λεει:
«Χρόνε επί τέλους βρήκαμε ένα χώρο όπου μπορούμε να συγκατοικήσουμε: το παρελθόν. Έλα λοιπόν, στο λιβάδι μας, στο παρελθόν, μήπως και καταλάβω γιατί είμαι σήμερα εδώ με σένα…»
Είναι εμφανές ότι παρ’ όλο που το κείμενο τους δεν φαίνεται να πειθαρχεί σε κανόνες, η γλώσσα του είναι μια γλώσσα ποιητική με την οποία παρουσιάζονται με αδρές πινελιές μερικά από τα πιο εντυπωσιακά διοράματα της προσπάθειας του ανθρώπου να κατανοήσει μια από τις δυσκολότερες έννοιες της ανθρώπινης ύπαρξης, με λυρισμό και ευαισθησία. Και πολύ σύντομα, αντιλαμβάνεται κάποιος ότι το κείμενο των δύο συγγραφέων, ενώ δίνει την εντύπωση του πεζού λόγου έχει εντούτοις ένα δικό του συγκεκριμένο ρυθμό και αρμονία, όπως θάπρεπε άλλωστε να έχει.
Όπως λεει προς το τέλος ο Άνθρωπος-Ρουκ:
«Δεν θα ‘μαι ποτέ
Αυτό που είμαι στιγμιαία
Αλλά είναι θρίαμβος
Αυτή η σταθερή απώλεια.
Πες μου λοιπόν: Πόσο καιρό έχω ακόμα;»
Για να πάρει την άμεση αμείλικτη απάντηση από τον Χρόνο-Βίκτωρ:
«Με ακούς; Με βλέπεις; Με έχεις μπροστά σου; Είσαι σίγουρος γι’ αυτό; Ποτέ κανείς δεν με έχει δει. Μήπως είμαι δημιούργημα της φαντασίας σου;»

Όπως το θέτει ο Νεύτων και η κλασσική Φυσική, ο υποκειμενικός χρόνος που βιώνουν οι άνθρωποι, είναι απλώς μια ψευδαίσθηση που δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον απόλυτο πλατωνικό-κοσμικό χώρο και χρόνο. Άποψη που, παραδόξως, συμμερίζεται και ο Αϊνστάιν, ο βασικός υπαίτιος της «δολοφονίας» του απόλυτου χρόνου στη σύγχρονη Φυσική. Όπως θα εκμυστηρευθεί ο ίδιος ο Αϊνστάιν σε ένα περίφημο γράμμα του: «Η διάκριση ανάμεσα σε παρελθόν και σε μέλλον αποτελεί μόνο μια ψευδαίσθηση, έστω κι αν πρόκειται για μια επίμονη ψευδαίσθηση».



 Παρά το μικρό του μέγεθος το βιβλίο αυτό είναι ένας πραγματικός χείμαρρος συναισθηματικής φόρτισης που κατακλύζει τον αναγνώστη από την πρώτη του σελίδα. Και δεν αμφιβάλλω ότι το γεγονός αυτό οφείλεται στο τρόπο γραψίματος του κειμένου τους. Τα λόγια του κειμένου μετατρέπονται σε εικόνες, ορισμένες φορές απόκοσμες και φαντασμαγορικές. Άλλες εικόνες περιορίζονται σε πιο γήινα, πεζά χρώματα. Εικόνες, όμως, πάντα κατάλληλα φωτισμένες για να δώσουν την πρέπουσα ζεστασιά στις έννοιες που περιγράφουν.
Δεν ξέρω πως θα πρέπει να περιγράψει κάποιος το λογοτεχνικό είδος αυτού του βιβλίου: Δοκίμιο; Πραγματεία; Ποίηση; Αλλά τι σημασία έχουν οι λέξεις;
Όπως έλεγε και ο Σαίξπηρ πριν από 400 και χρόνια:
«Τι υπάρχει σ’ ένα όνομα; Αυτό που ονομάζουμε τριαντάφυλλο, με οποιοδήποτε άλλο όνομα δεν θα μύριζε εξίσου ωραία;»

Θα μου επιτρέψετε να τελειώσω, με ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη, «Αναφορά στον Γκρέκο»:


 «Μια μέρα, ήταν άνοιξη, και περιμέναμε πότε θα χτυπήσει το κουδούνι να γλιτώσουμε. Τα παράθυρα της τάξης ήταν ανοιχτά κι έμπαινε η μυρωδιά από μιαν ανθισμένη μανταρινιά. Ένα αηδόνι είχε καθίσει στο πλατάνι της αυλής του σκολειού και κελαηδούσε. Τότε ένας μαθητής, χλωμός, κοκκινομάλλης, δε βάσταξε άλλο, σήκωσε το δάχτυλο του και είπε στο δάσκαλο: 
 «Σώπα καλέ δάσκαλε, σώπα, ν’ ακούσουμε τ’ αηδόνι.»

Κι απόψε για μας, το αηδόνι είναι το βιβλίο «Άνθρωπος και Χρόνος». Γι’ αυτό κι εγώ θα σωπάσω, για ν’ ακούσουμε τ’ αηδόνια: την Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ και τον Δημήτρη Βίκτωρ.


Πέμπτη 14 Αυγούστου 2025

" Έχουμε την ωραιότερη χώρα του κόσμου "


Έτσι λένε συχνά πυκνά οι Έλληνες όταν τους πιάνει ο οίστρος της υπερηφάνειας, αλλά και του παράπονου για να δηλώσουν ότι παρόλο που έχουμε την καλύτερη χώρα του κόσμου, εμείς οι Έλληνες ή οι άλλοι Έλληνες πλην ημών...κτλ. δυστυχώς...και τέτοια.

Το λένε και πολλοί σοβαροί αυτό το ωραίο και μερικοί που ταξίδεψαν πολύ.
Φαντάζομαι ότι αυτοί οι τελευταίοι εννοούν χωρίς τους κατοίκους.
Αν αφαιρέσεις εντελώς τους κατοίκους τότε θα θαυμάσουμε τα τοπία και τις έρημες πόλεις και όλες τις σύγχρονες κατασκευές των σύγχρονων Ελλήνων. Τώρα αλλάζει λίγο ο συλλογισμός! Για τη χώρα είπαμε, λένε...

Πάμε στη χώρα, γυμνή χωρίς κατοίκους και κατασκευές ανθρώπινες.
Ωραίο οικόπεδο. Να το ζηλεύουν οι θεοί!
Εδώ γύρω γύρω δημιουργήθηκαν άλλωστε...
Αφού τα κοιτάξεις και τα θαυμάσεις όλα, κάπου βαριέσαι.

Πας ένα ταξιδάκι σε άλλη χώρα και αισθάνεσαι περίπου το ίδιο.
Στην Ιταλία ας πούμε. Και εκεί χωρίς κατοίκους. Πάλι τα ίδια!. Ωραία χώρα και αυτή!
Τις παίρνουμε με τη σειρά. Γαλλία , Ισπανία, Νορβηγία, κ.τ.λ….
Όλες ωραίες χώρες!
Τελικά υπάρχουνε πολλές καλύτερες χώρες στον κόσμο από όλες τις άλλες χώρες!
Τι μπέρδεμα!


Δημήτρης Βίκτωρ



Πέμπτη 7 Αυγούστου 2025

ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΣΤΡΟΣΚΟΝΗ – («Το κατά Σιμόπουλο ευαγγέλιο»)

«Το κατά Σιμόπουλο ευαγγέλιο»

Είμαι 13,8 δισεκατομμυρίων ετών και αποτελούμαι από 7.000 τρισεκατομμύρια τρισεκατομμυρίων άτομα. Αυτά είναι σαν μικρά αστεράκια ή σαν ελάχιστοι κόκκοι σκόνης! Όπως θα το δεις…

Δύσκολο να το πιστέψεις!
Εξαρτάται σε ποιόν αιώνα ζεις.

Στο παρελθόν, όταν δεν υπήρχαν τα πειραματικά δεδομένα ο κάθε ένας έλεγε ό,τι πίστευε. Μερικοί, αυτά τους τα πιστεύω τα επιβάλανε καθολικά. Ο φόβος του ανθρώπου κυλούσε στα σκοτάδια και γιγάντωνε και η αλήθεια ήταν η τυφλή πίστη. Υπήρχαν όμως και εξαιρέσεις ξεχωριστών ανθρώπων, που σκεπτόμενοι με την λογική, είπαν μέσα τους: «Κάπως έτσι πρέπει να είναι». Όμως αυτό δεν ήταν αρκετό. Έπρεπε να κυλήσει χρόνος αιώνων, ώστε με την παρατήρηση και το πείραμα, χρησιμοποιώντας νέα όργανα, αυτό το: «Κάπως έτσι» να γίνει: «Να, έτσι είναι!»
Νέα πίστη
; Όχι. Νέα γνώση.

Η γνώση στην αρχή φοβίζει. Πρέπει να αρνηθείς όσα πίστευες μέχρι τώρα και όσα πίστευαν οι πριν από εσένα και πιθανόν όσα διδάχτηκες σαν επίσημες αλήθειες. Η δύναμη της γνώσης όμως, είναι τόσο καταλυτική που σαρώνει τα διλλήματα και τις αμφιβολίες και στη θέση τους μπαίνει η υπερηφάνεια του ανθρώπου και το θάρρος του. Ναι! Το θάρρος. Γιατί η γνώση σε κάνει να πατάς γερά πλέον στα πόδια σου και να προχωράς με την λογική σου σκέψη. Αλλά και αυτό είναι μια πορεία. Μια πορεία που δίνει στην περιέργεια υπόσταση. Μια πορεία χωρίς τέλος. Η γνώση  παρέα και σύντροφος που σε εκπλήσσει καθημερινά οπλίζοντάς σε με δύναμη. Έτσι πρέπει να το δεις και να το ζεις.

Την γνώση όμως πως την βρίσκεις; Εννοώ συμπυκνωμένη, με απλούς και κατανοητούς όρους, ώστε να αισθανθείς φίλος μαζί της και να την αγαπήσεις; Η πίστη έχει τα ευαγγέλιά της. Πρέπει και η επιστήμη να αποκτήσει τα δικά της. Και τα αποκτά.

Τον κύριο Διονύση Σιμόπουλο τον διάβαζα πάντα. Κυριολεκτικά έψαχνα να βρω κείμενά του για να τα μελετήσω. Σε εφημερίδες, σε περιοδικά και στα μέσα του διαδικτύου. Κάθε φορά που διάβαζα κάποιο κείμενό του, το θεωρούσα τόσο πολύτιμο που έσπευδα να το αποθηκεύσω. Και πάντα σκεφτόμουν όλα αυτά να τα είχα σε ένα βιβλίο, ώστε να ανατρέχω σε αυτό με σιγουριά και ευκολία. Αλλά από την άλλη, η γνώση της αστροφυσικής τρέχει με τέτοιους ρυθμούς που είναι αδύνατο ένα βιβλίο να συμπεριλάβει τα τελευταία νέα. Αυτό πιστεύω είναι και ένα είδος άγχους για τον κύριο Σιμόπουλο. Ευτυχώς όμως, αποφάσισε να συγκεντρώσει σε ένα βιβλίο τα μέχρι τώρα γνωστά. Γιατί όσο γνωστά κι αν είναι ο τρόπος που ο Διονύσης τα περιγράφει είναι μοναδικός!
Έχω την εντύπωση πως αυτό το βιβλίο το έγραψε αποκλειστικά για μένα. Όσα βιβλία κι αν έχω, αυτό είναι διαφορετικό και το πιο χρήσιμο. Αγωνία αιώνων για το τι και πως μέσα σε τόσες λίγες σελίδες. Βιβλιοθήκες του κόσμου  μέσα σε ένα βιβλίο!

Παρ’ όλο που διαβάζεται με ευκολία και χαρά, επιστρέφεις ξανά στην προηγούμενη παράγραφο να την κατανοήσεις και να την αποστηθίσεις, κάτι σαν καθήκον, ώστε να μπορείς να την αφηγηθείς. Να την αφηγηθείς σε αγαπημένους ώστε να δεις στα μάτια τους την έκπληξη για όλα αυτά που συμβαίνουν στον απέραντο ουρανό και στο σύμπαν μέσα σου. Να συμπληρώσεις με αυτά που θα μάθεις από το βιβλίο, τη θέση σου μέσα στη ζωή και να σκεφτείς τη θέση σου μέσα στο απέραντο και τον σκοπό σου. Να σκέφτεσαι το τέλος όχι με φόβο αλλά μόνο με λύπη… Έχει διαφορά αυτό!

Το βιβλίο είναι ένας ωκεανός που βυθίζεσαι και νιώθεις ανάλαφρα σαν να πετάς. Ο τρόπος γραφής του πανέμορφος και οικείος. Κάθε παράγραφος συμπυκνωμένη γνώση, που σου δημιουργεί νέα απορία, που αμέσως λύνεται ή συμπληρώνεται από την επόμενη. Ο Διονύσης Σιμόπουλος το γνωρίζει αυτό. Διαισθάνεται, δηλαδή, την νέα απορία του αναγνώστη που προκύπτει συνεχώς και φροντίζει να την λύσει στις επόμενες γραμμές. Ένας παλμός γραφής που σε εκπλήσσει για ένα τέτοιο βιβλίο αστροφυσικής.

Χρήσιμο και μοναδικό. Πραγματικό απόκτημα. Παρ’ όλο που το διάβασα προσεχτικά, θα ανατρέχω σε αυτό πολύ συχνά μέχρι να  αποστηθίσω τις περισσότερες παραγράφους!

(Αυτό τώρα, μου θύμισε μια εμπειρία μου: Πριν από πολλά χρόνια σε μια ορειβασία στο βουνό των Τζουμέρκων, συνάντησα έναν βοσκό που είχε αποστηθίσει όλη την καινή διαθήκη! Όλη! Έκανα συζήτηση μαζί του και όλο μου έλεγε για τον θεό που έβλεπε κάθε νύχτα ψηλά μέσα στο απέραντο του ουρανού με τ’ αστέρια. Εγώ βέβαια, του έλεγα τα δικά μου. Θα ήθελα να τον ξανασυναντήσω και να του πω σεμνά και με σεβασμό, να διαβάσει και να αποστηθίσει και αυτό το βιβλίο. Έτσι, για να μην βαριέται!)

Και να του έλεγα απ’ έξω, πριν τον αποχαιρετήσω, την κατάληξη του βιβλίου:

«Είμαστε όλοι μας αστρόσκονη, και κάποια μέρα θα ξαναγυρίσουμε στα άστρα. Κάποια μέρα θα υπάρξουν άλλοι κόσμοι, γεμάτοι με άλλα όντα, αστράνθρωποι σαν εμάς, που θα γεννηθούν από τις στάχτες ενός, κάποιου ήλιου, πεθαμένου άστρου. Ενός άστρου που σήμερα το λέμε ήλιο».


……………………………………………………………………………………………………………………………



ΧΑΙΡΕ, ΔΙΟΝΥΣΗ.....................!


Δημήτρης Βίκτωρ  







Τετάρτη 6 Αυγούστου 2025

"ΘΑ ΖΗΣΟΥΜΕ" - Ποίημα-Απαγγελία: Δημήτρης Βίκτωρ - (Για τον Διονύση Σιμό...

ΧΑΙΡΕ, ΔΙΟΝΥΣΗ.................!


 

"ΑΝΘΡΩΠΟΣ & ΧΡΟΝΟΣ" Από τον αστροφυσικό Διονύση Σιμόπουλο

Τρίτη 5 Αυγούστου 2025

Βίβλος των Ελλήνων τα Ομηρικά Έπη;

Με την ύφεση, την ακρίβεια, τον πόλεμο και τις απειλές από τον Τούρκο, έχουμε και το φαινόμενο, οι αδικημένοι σύγχρονοι Έλληνες να φιλοσοφούν. Όχι να σκεφτούν αλλά να αναμασήσουν διάφορα χαριτωμένα. Πίσω-πίσω μερικοί έφτασαν και στα Ομηρικά.
Να διδαχθούμε, λέει, από την Βίβλο των προγόνων μας: Από τα Ομηρικά Έπη!

Βίβλος των Ελλήνων τα Ομηρικά Έπη;

Κάτι όπως η Τορά των εβραίων, το Κοράνι των μουσουλμάνων, την Βίβλο και τα Ευαγγέλια των χριστιανών;
Τι θα ακούσουμε ακόμα! Ποιών Ελλήνων;
Την περίοδο του τρωικού πολέμου, έπη φυσικά δεν υπήρχαν.
Δεν δημιουργήθηκαν συγχρόνως με τα γεγονότα. 

Τριακόσια χρόνια αργότερα ή και περισσότερο πρωτοακούστηκαν. Πλήρης ελευθερία λόγου και έμπνευσης. Λέτε να τα έγραψε κάποιος; Κάποιος συγκεκριμένος άνθρωπος; Και από τότε τα έχουμε αναλλοίωτα; Ή μήπως τα Ομηρικά έπη είναι το δημοτικό τραγούδι των αρχαίων Ελλήνων;

Αυτό ακριβώς είναι. Όμηρος δεν υπήρξε.

Τώρα Βίβλος ποιών Ελλήνων;
Των προσωκρατικών χρόνων; Μην σας ακούσουν οι προσωκρατικοί με τα υπέροχα επιστημονικά μυαλά. Αυτοί δεν έδιναν δεκάρα στα δημοτικά πανηγύρια!
 
Ήταν η Βίβλος των Ελλήνων του χρυσού αιώνα;
Μην σας ακούσει ο Πλάτωνας και ο δάσκαλός του ο Σωκράτης ή ο Αριστοτέλης αργότερα. Σπυριά βγάζανε και στο άκουσμα μόνο των Ομηρικών επών.
 
Ο Αλέξανδρος ο Μέγας είχε στο προσκεφάλι του την Ιλιάδα. Ξέρετε γιατί;
Για να ντοπάρεται με την υπόθεση του Αχιλλέα που ήθελε να του μοιάσει.
Πολλοί νομίζουν ότι η Ιλιάδα περιγράφει τον Τρωικό πόλεμο. Λάθος. Η Ιλιάδα περιγράφει την μήνιν, δηλαδή τη ζοχάδα του Αχιλλέως. Κάτι που πήγαινε γάντι για τα γούστα του Αλέξανδρου. Υπ' αυτήν την έννοια γι’ αυτόν ήταν ένα είδος Βίβλου.

Είναι η Βίβλος για τους σύγχρονους ονομαζόμενους Έλληνες, που ουδεμία σχέση έχουν με τους προηγούμενους; Μα, αυτοί έχουν για Βίβλο την κανονική διεστραμμένη Βίβλο των εβραίων και τα ευαγγέλια με τις αναστάσεις!

Άρα, Βίβλος, γιοκ!

Αυτά τα απλοϊκά, χιλιοειπωμένα έχουν πολύ πλάκα. Και ιδίως όταν επιχειρείται η ενδελεχής ανάλυση τότε ξεκαρδιζόμαστε.

Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές να διδαχθούμε, λέει, από το πνεύμα του Οδυσσέα. Να μείνουμε ψύχραιμοι, ώστε να μην γίνουμε βορρά στους σύγχρονους μνηστήρες!

Οποία ομοιότης! Οι Έλληνες , οι ονομαζόμενοι σύγχρονοι, πέρασαν μια μεγάλη Οδύσσεια μοιράζοντας τον χαβαλέ και αλληλοκλέβοντας τα φράγκα των άλλων και μεταξύ τους. Ναι! Έπρεπε να τα κάνουν όλα αυτά ώστε να φτάσουν στην Ιθάκη! Τώρα, δηλαδή, είναι εκεί επιτέλους. Και τώρα θα στριμώξουν τους μνηστήρες που περίμεναν εκεί, εκμεταλλευόμενοι την απουσία τους. Οι μνηστήρες είναι οι ξένοι βεβαίως, που θέλουν την βασιλεία και συγχρόνως να πηδήξουν την Πηνελόπη. Αυτή τώρα, ποια είναι;

Η σύγχρονη Ελληνίδα που "έκλεισε σαν γυναίκα", περιμένοντας;
Δεν βγαίνει με γυναίκα η ιστορία. Ας την ξεχάσουμε επί του παρόντος, ίσως να την θυμηθούμε αργότερα.

Πάμε στους μνηστήρες:
Αυτοί τι θα έπρεπε να κάνουν; Στην Οδύσσεια περιμένουν είκοσι τέσσερα χρόνια χωρίς βασιλιά. Οι σύγχρονοι περιμένουν τα δανεικά. Είναι και καλοί άνθρωποι. Δεν πειράζουν την Πηνελόπη. Υποφέρουν τις παραξενιές της. Είκοσι τέσσερα χρόνια!

Πάμε πάλι στην Πηνελόπη:
Αυτή, τώρα είναι καμιά πενηνταριά. Εκείνη την εποχή ο μέσος όρος ηλικίας ήταν τα τριάντα πέντε χρόνια το πολύ.

Η Πηνελόπη είναι εξαίρεση και ζει ακόμα, αλλά σίγουρα θα είναι μια γριά που δεν θα βλέπεται. Ούτε δόντια θα έχει. Αφού εκείνη την εποχή, συνήθως μετά τα τριάντα, όλοι ήταν μισοφαφούτηδες.  Και ιστορία με γκόμενα γριά μισοφαφούτα, δεν στέκει.

Από τη μία ο Όμηρος μας βάζει την γκομενάρα την Ελένη για να στηρίξει την ιστορία, αλλά με την Πηνελόπη δεν μας τα λέει καλά. Αλλά και ο Οδυσσέας πρέπει να είναι κάπου τόσο γέρος. Και ενώ πάντα τα κατάφερνε με την πονηριά ή την εξυπνάδα του, εδώ ο Όμηρος μας το αλλάζει και τον κάνει τον πιο δυνατό από όλους τους εικοσιπεντάρηδες!

Ας είναι. Όμως δουλεύει μπαμπέσικα. Αφού έχει βοήθεια από την Θεά Αθηνά. Άρα δεν είναι δική του η νίκη; Αλλά και οι μνηστήρες είναι εκεί κατ’ επιταγήν άλλων θεών. Όλο το σκηνικό είναι σικέ.

Αλλά, ποιητική αδεία ας το παρακολουθήσουμε:

Ο Οδυσσέας τους ξεγελάει και καταφέρνει να τους έχει άοπλους μπροστά του. Και εκεί τους ξεκοιλιάζει χωρίς οίκτο μαζί με τον γιό του. Μακελειό. Πολύ αίμα! Σωρός τα πτώματα! Τους τελειώνει, λέει, επιλεκτικά και σοφά. Κάποιος ήταν πιο καλός από τους άλλους αλλά είχε την ίδια μοίρα. Μα τι του κάνανε του Οδυσσέα στο κάτω-κάτω; Την γυναίκα δεν του την πειράξανε. Την βασιλεία του δεν την καταχράστηκαν. Πρέπει να θυμώσουμε μόνοι μας για να απολαύσουμε το μακελειό, γιατί, ο Όμηρος δεν το καταφέρνει.

Και δεν τα καταφέρνει γιατί δεν υπήρξε.

Η ιστορία όσο ψάχνει ο Οδυσσέας την πατρίδα έχει το ενδιαφέρον, αλλά από την στιγμή που φθάνει στην Ιθάκη, ο ποιητής δεν ξέρει πως να την τελειώσει.
Γι’ αυτό και κουράζει και πλατειάζει και κάνεις μεγάλες προσπάθειες για να την θυμηθείς.

Τώρα για ομοιότητες και παραλληλισμούς με την δική μας σύγχρονη ιστορία μην ψάχνετε γιατί δεν θα βρείτε. Αλλά αν με το ζόρι το δέσετε, μην το πείτε γιατί δεν συμφέρει. Βγαίνει συνεχώς εναντίον το συμπέρασμα…
Ούτε Οδυσσέας υπάρχει στην ιστορία, ούτε Ιθάκη.
Και βέβαια ούτε θεοί, ούτε Θεός για βοήθειες.
Τώρα για μνηστήρες κάτι γίνεται. Είναι όλοι οι σύγχρονοι Έλληνες. Αυτοί και οι ξένοι. Μπερδεμένοι και στρυμωγμένοι.

Μοιάζει με ένα Ομηρικό Έπος σε εξέλιξη, χωρίς Οδυσσέα, χωρίς Αχιλλέα παρά μόνο με άθλιους μνηστήρες και χωρίς Πηνελόπη.

Ένα φτωχό, μίζερο Έπος, χωρίς Όμηρο και χωρίς ποιητή…

Χωρίς ακροατήριο...


Δημήτρης Βίκτωρ










Παρασκευή 1 Αυγούστου 2025

"ΤΟ ΤΕΣΣΕΡΑ, ΤΟ ΔΥΟ ΚΑΙ ΤΟ ΤΡΙΑ" - Ποίημα: Δημήτρης Βίκτωρ




Το Τέσσερα, το δύο και το τρία

 

Στην Ακροκόρινθο μοναχικός ταξιδευτής με ψάθινο καπέλο

ψάχνει να βρει της μοίρας του τα βήματα.

Στης Σφίγγας τη βαριά σκιά στέκει αποφασισμένος

να κάνει αρχή για τη μοναδική του ιστορία.

 

Ο τραγωδός προσμένει μ’ αγωνία την απάντηση

χωρίς ακόμη να ’χει γεννηθεί στον κόσμο.

Πώς γίνεται αυτό, είναι πολύ παράξενο,

πώς παίρνει αρχή, μέση και τέλος η πλοκή!

 

Τραχιά η φωνή περίεργη ηχώ απόκοσμη

προσφέρει το αίνιγμα παγκόσμια κληρονομιά.

Εδώ ο κόσμος συντονίζει όλα τα ραδιόφωνα

κι ο χορός επιχειρεί την τελευταία αρίστη πρόβα.

 

Ο ποιητής παίρνει την πένα ανοίγει το χαρτί

βαριανασαίνει με αγωνία τι θ’ ακούσει.

Ξέρει πως όταν θα ’χει πλέον γεννηθεί

θα έχει γράψει μια μοναδική παγκόσμια ωδή.

 

Ήρθε η καθοριστική στιγμή που περιμένουν όλοι,

ανασηκώνονται ν’ ακούσουν καθαρά.

Ο ποιητής επιχειρεί το πρώτο του σημάδι

κι ο χορός κάνει δειλά το βήμα του μπροστά.

 

Λέγε μου, ξένε, να ρωτήσω ή να φύγεις;

Αν μείνεις στη σκιά, θα κινδυνεύσεις με αφανισμό,

αν τη σωστή απάντηση μου δώσεις,

στο φως θα βγεις, θα περπατήσεις της ζωής άλλο ρυθμό...

 

«Άνθρωπος!» Αυτή είναι η σωστή απάντηση

στο τέσσερα, το δύο και το τρία!

Ορώ το μέλλον τώρα, είναι όλο εμπρός μου,

περνώ στη γνώση ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.

 

Παράσιτα γεμίζουν τα ραδιόφωνα,

παραφωνίες στου χορού την αρμονία,

ο άνθρωπος ξεφεύγει απ’ τη βαριά σκιά της άγνοιας

κάνει στο φως της γνώσης σταθερά το πρώτο βήμα.

 

Ήρθε η στιγμή του τραγωδού του ποιητή

αυτού που επιτέλους εγεννήθη

προορισμένος για να φέρει στην παγκόσμια κερκίδα

την πράξη και το νόημα και την ελπίδα.

 

Η Σφίγγα επιστρέφει αίφνης μες στη γη,

το άγονο τοπίο μένει έρημο και πάλι.

Ο ταξιδιώτης εγκαταλειμμένος, μόνος πάνω στη σκηνή,

προσεκτικά προσμένει τώρα νέες οδηγίες.

 

Μακριά στο βάθος μοίρα μ’ ανοιχτές αγκάλες

προσμένει με παιχνίδια άκρως ζοφερά.

Όλα χρεώνονται εδώ, όλα θα πληρωθούν,

απάντηση σωστή, γνώση και κίνηση, ανάγκη, φαντασία.

 

Τώρα αρχίζει η μεγάλη περιπέτεια,

όλα θα πρέπει να γραφτούν με τάξη.

Έφθασε η ώρα για την πρώτη ανατροπή,

ήρθε η στιγμή να εμφανιστεί η Ιοκάστη…

 

Δημήτρης Βίκτωρ

Μάιος - 2013

ΑΛΗΘΕΙΕΣ

Καθώς ψάχνεις αλήθειες σκέψου τα παρακάτω:

Μπορείς να δεις λιγότερο από το 1% από το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα και μπορείς να ακούσεις λιγότερο από 1% από το ακουστικό φάσμα.

 Καθώς διάβασες αυτό, μόλις ταξίδεψες 220 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο μέσα στον γαλαξία.

 90% από τα κύτταρα του σώματός σου κουβαλούν το δικό τους DNA και δεν είσαι εσύ!

 Τα άτομα στο σώμα σου είναι 99, 9999999999999999% κενός χώρος και ούτε ένα από αυτά δεν γεννήθηκε μαζί σου, αλλά όλα δημιουργήθηκαν στην κοιλιά ενός άστρου.

 Οι άνθρωποι έχουν 46 χρωμοσώματα, 2 λιγότερα από μια κοινή πατάτα.

 Η ύπαρξη του ουράνιου τόξου εξαρτάται από την κωνική φωτολήψη στα μάτια σου. Για τα ζώα που δεν διαθέτουν κώνους στα μάτια τους, το ουράνιο τόξο δεν υπάρχει.

 Οπότε δεν βλέπεις το ουράνιο τόξο, αλλά το δημιουργείς.

Αυτό είναι εντυπωσιακό, ειδικά εάν σκεφθείς ότι όλα τα ωραία χρώματα που μπορείς να δεις, αντιπροσωπεύουν λιγότερο από 1% του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος.

 

Δημήτρης Βίκτωρ --- (Για την ανάρτηση)