Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2025

Η γελοιοποίηση του πένθους

" Το πένθος είναι γυμνό, σιωπηλό, αδυσώπητο. Δεν έχει ανάγκη από θεατές, δεν ζητιανεύει δάκρυα, δεν πουλάει εισιτήρια ". 

Και όμως, η εποχή μας το ξεφτίλισε, το έκανε πανηγύρι λαϊκιστών  και πολιτικάντηδων, το σούβλισε στις κάμερες για να τραφούν οι αχόρταγοι της δημοσιότητας. Η τραγωδία των Τεμπών δεν έγινε μνήμη, έγινε πασαρέλα θρήνου. Εκεί, ανάμεσα στα καμένα βαγόνια και τα σώματα, ξεφύτρωσαν οι καριερίστες του πόνου, οι “δικαιωματιστές του θανάτου”, οι μαυροντυμένοι θιασώτες της αριστερίλας που αντί για σιωπή και τιμή στον νεκρό, φώναζαν για να χωρέσουν στα μικρόφωνα.

Ποιοι είναι αυτοί οι Καρυστιανοί και οι όμοιοί τους; Άνθρωποι που μετατρέπουν την απώλεια σε επάγγελμα. Αντί να πενθούν, διαπραγματεύονται. Αντί να θρηνούν, καμώνονται τους αυτόκλητους μάρτυρες. Μια ζωή διψασμένοι για χειροκρότημα, βρήκαν στον θάνατο την πιο φτηνή σκηνή για την κακοπαιγμένη παράστασή τους. Κι όταν ο πόνος γίνεται υλικό για αυτοπροβολή, δεν είναι πόνος· είναι ματαιοδοξία βαμμένη με μαύρη μπογιά.

Αλλά οι μεγαλύτεροι αλήτες δεν είναι μόνο αυτοί. Είναι οι γελοίοι πολιτικοί, οι διάφοροι Κωνσταντοπουλαίοι, οι δήθεν προστάτες του λαού και της αλήθειας, οι διάφοροι ειδικοί φαιδροί επιστήμονες, που έκαναν το πένθος λάφυρο. Οι αριστερίζοντες δημαγωγοί, οι καραγκιόζηδες της αντιπολίτευσης, οι επαγγελματίες νεκροθάφτες της εξουσίας, που έτρεξαν πάνω στα κουφάρια για να κερδίσουν ψήφους. Με το γνωστό τους θράσος, πήραν την εθνική πληγή και την έκαναν κομματική αφίσα. Στήθηκαν μπροστά στις κάμερες με πρόσωπο πένθιμο, μα με μάτια που γυάλιζαν από την προσμονή του πολιτικού κέρδους. Δεν είναι πένθος αυτό· είναι πορνεία.

Το πένθος, όμως, δεν είναι κοινό μέτρο. Δεν είναι ούτε παντιέρα ούτε εμπορεύσιμο μέσο. Άλλος σωπαίνει, άλλος σβήνει, άλλος κλείνεται στο σκοτάδι του. Μόνο οι ειλικρινείς πενθούντες ξέρουν το βάρος της σιωπής· δεν φωνάζουν, δεν εμποδίζουν, δεν επιδεικνύουν. Η αξιοπρέπειά τους είναι η μόνη αλήθεια.

Οι υπόλοιποι; Είναι γελοίοι, θλιβεροί θίασοι του εαυτού τους. Τους βλέπεις να ποζάρουν βγάζοντας τον θρήνο σε ζωντανή μετάδοση, στήνοντας οδοφράγματα όχι από οδύνη αλλά από ματαιοδοξία. Ο θάνατος έγινε σκηνικό κιτσαρίας για την καριέρα τους. Αυτοί δεν πενθούν· αυτοί κάνουν δημόσιες σχέσεις. Και το πιο τραγικό; Τους πιστεύει ένα κομμάτι κοινωνίας που ακόμα χειροκροτά το δήθεν, που θέλει το δάκρυ να έχει σπόνσορα και το αίμα να έχει λογότυπο.

Η γελοιοποίηση του πένθους είναι η απόδειξη ότι δεν ξέρουμε πια να τιμούμε ούτε τον θάνατο ούτε την ζωή. Οι πραγματικά νεκροί δεν είναι στα Τέμπη. Είναι ανάμεσά μας. Είναι εκείνοι που κάνουν τον πόνο τους σημαία για να χωρέσουν στη φωτογραφία. Εκείνοι που ξεπουλάνε τον θρήνο για λίγη αναγνώριση. Εκείνοι που δεν σιώπησαν ποτέ, γιατί χωρίς το θέαμα του θανάτου θα ήταν πάλι αυτό που ήταν πάντα: Το απόλυτο Τίποτα...

Δημήτρης Βίκτωρ

Περί σκοπού...

«Είμαστε τόσο ασήμαντοι χωρίς σκοπό. Μόνο η αγάπη υποφέρεται· το κυνήγι της, δηλαδή»

Η ύπαρξη, όταν απογυμνωθεί από σκοπό, μοιάζει με μια σιωπηλή έκταση άνευ νοήματος· ένα τοπίο όπου η ψυχή περιπλανιέται χωρίς προσανατολισμό. Ο άνθρωπος, όντας συνειδητός της περατότητάς του, δεν μπορεί να αρκεστεί στο τυχαίο ή στο απλώς βιολογικό. Αναζητά κάτι που να δικαιολογεί το βάρος της επίγνωσης, μια κατεύθυνση που να μετατρέπει το ασήμαντο της καθημερινής ύπαρξης σε συμμετοχή στο όλον. Χωρίς σκοπό, κάθε πράξη καταντά μηχανική, κάθε απόλαυση πρόσκαιρη, κάθε σκέψη μια αντανάκλαση στο κενό. Ο σκοπός δεν είναι εξωτερική εντολή ούτε επιβεβλημένος στόχος· είναι η ίδια η αίσθηση ότι το Είναι βαδίζει προς κάπου, ότι ο πόνος και η προσπάθεια αποκτούν μέτρο και αξία.

Κι όμως, ο μοναδικός σκοπός που αντέχει στην αποσύνθεση των πάντων είναι εκείνος που πηγάζει από την αγάπη. Η αγάπη δεν υπόσχεται λύτρωση· δεν είναι καταφύγιο, αλλά δοκιμασία. Είναι το μόνο πάθος που ο άνθρωπος αποδέχεται να υπομείνει γνωρίζοντας πως θα τον πληγώσει. Επειδή μόνον εκεί, μέσα στο κυνήγι της, αναπνέει αληθινά. Η αγάπη είναι ο αγώνας του πνεύματος να υπερβεί τα όριά του μέσα από έναν άλλον, είναι η παραδοχή της ευθραυστότητας ως δρόμου προς το μεγαλείο. Δεν υποφέρεται η αγάπη καθαυτή, αλλά το αδιάκοπο της αναζήτησής της, η φλόγα που δεν σβήνει ποτέ, επειδή χωρίς αυτήν το Είναι χάνει τον παλμό του.

Ο άνθρωπος που δεν αγαπά ή δεν κυνηγά την αγάπη, βυθίζεται στην αδράνεια μιας ύπαρξης χωρίς πυρήνα. Μα εκείνος που την αναζητά, ακόμη κι αν την χάνει, δημιουργεί. Η αγάπη τον καθιστά ικανό να υπερβεί τον φόβο, να γεννήσει αξίες εκεί που δεν υπάρχουν, να σταθεί μόνος του απέναντι στο χάος και να πει: “Ναι, θα συνεχίσω”. Αυτή η αγάπη δεν είναι ρομαντική, ούτε τρυφερή· είναι δαιμονική, φλογερή, πηγή ζωής και καταστροφής. Είναι το ίδιο το πάθος της ύπαρξης να δημιουργεί νόημα. Όποιος τολμά να την κυνηγήσει, μαθαίνει ότι δεν είναι η κατοχή αλλά το κυνήγι που σώζει. Όχι το τέλος, αλλά η πορεία, όχι η ηρεμία, αλλά η φωτιά που καίει μέσα στο αδιάκοπο της προσπάθειας.

Έτσι, μέσα από την αγάπη –όχι ως συναίσθημα αλλά ως δημιουργική ένταση– ο άνθρωπος αρνείται τη μηδαμινότητά του. Γίνεται ο ίδιος σκοπός, το ίδιο το νόημα που αναζητούσε. Στην αγάπη, η ζωή παύει να είναι κάτι που πρέπει να αντέξει· γίνεται κάτι που αξίζει να καεί.

Δημήτρης Βίκτωρ


#Ποιηση_Βικτωρ

Το Πένθος ως Δάσκαλος της Ύπαρξης

«Το πένθος είναι η αφόρητη πληγή που μας διδάσκει το μέτρο της αξιοπρέπειας, της λογικής, της αγάπης.»


Το πένθος δεν είναι παρά η αναπόδραστη συνθήκη της ανθρώπινης μοίρας. Κανείς δεν το διαλέγει, και κανείς δεν το αποφεύγει. Όπως ο πόνος του σώματος δείχνει το όριο της ύλης, έτσι και ο πόνος της ψυχής δείχνει το όριο της καρδιάς. Το πένθος μας φανερώνει το μέτρο: ότι τίποτε δεν ανήκει ολοκληρωτικά σε εμάς, όλα είναι δανεικά, ότι οι δεσμοί που πλέξαμε είναι θνητοί, όπως και εμείς οι ίδιοι. Σε αυτή την αποδοχή δεν υπάρχει παραίτηση· υπάρχει αξιοπρέπεια. Διότι το μεγαλείο του ανθρώπου δεν είναι να νικήσει τον θάνατο, αλλά να σταθεί όρθιος μπροστά του, χωρίς κραυγές, χωρίς υπερβολές, με εκείνη τη σιωπηλή λογική που δαμάζει την τρικυμία.

Κι όμως, το πένθος δεν είναι μόνο σιωπή. Είναι και κραυγή, είναι και παραλήρημα, είναι και τρέλα. Από την πληγή αυτή ξεπηδά η αγάπη σε όλο της το βάθος. Μόνο όταν χάνεις, κατανοείς τι κράτησες. Μόνο όταν απομένεις μόνος, καταλαβαίνεις πόσο βαθιά έζησες με τον άλλον. Το πένθος είναι η αφόρητη άβυσσος, αλλά και η γόνιμη γη· εκεί όπου η ψυχή δοκιμάζεται, εκεί σμιλεύεται μια δύναμη που ούτε ήξερε ότι διαθέτει. Όποιος δεν λύγισε στο πένθος, δεν γνώρισε ποτέ το ύψος της ίδιας του της ύπαρξης.

Ωστόσο, ας μιλήσουμε και για την υποκρισία. Πόσες φορές το πένθος δεν μετατρέπεται σε θέαμα; Σε κοινωνικό καθήκον; Σε μια πομπώδη επίδειξη δακρύων, στεφανιών και μνημοσύνων, που δεν έχουν καμία σχέση με την αλήθεια της ψυχής; Τότε το πένθος γίνεται ψεύδος: μια μάσκα που φοριέται για τα μάτια των άλλων, μια υποχρέωση που χάνει το ουσιώδες του βάρος. Αυτό το πένθος είναι κενό, στείρο, άψυχο. Είναι ο θάνατος της αλήθειας μέσα στη ζωή.

Μα το γνήσιο πένθος είναι άλλο: είναι εκείνο που δεν χρειάζεται θεατές· είναι η μυστική συνομιλία του ανθρώπου με την απουσία. Αυτό το πένθος δεν εξευτελίζει, δεν προσποιείται· φλέγει, καίει, αλλά και ανυψώνει. Διότι μόνο εκεί, στην έρημο της καρδιάς, ο άνθρωπος μπορεί να καταλάβει ότι το μεγαλείο του δεν βρίσκεται στο να κρύψει τον πόνο του, ούτε στο να τον επιδεικνύει, αλλά στο να τον μεταμορφώσει σε γνώση, σε αγάπη, σε αξιοπρέπεια, σε δύναμη.

Το πένθος είναι πληγή που δεν κλείνει.
Κι όμως, ακριβώς επειδή δεν κλείνει, γίνεται η πιο βαθιά δίοδος προς την αλήθεια. Δίχως αυτό, θα ζούσαμε επιφανειακά, θα αγαπούσαμε ρηχά, θα παραιτούμασταν από την αναζήτηση του νοήματος.
Το πένθος, στοιχείο της φύσης, μάς διδάσκει πως η ζωή είναι τραγική.
Αυτή η τραγικότητα είναι και η μόνη της δόξα.
Κι εμείς, όντα τραγικά γιατί γνωρίζουμε από ενωρίς για
  το επερχόμενο τέλος, δεμένοι σε αυτήν την δόξα...

Δημήτρης Βίκτωρ

ΠΕΡΙ ΘΑΥΜΑΣΤΩΝ ΤΟΥ ΨΕΥΤΙΚΟΥ

«Όσο πιο ψεύτικο είναι κάτι, τόσο περισσότερους οπαδούς και θαυμαστές έχει»

Όσο πιο ψεύτικο είναι κάτι, τόσο πιο τέλεια προσαρμόζεται στα γούστα της μάζας. Το ψεύτικο είναι εύκαμπτο: κόβεται και ράβεται πάνω στις πιο πρόχειρες επιθυμίες, στις πιο χονδροκομμένες φαντασιώσεις. Η αλήθεια αντιστέκεται, δεν δέχεται εύκολα να παραμορφωθεί για να γίνει αρεστή. Γι’ αυτό και συχνά μένει χωρίς κοινό.
Το ψεύτικο, αντίθετα, γεννιέται ήδη ως προϊόν: υπολογίζει εντυπώσεις, συναισθήματα, ανάγκη ταύτισης. Όσο πιο πλήρως υπηρετεί αυτή τη λογική, τόσο πιο πολύ πληθαίνουν οι οπαδοί και οι θαυμαστές του.
Το ψεύτικο λειτουργεί ως παρακαμπτήριος της ευθύνης. Η αλήθεια απαιτεί από τον άνθρωπο να δει τον εαυτό του χωρίς μακιγιάζ, να αναγνωρίσει ενοχές, μικρότητες, δειλίες. Το ψεύτικο του προσφέρει χάρη χωρίς κρίση: του λέει ότι είναι ήδη αρκετός, ότι φταίνε πάντα οι άλλοι, ότι δεν χρειάζεται να αλλάξει, μόνο να πιστέψει. Αυτή η απαλλαγή από την αυτοκριτική είναι αφόρητα ελκυστική.
Οι άνθρωποι δεν γίνονται οπαδοί επειδή πείστηκαν από επιχειρήματα, αλλά επειδή βρήκαν μια ιδέα που τους δικαιώνει εκ των προτέρων. Όσο πιο ψεύτικη η ιδέα, τόσο πιο γενναιόδωρα μοιράζει αυτή τη φτηνή δικαίωση.
Κάθε ψεύτικο κατασκεύασμα υπόσχεται απλότητα εκεί όπου η πραγματικότητα είναι σύνθετη. Προσφέρει καθαρές εξηγήσεις, μονοδιάστατους ενόχους, συνταγές για σωτηρία.
Η αλήθεια είναι γεμάτη αποχρώσεις, αντιφάσεις, γκρίζες ζώνες. Η μάζα δεν έχει υπομονή για αυτή την πολυπλοκότητα· θέλει γρήγορα σχήματα που να χωρούν σε συνθήματα, σε εικόνες, σε «μικρές δόσεις» νοήματος.
Το ψεύτικο θριαμβεύει επειδή μπορεί να συμπυκνωθεί χωρίς να χάσει τίποτε – διότι δεν είχε από την αρχή βάθος. Όσο πιο επίπεδο είναι το περιεχόμενο, τόσο πιο εύκολα διαδίδεται.
Το ψεύτικο είναι από τη φύση του θεατρικό. Χρειάζεται σκηνή, φώτα, εντυπωσιασμό. Τρέφεται από ρόλους, σύμβολα, αφηγήματα που αγγίζουν το ένστικτο και παρακάμπτουν τη σκέψη.
Η αλήθεια δεν έχει ανάγκη το θέαμα· συχνά εμφανίζεται άχαρη, ασκητική, χωρίς στολισμούς. Η μάζα εκπαιδεύεται να πιστεύει μόνο ό,τι λάμπει, το ψεύτικο αποκτά προβάδισμα. Μετατρέπεται σε παράσταση, σε μάρκα, σε ταυτότητα. Ο θαυμαστής δεν προσκυνά ένα περιεχόμενο, αλλά ένα στιλιζαρισμένο είδωλο. Όσο πιο ψεύτικο το είδωλο, τόσο πιο ελεύθερο είναι να φορέσει πάνω του τις προβολές όλων.
Το ψεύτικο, τέλος, προσφέρει αυτό που η αλήθεια σπάνια υπόσχεται: αίσθηση συμμετοχής σε κάτι μεγάλο. Ο οπαδός δεν αντέχει τη μοναξιά της ατομικής κρίσης· ζητά να ανήκει σε πλήθος, να μοιράζεται συνθήματα, να χάνεται σε μια κοινή πίστη.
Η αλήθεια ζητά από τον άνθρωπο να σταθεί μόνος απέναντι στον εαυτό του και στον κόσμο. Το ψεύτικο του λέει, «έλα μαζί μας, εδώ δεν θα χρειαστεί να σκεφτείς, μόνο να χειροκροτείς».
Όσο πιο ψεύτικο είναι κάτι, τόσο πιο εύκολα μετατρέπεται σε καταφύγιο για όσους τρέμουν την ελευθερία τους.
Γι’ αυτό και μετρά τους θιασώτες του όχι σε βάθος, αλλά σε αριθμούς.

Δημήτρης Βίκτωρ




Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025

Ο Πόνος ως Πολιτικό Εμπόρευμα

Η Αισχρή Εκμετάλλευση της Ανθρώπινης Δυστυχίας

Η ανθρώπινη δυστυχία υπήρξε ανέκαθεν ένα φτηνό αλλά αποτελεσματικό πολιτικό εργαλείο. Ο πόνος, το πένθος, η απώλεια, όλα μετατρέπονται σε πρώτης τάξεως εμπορεύματα στο αδηφάγο παζάρι της εξουσίας. Σαν ύαινες που σέρνονται γύρω από τα κουφάρια της καταστροφής, οι πολιτικοί—οι κυνικοί έμποροι της ανθρώπινης οδύνης—δεν διστάζουν να μετατρέψουν τη δυστυχία σε προπαγάνδα, σε ρητορικά όπλα, σε μέσα για την εδραίωση της δύναμής τους.

Ο Πόνος ως Σκηνικό για τη Φαρισαϊκή Πολιτική

Η στρατηγική είναι πάντα η ίδια: εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου για την κατασκευή ενός πολιτικού αφηγήματος που εξυπηρετεί την εξουσία. Όταν μια τραγωδία συμβεί, είτε πρόκειται για φυσική καταστροφή, είτε για τρομοκρατική επίθεση, είτε για δυστύχημα, είτε για μια κοινωνική αδικία, οι πολιτικοί σπεύδουν να «οικειοποιηθούν» τον θρήνο. Τους βλέπουμε να περιφέρονται με αυστηρό ύφος, με χειρονομίες γεμάτες δήθεν ευαισθησία, να εκφωνούν λόγους υποκριτικής συμπόνιας και να υπόσχονται αλλαγές που ποτέ δεν έρχονται.
Και το χειρότερο; Ο πόνος δεν χρησιμεύει απλώς ως σκηνικό για την προβολή της πολιτικής τους περσόνας. Χρησιμοποιείται ως όπλο για τη χειραγώγηση του λαού. Τον τροφοδοτούν με οργή επιλεκτική, του δείχνουν ποιον να μισήσει, τον στρέφουν εναντίον κατασκευασμένων εχθρών. Η λογική θολώνει, το συναίσθημα γίνεται εργαλείο και, πριν το καταλάβει κανείς, ο ανθρώπινος πόνος έχει μετατραπεί σε μέσο πολιτικής κυριαρχίας. Η ουσία ξεχνιέται, καλπάζει το ψεύδος, η υπερβολή και η φήμη.

Το Άδικο Πένθος ως Πολιτική Ευκαιρία

Δεν υπάρχει τίποτα πιο βρώμικο από το να βλέπεις μια παράταξη να «πουλάει» πένθος. Οι νεκροί γίνονται σύμβολα όχι για να τιμηθούν, αλλά για να εξυπηρετήσουν μια συγκεκριμένη πολιτική ατζέντα. Στημένες ειδήσεις σε τηλεοπτικά πάνελ από δημοσιογράφους που ενδιαφέρονται μόνον για την προβολή τους και την τηλεθέαση, αδιαφορώντας για το κακό που δημιουργούν στο κοινωνικό σύνολο. Πορείες που καθοδηγούνται από επαγγελματίες της προπαγάνδας, δάκρυα που έχουν προγραμματιστεί να χυθούν μπροστά στα μικρόφωνα. Κάθε θάνατος γίνεται εργαλείο πόλωσης. Δεν έχει σημασία η πραγματική ζωή του χαμένου ανθρώπου· αυτό που μετράει είναι πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί η μνήμη του για πολιτικό κέρδος.

Η υποκρισία αποκαλύπτεται όταν δει κανείς πώς αυτοί οι ίδιοι πολιτικοί, που κλαίνε δημοσίως για τις τραγωδίες, αδιαφορούν πλήρως για τις συστημικές αιτίες που τις προκαλούν. Δεν τους ενδιαφέρει να προλάβουν το κακό· τους ενδιαφέρει μόνο να το εκμεταλλευτούν όταν συμβεί.

Η Δύναμη του Φόβου και της Θυματοποίησης

Η πολιτική εκμετάλλευση του πόνου δεν περιορίζεται μόνο στο πένθος και τις τραγωδίες. Ολόκληρες κοινωνίες κρατούνται σε κατάσταση διαρκούς φόβου, με την αίσθηση ότι είναι θύματα. Οι πολιτικοί λατρεύουν τον ρόλο του σωτήρα, αλλά για να είναι σωτήρες πρέπει να υπάρχει πάντα μια διαρκής απειλή, ένας συνεχής πόνος. Έτσι, οι λαοί παραμένουν εγκλωβισμένοι σε μια ψυχολογία ανασφάλειας, έτοιμοι να δεχτούν οποιαδήποτε αυταρχική πολιτική «για το καλό τους».

Όταν οι άνθρωποι πονάνε, είναι ευάλωτοι. Κυριαρχεί το θυμικό πέρα από κάθε αντίσταση για λογική σκέψη. Και τότε, είναι εύκολο να χειραγωγηθούν. Ο φόβος είναι το απόλυτο όπλο πολιτικής κυριαρχίας. Οι εξουσιαστές γνωρίζουν καλά ότι ένας λαός που βρίσκεται διαρκώς σε κατάσταση πένθους ή φόβου δεν έχει ούτε τη διάθεση ούτε τη διαύγεια να αμφισβητήσει την εξουσία τους.

Η Αποδόμηση της Πολιτικής της Οδύνης

Το αντίδοτο σε αυτή την αηδιαστική εκμετάλλευση είναι η επίγνωση. Οι άνθρωποι πρέπει να κατανοήσουν πότε ο πόνος τους χρησιμοποιείται ως πολιτικό εργαλείο. Πρέπει να μάθουν να διακρίνουν την αυθεντική συμπόνια από τη φαρισαϊκή εκμετάλλευση. Να αναγνωρίζουν τους ηθοποιούς της εξουσίας που παίζουν τον ρόλο του συμπονετικού ηγέτη, ενώ στην πραγματικότητα απλώς πατούν πάνω στις πληγές της κοινωνίας για να ανέβουν στην εξουσία.

Η αξιοπρέπεια του ανθρώπινου πόνου πρέπει να προστατευθεί από τα χέρια των πολιτικών εμπόρων. Γιατί ο πόνος δεν είναι εργαλείο. Το πένθος δεν είναι πολιτικό σλόγκαν. Και η ανθρώπινη δυστυχία δεν πρέπει να γίνεται σκαλοπάτι για την εξουσία.

Μόνο όταν οι άνθρωποι πάψουν να επιτρέπουν την εμπορευματοποίηση του πόνου τους, σκεπτόμενοι με λογική για την εξεύρεση της αλήθειας, αντί να γίνονται οπαδοί της προπαγάνδας, μόνο τότε ίσως θα μπορέσουν να σπάσουν τις αλυσίδες της πολιτικής χειραγώγησης.
Αυτό όμως το καταφέρνουν λίγοι. Και όσο παραμένουν λίγοι, λίγο θα ακούγονται. Δυστυχώς…

Ως τότε, οι ύαινες θα συνεχίσουν να σέρνονται γύρω από τα ερείπια, έτοιμες να καταβροχθίσουν κάθε νέα τραγωδία που θα παρουσιαστεί στο δρόμο τους.
Δυστυχώς…

Δημήτρης Βίκτωρ



" ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ -1 " ---- (Εις Μνήμην) ---- Ποίημα - Μελοποίηση - Σύνθεση ...