Στην Ελλάδα του σήμερα, κάθε μέρα μοιάζει με δοκιμασία.
Βιώνουμε τραγωδίες, κοινωνικές αναταράξεις, οικονομικές στενωπούς. Κι όμως,
μέσα σ’ αυτές τις δύσκολες ώρες, υπάρχουν εκείνοι που –αντί να προτείνουν
ουσιαστικές λύσεις ή έστω να δείχνουν σεβασμό προς τον πόνο– επιλέγουν να
αλωνίζουν μικροκομματικά, φορώντας τον μανδύα της προστασίας της ηθικής και του
δικαίου. Αυτοί οι κατσαπλιάδες της αντιπολίτευσης εμφανίζονται με βαρύγδουπες
δηλώσεις για το μεγάλο τους πένθος και την εξεύρεση της αλήθειας, ενώ στην
πραγματικότητα, κρύβουν έναν κενό καιροσκοπισμό.
Μιλούν στα κανάλια, ουρλιάζουν σε τηλεπαράθυρα, ανεβάζουν
αυθαίρετα «κατηγορώ» στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά οι λέξεις τους δεν συνοδεύονται
από καμία υλοποιήσιμη πρόταση, κανένα βάσιμο σχέδιο που θα μπορούσε να δώσει
ανάσα και προοπτική στην χώρα. Αρέσκονται να παραμονεύουν κάθε στραβοπάτημα,
κάθε ολίσθημα, κι ύστερα ορμούν λυσσαλέα, περιφέροντας σα λάβαρο τη λέξη
«ευθύνη» – λες και στόχος τους δεν είναι η αντιμετώπιση των προβλημάτων, αλλά
το πώς θα ρίξουν την λάσπη τους πιο εντυπωσιακά, αδιαφορώντας για το καταστροφικό
αποτέλεσμα που θα προκαλέσουν οι πράξεις τους.
Στις δύσκολες στιγμές, όταν ο κόσμος απαιτεί σοβαρότητα,
ωριμότητα και ουσιαστικό διάλογο, εκείνοι ταμπουρώνονται στα στενά κομματικά
χαρακώματα. Εκτοξεύουν ατάκες αερολογίας, δίχως ίχνος πραγματικής
ενσυναίσθησης. Τότε είναι που τα κροκοδείλια δάκρυα και οι ανέξοδες καταγγελίες
γίνονται η αυλαία ενός κακότεχνου θεάτρου πολιτικής σκοπιμότητας.
Και ενώ ο λαός περιμένει καθαρές εξηγήσεις, πράξεις,
μέτρα και λύσεις, το μόνο που εισπράττει είναι δημαγωγικές κορώνες και
επικοινωνιακά τεχνάσματα. Τα κατεστημένα μικροσυμφέροντα, οι διαχρονικές
αλληλεξαρτήσεις με συντεχνίες και η μόνιμη γκρίνια με τερατώδη ψέματα θολώνουν
το τοπίο, εμποδίζοντας κάθε προοπτική ουσιαστικής αλλαγής. Οι «κατσαπλιάδες»
δεν ενδιαφέρονται για το πώς θα αποφευχθεί το επόμενο τραγικό συμβάν. Θέλουν
μονάχα να μαζέψουν πόντους από την κατακραυγή, θεωρώντας τον ανθρώπινο πόνο
απλώς ως ακόμη ένα βολικό πυροτέχνημα.
Δυστυχώς μεγάλο μέρος του κόσμου, ίσως το μεγαλύτερο, παρασύρεται,
δεν βλέπει, δεν αντιλαμβάνεται και κρίνει με το θυμικό. Παγιδεύεται με τις
μεθοδεύσεις και τις ανέξοδες καταγγελίες. Δεν αρκεί να πετάς συνθήματα πάνω από
τις στάχτες της καταστροφής, δεν αρκεί να λες «φταίνε αυτοί». Χρειάζεται θάρρος
να πεις «ας αναλάβουμε κι εμείς το μερίδιο της ευθύνης μας». Χρειάζεται
πολιτική εντιμότητα να παρουσιάσεις ρεαλιστικές, εφαρμόσιμες λύσεις και να
δουλέψεις σκληρά για να πετύχουν.
Όσο εκείνοι, λοιπόν, παραμένουν στον μικρόκοσμο των
κατσαπλιάδικων πρακτικών, τόσο οι πολίτες θα παγιδεύονται, συσσωρεύοντας οργή
για ένα σύστημα που μαστίζεται από ανούσιους διαξιφισμούς και αδιάκοπη
τοξικότητα. Το μεγάλο ερώτημα παραμένει: θα καταφέρουμε άραγε κάποτε να
φτάσουμε σε έναν ουσιαστικό διάλογο, όπου οι πολιτικές δυνάμεις, αντί να
μετράνε πώς θα δυναμιτίσουν η μία την άλλη, θα συνεννοούνται για το κοινό καλό;
Το μέλλον αυτής της χώρας δεν έχει χώρο για κατσαπλιάδες˙
χρειάζεται υπεύθυνους, ειλικρινείς και ικανούς ηγέτες. Και μέχρι να εμφανιστούν
πραγματικοί φορείς αλλαγής, η Ελλάδα θα συνεχίσει να πληρώνει βαρύ τίμημα στους
ανούσιους τακτικισμούς τους.
Άλλωστε στην ιστορία της Ελλάδας συνέβη τόσες και τόσες
φορές. Αυτό παράγει ο λαός της. Δεν υπάρχει ελπίδα…!
Δημήτρης Βίκτωρ

