Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2025

ΟΙ ΚΑΤΣΑΠΛΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ

Στην Ελλάδα του σήμερα, κάθε μέρα μοιάζει με δοκιμασία. Βιώνουμε τραγωδίες, κοινωνικές αναταράξεις, οικονομικές στενωπούς. Κι όμως, μέσα σ’ αυτές τις δύσκολες ώρες, υπάρχουν εκείνοι που –αντί να προτείνουν ουσιαστικές λύσεις ή έστω να δείχνουν σεβασμό προς τον πόνο– επιλέγουν να αλωνίζουν μικροκομματικά, φορώντας τον μανδύα της προστασίας της ηθικής και του δικαίου. Αυτοί οι κατσαπλιάδες της αντιπολίτευσης εμφανίζονται με βαρύγδουπες δηλώσεις για το μεγάλο τους πένθος και την εξεύρεση της αλήθειας, ενώ στην πραγματικότητα, κρύβουν έναν κενό καιροσκοπισμό.

Μιλούν στα κανάλια, ουρλιάζουν σε τηλεπαράθυρα, ανεβάζουν αυθαίρετα «κατηγορώ» στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά οι λέξεις τους δεν συνοδεύονται από καμία υλοποιήσιμη πρόταση, κανένα βάσιμο σχέδιο που θα μπορούσε να δώσει ανάσα και προοπτική στην χώρα. Αρέσκονται να παραμονεύουν κάθε στραβοπάτημα, κάθε ολίσθημα, κι ύστερα ορμούν λυσσαλέα, περιφέροντας σα λάβαρο τη λέξη «ευθύνη» – λες και στόχος τους δεν είναι η αντιμετώπιση των προβλημάτων, αλλά το πώς θα ρίξουν την λάσπη τους πιο εντυπωσιακά, αδιαφορώντας για το καταστροφικό αποτέλεσμα που θα προκαλέσουν οι πράξεις τους.

Στις δύσκολες στιγμές, όταν ο κόσμος απαιτεί σοβαρότητα, ωριμότητα και ουσιαστικό διάλογο, εκείνοι ταμπουρώνονται στα στενά κομματικά χαρακώματα. Εκτοξεύουν ατάκες αερολογίας, δίχως ίχνος πραγματικής ενσυναίσθησης. Τότε είναι που τα κροκοδείλια δάκρυα και οι ανέξοδες καταγγελίες γίνονται η αυλαία ενός κακότεχνου θεάτρου πολιτικής σκοπιμότητας.

Και ενώ ο λαός περιμένει καθαρές εξηγήσεις, πράξεις, μέτρα και λύσεις, το μόνο που εισπράττει είναι δημαγωγικές κορώνες και επικοινωνιακά τεχνάσματα. Τα κατεστημένα μικροσυμφέροντα, οι διαχρονικές αλληλεξαρτήσεις με συντεχνίες και η μόνιμη γκρίνια με τερατώδη ψέματα θολώνουν το τοπίο, εμποδίζοντας κάθε προοπτική ουσιαστικής αλλαγής. Οι «κατσαπλιάδες» δεν ενδιαφέρονται για το πώς θα αποφευχθεί το επόμενο τραγικό συμβάν. Θέλουν μονάχα να μαζέψουν πόντους από την κατακραυγή, θεωρώντας τον ανθρώπινο πόνο απλώς ως ακόμη ένα βολικό πυροτέχνημα.

Δυστυχώς μεγάλο μέρος του κόσμου, ίσως το μεγαλύτερο, παρασύρεται, δεν βλέπει, δεν αντιλαμβάνεται και κρίνει με το θυμικό. Παγιδεύεται με τις μεθοδεύσεις και τις ανέξοδες καταγγελίες. Δεν αρκεί να πετάς συνθήματα πάνω από τις στάχτες της καταστροφής, δεν αρκεί να λες «φταίνε αυτοί». Χρειάζεται θάρρος να πεις «ας αναλάβουμε κι εμείς το μερίδιο της ευθύνης μας». Χρειάζεται πολιτική εντιμότητα να παρουσιάσεις ρεαλιστικές, εφαρμόσιμες λύσεις και να δουλέψεις σκληρά για να πετύχουν.

Όσο εκείνοι, λοιπόν, παραμένουν στον μικρόκοσμο των κατσαπλιάδικων πρακτικών, τόσο οι πολίτες θα παγιδεύονται, συσσωρεύοντας οργή για ένα σύστημα που μαστίζεται από ανούσιους διαξιφισμούς και αδιάκοπη τοξικότητα. Το μεγάλο ερώτημα παραμένει: θα καταφέρουμε άραγε κάποτε να φτάσουμε σε έναν ουσιαστικό διάλογο, όπου οι πολιτικές δυνάμεις, αντί να μετράνε πώς θα δυναμιτίσουν η μία την άλλη, θα συνεννοούνται για το κοινό καλό;

Το μέλλον αυτής της χώρας δεν έχει χώρο για κατσαπλιάδες˙ χρειάζεται υπεύθυνους, ειλικρινείς και ικανούς ηγέτες. Και μέχρι να εμφανιστούν πραγματικοί φορείς αλλαγής, η Ελλάδα θα συνεχίσει να πληρώνει βαρύ τίμημα στους ανούσιους τακτικισμούς τους.

Άλλωστε στην ιστορία της Ελλάδας συνέβη τόσες και τόσες φορές. Αυτό παράγει ο λαός της. Δεν υπάρχει ελπίδα…!

Δημήτρης Βίκτωρ

 

  

Βικτωρ Αφορισμοι 951 - 960

ΠΕΡΙ ΘΑΥΜΑΣΤΩΝ ΤΟΥ ΨΕΥΤΙΚΟΥ

«Όσο πιο ψεύτικο είναι κάτι, τόσο περισσότερους οπαδούς και θαυμαστές έχει»

Όσο πιο ψεύτικο είναι κάτι, τόσο πιο τέλεια προσαρμόζεται στα γούστα της μάζας. Το ψεύτικο είναι εύκαμπτο: κόβεται και ράβεται πάνω στις πιο πρόχειρες επιθυμίες, στις πιο χονδροκομμένες φαντασιώσεις. Η αλήθεια αντιστέκεται, δεν δέχεται εύκολα να παραμορφωθεί για να γίνει αρεστή. Γι’ αυτό και συχνά μένει χωρίς κοινό.
Το ψεύτικο, αντίθετα, γεννιέται ήδη ως προϊόν: υπολογίζει εντυπώσεις, συναισθήματα, ανάγκη ταύτισης. Όσο πιο πλήρως υπηρετεί αυτή τη λογική, τόσο πιο πολύ πληθαίνουν οι οπαδοί και οι θαυμαστές του.
Το ψεύτικο λειτουργεί ως παρακαμπτήριος της ευθύνης. Η αλήθεια απαιτεί από τον άνθρωπο να δει τον εαυτό του χωρίς μακιγιάζ, να αναγνωρίσει ενοχές, μικρότητες, δειλίες. Το ψεύτικο του προσφέρει χάρη χωρίς κρίση: του λέει ότι είναι ήδη αρκετός, ότι φταίνε πάντα οι άλλοι, ότι δεν χρειάζεται να αλλάξει, μόνο να πιστέψει. Αυτή η απαλλαγή από την αυτοκριτική είναι αφόρητα ελκυστική.
Οι άνθρωποι δεν γίνονται οπαδοί επειδή πείστηκαν από επιχειρήματα, αλλά επειδή βρήκαν μια ιδέα που τους δικαιώνει εκ των προτέρων. Όσο πιο ψεύτικη η ιδέα, τόσο πιο γενναιόδωρα μοιράζει αυτή τη φτηνή δικαίωση.
Κάθε ψεύτικο κατασκεύασμα υπόσχεται απλότητα εκεί όπου η πραγματικότητα είναι σύνθετη. Προσφέρει καθαρές εξηγήσεις, μονοδιάστατους ενόχους, συνταγές για σωτηρία.
Η αλήθεια είναι γεμάτη αποχρώσεις, αντιφάσεις, γκρίζες ζώνες. Η μάζα δεν έχει υπομονή για αυτή την πολυπλοκότητα· θέλει γρήγορα σχήματα που να χωρούν σε συνθήματα, σε εικόνες, σε «μικρές δόσεις» νοήματος.
Το ψεύτικο θριαμβεύει επειδή μπορεί να συμπυκνωθεί χωρίς να χάσει τίποτε – διότι δεν είχε από την αρχή βάθος. Όσο πιο επίπεδο είναι το περιεχόμενο, τόσο πιο εύκολα διαδίδεται.
Το ψεύτικο είναι από τη φύση του θεατρικό. Χρειάζεται σκηνή, φώτα, εντυπωσιασμό. Τρέφεται από ρόλους, σύμβολα, αφηγήματα που αγγίζουν το ένστικτο και παρακάμπτουν τη σκέψη.
Η αλήθεια δεν έχει ανάγκη το θέαμα· συχνά εμφανίζεται άχαρη, ασκητική, χωρίς στολισμούς. Η μάζα εκπαιδεύεται να πιστεύει μόνο ό,τι λάμπει, το ψεύτικο αποκτά προβάδισμα. Μετατρέπεται σε παράσταση, σε μάρκα, σε ταυτότητα. Ο θαυμαστής δεν προσκυνά ένα περιεχόμενο, αλλά ένα στιλιζαρισμένο είδωλο. Όσο πιο ψεύτικο το είδωλο, τόσο πιο ελεύθερο είναι να φορέσει πάνω του τις προβολές όλων.
Το ψεύτικο, τέλος, προσφέρει αυτό που η αλήθεια σπάνια υπόσχεται: αίσθηση συμμετοχής σε κάτι μεγάλο. Ο οπαδός δεν αντέχει τη μοναξιά της ατομικής κρίσης· ζητά να ανήκει σε πλήθος, να μοιράζεται συνθήματα, να χάνεται σε μια κοινή πίστη.
Η αλήθεια ζητά από τον άνθρωπο να σταθεί μόνος απέναντι στον εαυτό του και στον κόσμο. Το ψεύτικο του λέει, «έλα μαζί μας, εδώ δεν θα χρειαστεί να σκεφτείς, μόνο να χειροκροτείς».
Όσο πιο ψεύτικο είναι κάτι, τόσο πιο εύκολα μετατρέπεται σε καταφύγιο για όσους τρέμουν την ελευθερία τους.
Γι’ αυτό και μετρά τους θιασώτες του όχι σε βάθος, αλλά σε αριθμούς.

Δημήτρης Βίκτωρ




Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025

Η ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΟΥΡΓΕΛΩΝ

Είναι να απορεί κανείς πώς καταλήξαμε να δίνουμε βήμα και αξιώματα σε κάθε λογής «σούργελο» που επιπλέει στο θολό τέλμα της δημόσιας ζωής. Κατά κάποιον μαγικό τρόπο, οι πιο ανέμελοι, οι πιο ανίδεοι, οι πιο προκλητικά αστοιχείωτοι τύποι έχουν καταφέρει να φορούν τη μάσκα του σοβαρού προσώπου και να παριστάνουν τους ειδήμονες. Η τηλεόραση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι γεμάτα από φωνακλάδες «ξερόλες» που νομίζουν ότι οι ίδιες οι ανοησίες τους είναι η επιτομή της σοφίας.

Το πρόβλημα ξεκινάει όταν τα αμέτρητα μεγάλα λόγια δεν συνοδεύονται από κανένα ουσιαστικό έργο. Μερικοί από αυτούς, με μια αυτάρεσκη ειρωνεία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο, διατυμπανίζουν τις «πλούσιες γνώσεις» τους κι όμως στην πράξη αποδεικνύονται ικανοί μόνο να δημιουργούν φασαρία και διχόνοια. Με πρόσχημα την «δημοκρατία» ή –ακόμα χειρότερα– την «δικαιοσύνη», εκτοξεύουν ύβρεις και ψεύδη, κατηγορώντας τους πάντες και τα πάντα εκτός από τον εαυτό τους. Δικάζουν και καταδικάζουν με την εμπάθειά τους και την βλακεία τους, ενώ συγχρόνως σκίζουν τα ιμάτιά τους για απονομή δικαιοσύνης. Έτσι, σε ένα αλλόκοτο παιχνίδι προπαγάνδας, οι πραγματικοί προβληματισμοί και οι σοβαρές συζητήσεις αντικαθίστανται από κενά συνθήματα, ύβρεις και κουτσομπολιά της γειτονιάς.

Όταν δε, κάποιοι «κομπογιαννίτες της πολιτικής» βρεθούν σε θέσεις εξουσίας, παίρνουμε ένα δείγμα από το τι σημαίνει «σούργελο» που έχει και λόγο αποφασιστικό. Με περισσή αλαζονεία, παραμερίζουν ειδικούς, αγνοούν επιστήμονες και δυσφημούν όσους τολμούν να τους αμφισβητήσουν. Ξεφουρνίζουν ακατάπαυστα «σχέδια δράσης» που θυμίζουν φθηνή κωμωδία, ενώ η κοινωνία μένει να προσπαθεί να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα, πληρώνοντας τις συνέπειες της ανευθυνότητας και του λαϊκισμού τους.

Η αλήθεια είναι πως η επικράτηση των σούργελων δεν ήρθε από τη μια μέρα στην άλλη. Χρόνια τώρα καλλιεργείται μια κουλτούρα στην οποία επιβραβεύονται οι φωνασκίες, οι απλοϊκές ατάκες και ο «χαβαλές» χωρίς αντίκρισμα. Κι ενώ οι σοβαρές φωνές δυσκολεύονται να ακουστούν μέσα στον θόρυβο του δήθεν εντυπωσιασμού, οι «τεχνίτες του ψεύδους και της κοροϊδίας» απλώνουν ανεμπόδιστα τα δίχτυα τους. Ίσως, τελικά, αντί να γκρινιάζουμε για την άνοδο των σούργελων, θα έπρεπε να προβληματιστούμε για το γιατί τους δώσαμε εμείς οι ίδιοι τόσα χειροκροτήματα και τόσο εύκολο έδαφος για να ριζώσουν.

Όταν δε συμβεί κάποιο έκτακτο γεγονός, δυστύχημα ή τραγωδία, τότε τα σούργελα κυριαρχούν και οι ατυχώς αδικημένοι και πενθούντες μετατρέπονται, δυστυχώς και ξανά δυστυχώς και αυτοί σε σούργελα!
Ευτυχώς όχι όλοι!

Δημήτρης Βίκτωρ

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2025

Η ΖΩΗ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ

«Η ζωή τραγουδάει γ’ αυτόν που ξέρει να ακούει»

Η ζωή αρχίζει ως ένας ανεπαίσθητος ψίθυρος· αρκεί να σιωπήσεις αρκετά ώστε να αφουγκραστείς τον ρυθμό της.

 Ό,τι συμβαίνει είτε γλυκό σαν το πρωινό αεράκι είτε αιχμηρό σαν τον χειμωνιάτικο παγετό είναι απλώς μια νότα στη μεγάλη συμφωνία του κόσμου. Όταν ο νους μένει γαλήνιος, χωρίς να υψώνει τα τείχη της ανησυχίας, ακούει πεντακάθαρα την μουσική που κρύβεται πίσω από καθετί φαινομενικά τυχαίο. Σ’ αυτή την σιωπηλή εγρήγορση, η κάθε εμπειρία παρουσιάζεται ως εκπαιδευτής· διδάσκει πώς να επιλέγεις την στάση σου, ακόμη κι αν δεν μπορείς να διαλέξεις τα γεγονότα. Έτσι, ο άνθρωπος που ξέρει να ακούει μετατρέπει το αναπόφευκτο σε αρμονία, γιατί κατανοεί ότι ο ρυθμός του σύμπαντος είναι αμετάβλητος· το μόνο που μεταβάλλεται και έχει σημασία είναι το πώς προσφέρεται ο ίδιος σ’ αυτόν τον ρυθμό.

Κι όμως, όταν μάθει κανείς να αφουγκράζεται βαθύτερα, αντιλαμβάνεται πως η συμφωνία δεν αρκείται στην απλή αποδοχή· σε καλεί να υψώσεις την δική σου φωνή, να γίνεις εσύ ο ίδιος νότα που ανατρέπει την προβλέψιμη μελωδία.

Η ζωή δεν τραγουδά απλώς για τον ακροατή· απαιτεί απ’ αυτόν να γίνει συνθέτης, να τολμήσει στις παύσεις να χαράξει νέα μέτρα, νέα τονικότητα. Εκείνος που ακούει στ’ αλήθεια δεν μένει ποτέ σιωπηλός· μεταμορφώνει κάθε ήχο, κάθε κραυγή, κάθε ψίθυρο σε έναν ύμνο που δοκιμάζει τα όρια του ίδιου του σύμπαντος. Κι αν κάποια στιγμή η φωνή του λυγίσει, τόσο το καλύτερο· γιατί στους ραγισμένους φθόγγους ζει η αυθεντικότητα του πάθους και η άρνηση να γίνει η ύπαρξη απλή ηχώ.

Έτσι, το τραγούδι της ζωής ατίθασο, ειρωνικό, γεμάτο υποσχέσεις και κινδύνους μεγαλώνει μέσα σε όποιον αρνείται να μείνει αμέτοχος. Ό,τι προσφέρθηκε ως ταπεινός ψίθυρος τώρα γίνεται κραυγή λύτρωσης, έκστασης, ακόμη και άρνησης. Γιατί ο αληθινός ακροατής δεν αναπαύεται στο άκουσμα· αφήνεται να τον διαπεράσει η μελωδία ως βούληση για δημιουργία, γκρέμισμα, επανατοποθέτηση της ίδιας της αξίας των ήχων. Και τότε, η ζωή δεν τραγουδά απλώς γι’ αυτόν· τραγουδά μέσα απ’ αυτόν, αλλάζει τόνο, καταργεί τα κλειδιά, ανοίγει απροσδόκητα μονοπάτια. Η καθεμιά του ανάσα γίνεται μια νίκη πάνω στη σιωπή, μια ωδή στην αμείλικτη χαρά του να σφυρηλατείς ρυθμούς, εκεί που οι άλλοι αρκούνται να τους αποδέχονται.

Στο τέλος, δεν απομένει διαχωρισμός ανάμεσα σε τραγουδιστή και άκουσμα· ο άνθρωπος που έμαθε να ακούει γίνεται ο ίδιος η ορχήστρα, ο μαέστρος, το κοινό και η αίθουσα. Κι εκεί, στο σημείο όπου η συνείδηση φλέγεται από το ίδιο της το τραγούδι, καταλαβαίνει πως η ύπαρξη δεν του ψιθύριζε ποτέ για να τον νανουρίσει· του τραγουδούσε για να τον ξυπνήσει.

Δημήτρης Βίκτωρ



"Η Φυλακή Μου" - Ποίημα: Δημήτρης Βίκτωρ