«Οι πατριωτικές ανοησίες.
Οι κοινωνικές ανισότητες.
Οι
κομουνιστικές ουτοπίες.
Οι
θρησκευτικές ψευτιές.
Αυτά
αφανίζουν τον άνθρωπο»
Το παραπάνω απόφθεγμα ακούγεται σαν μια
περιεκτική καταγγελία διαφορετικών πλευρών της ανθρώπινης εμπειρίας: τα
«πατριωτικά φληναφήματα», οι «κοινωνικές ανισότητες», οι «κομμουνιστικές
ουτοπίες» και οι «θρησκευτικές ψευτιές». Σε πρώτη ματιά, μοιάζουν σαν τέσσερις
διακριτές όψεις του πολιτικού και κοινωνικού βίου, οι οποίες ωστόσο συγκλίνουν
σε έναν κοινό παρονομαστή: σύμφωνα με το απόφθεγμα, αυτές οι τέσσερις μορφές
σκέψης ή πρακτικής «αφανίζουν τον άνθρωπο». Με άλλα λόγια, φαίνεται να
υπονοείται ότι βλάπτουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ελευθερία ή ανάπτυξη.
Στην προσπάθεια να αναλύσουμε αυτό το
τετράπτυχο, ας λάβουμε υπόψη ότι κάθε στοιχείο έχει τη δική του ιστορική και
ιδεολογική φόρτιση. Στο βάθος αναδεικνύεται η αγωνία για την αναζήτηση
αλήθειας, δικαιοσύνης και υγιούς κοινωνικής οργάνωσης, σε αντιδιαστολή με το
ψέμα, την ανισότητα και την επιφανειακή, «οπαδική» ψυχολογία.
«Οι πατριωτικές ανοησίες»
Ο όρος “πατριωτικές ανοησίες” (ή
“πατριωτικά φληναφήματα”) στηλιτεύει την άκριτη ή φανατική υπερ-ταύτιση με μια
πατρίδα, όταν αυτή στηρίζεται σε μύθους, ψευδαισθήσεις ή μισαλλόδοξες ιδέες. Η
έννοια της πατρίδας ως κοινής ιστορικής και πολιτισμικής βάσης μπορεί να είναι
αξιέπαινη, ωστόσο:
Συχνά, η αγάπη για την πατρίδα
εκτρέπεται σε ακραίο εθνικισμό, που στρέφεται εναντίον άλλων λαών ή ενθαρρύνει
την τυφλή υπακοή σε ηγέτες με υπερφίαλες φιλοδοξίες. Ο “πατριωτισμός” τότε
λειτουργεί σαν εργαλείο χειραγώγησης των μαζών.
Ένας φιλοσοφημένος, κριτικός
πατριωτισμός δεν απορρίπτει την αγάπη για τον τόπο και την ιστορία, αλλά
αποφεύγει τις θεωρίες περί “ανωτερότητας” και τα εθνικιστικά παραληρήματα που
θολώνουν την ανθρώπινη σκέψη. Η «ανοησία» έγκειται στο ότι το συλλογικό ένστικτο
δικαιολογεί κάθε αδικία ή επιθετικότητα στο όνομα της “εθνικής υπερηφάνειας”.
«Οι κοινωνικές ανισότητες»
Η δεύτερη κατηγορία συνιστά μια
ουσιαστική πληγή της ανθρώπινης κοινωνίας: οι ταξικές, οικονομικές, μορφωτικές
και πολιτισμικές ανισότητες. Αυτές εμφανίζονται διαχρονικά σε όλες τις
ανθρώπινες κοινωνίες, διατηρώντας μια ιεραρχία εξουσίας και πλούτου:
Η κοινωνική ανισότητα σηματοδοτεί ότι
ορισμένοι άνθρωποι αποκλείονται από βασικά αγαθά, εκπαίδευση, υγειονομική
περίθαλψη, πολιτικά δικαιώματα. Τούτη η κατάσταση παραβιάζει την ιδέα της
“ισότητας” που εννοιολογικά χαρακτηρίζει τον πυρήνα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Μια δίκαιη κοινωνία προσπαθεί να
εξισορροπήσει τις “τυχαίες” κατανομές φυσικών ικανοτήτων ή κοινωνικής τάξης.
Παρότι η πλήρης κατάργηση όλων των ανισοτήτων ίσως είναι αδύνατη, η μεγάλη
ψαλίδα μεταξύ ευημερίας και φτώχειας καταδεικνύει ότι η κοινωνία μας απέχει
πολύ από την ηθική ισορροπία.
Οι ανισότητες μπορούν να “αφανίσουν”
τον άνθρωπο είτε σωματικά, μέσω της ανέχειας, είτε ηθικά, οδηγώντας σε
απόγνωση, βία ή εκμετάλλευση. Παρεμποδίζουν την ανάπτυξη των ανθρώπινων
δυνατοτήτων και βάλλουν στην αυτοεκτίμηση όσων είναι αποκλεισμένοι.
«Οι κομμουνιστικές ουτοπίες»
Το τρίτο σημείο επικαλείται τις “κομμουνιστικές ουτοπίες”. Με αυτό εννοούνται
οι ιδεολογίες που οραματίζονται μια τέλεια, αταξική κοινωνία, όπου όλα τα αγαθά
είναι κοινά και η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο έχει εκλείψει. Αν και το
όραμα του κομμουνισμού, σε θεωρητικό επίπεδο, γεννήθηκε ως αντίδραση στις
κοινωνικές ανισότητες της βιομηχανικής εποχής, η πραγματικότητα υπήρξε συχνά
πολύ διαφορετική:
Μια ουτοπική ιδέα, όσα αγαθά κι αν
περιέχει, τείνει στη μονομέρεια και απλουστεύει την πολυπλοκότητα της
ανθρώπινης φύσης. Ιστορικά, τα καθεστώτα που επιχείρησαν να εφαρμόσουν
κομμουνιστικές αρχές επέβαλαν συνήθως κεντρικό έλεγχο, καταπίεση αντιφρονούντων
και νέα ιεραρχικά στρώματα. Με άλλα λόγια, δεν κατάφεραν να πραγματώσουν την
ιδεατή ισότητα.
Ο άνθρωπος δεν είναι ένα ον που μπορεί
να λειτουργήσει μόνο με ομαδική συνείδηση ή μόνον ως “κοινωνικό άτομο” χωρίς
ατομικές φιλοδοξίες, ανάγκες και ιδιαιτερότητες. Μια “ιδανική” κοινότητα, εάν
δεν λάβει υπόψη τις σύνθετες ανθρώπινες παρορμήσεις και ελευθερίες, γίνεται
απολυταρχική.
Όπως και με άλλες ιδεολογίες, η έμμονη
πίστη σε μια πλήρως συλλογική “ουτοπία” μπορεί να συντρίψει την ανθρώπινη
ελευθερία και ατομικότητα. Έτσι, αντί να απελευθερώσει, καταλήγει να ισοπεδώνει
και τελικά να «αφανίζει» τον άνθρωπο, στερώντας του αυθορμητισμό, προσωπική
έκφραση και κριτικό πνεύμα.
«Οι θρησκευτικές ψευτιές»
Το τέταρτο στοιχείο αφορά στις
“θρησκευτικές ψευτιές”. Εδώ η κριτική κατευθύνεται στις περιπτώσεις που οι
θρησκείες ή οι θρησκευτικοί θεσμοί προβάλλουν ψευδή δόγματα, εκμεταλλεύονται
την πνευματικότητα του ανθρώπου ή επιβάλλουν καταπιεστικές ηθικές.
Σε πολλά ιστορικά παραδείγματα, η
εκκλησιαστική εξουσία συνεργάστηκε με πολιτικές ή οικονομικές ελίτ,
νομιμοποιώντας αδικίες ή ακόμα και βία, για να διατηρήσει την επιρροή της. Στις
περιπτώσεις αυτές, η θρησκεία μετατρέπεται σε μηχανισμό χειραγώγησης, αντί σε
μέσο ηθικής καθοδήγησης.
Είναι προφανές πως ο άνθρωπος διαθέτει
μια έμφυτη ανάγκη για το “υπερβατικό”. Όταν όμως αυτή η ανάγκη εκφυλίζεται σε
δόγματα που επιστρατεύουν τον φόβο, τις προκαταλήψεις ή την εξουσία επί των
συνειδήσεων, τότε η αλήθεια υποχωρεί μπροστά στο ψέμα και την απάτη.
Όταν μια θρησκεία παραπλανεί τους
οπαδούς της ή τους εγκλωβίζει σε αναληθείς εκδοχές του κόσμου, στερώντας τους
το κριτικό τους πνεύμα και τη χαρά της πραγματικής πνευματικής αναζήτησης, τότε
υπονομεύεται ο ίδιος ο σκοπός της ανθρώπινης ανάπτυξης. Αντί να ελευθερώνει ή
να παρηγορεί, εγκλωβίζει και εκφοβίζει.
Συνοψίζοντας, το αποφθεγματικό
“τετράπτυχο” αναφέρει τέσσερις παράγοντες που, παρά τις διαφορές τους, έχουν
κοινές παθογένειες:
Πατριωτισμός χωρίς κριτήριο → Εθνικισμός / μισαλλοδοξία
Κοινωνικές ανισότητες → Διάσπαση της κοινωνίας / αδικία
Κομμουνιστικές ουτοπίες → Άρνηση ανθρώπινης πολυπλοκότητας / πιθανοί
ολοκληρωτισμοί
Θρησκευτικά ψεύδη → Παραπλάνηση και πνευματική καταπίεση
Όλα αυτά “αφανίζουν τον άνθρωπο” στο
βαθμό που αφαιρούν από τη ζωή του ουσιώδεις διαστάσεις: την ελευθερία, την
ισότητα, την αυθεντική πνευματικότητα και τη δυνατότητα να σκέφτεται και να δρα κριτικά. Μετατρέπουν τον άνθρωπο σε ένα παθητικό ον ή σε “οπαδό” μιας ιδεολογίας, θρησκείας ή οικονομικής ανισότητας, που συχνά τροφοδοτεί τη βία και την αδικία.
Παρά τη ζοφερή πλευρά του αποφθέγματος,
μπορούμε να αναζητήσουμε εναλλακτικές:
Μπορεί κανείς να αγαπά τον τόπο του,
αναγνωρίζοντας συνάμα τις αδυναμίες και τα λάθη του έθνους του, προωθώντας
συνεργασία και ειρηνικές σχέσεις με άλλους λαούς.
Η προσπάθεια μείωσης των ανισοτήτων,
μέσα από αλληλεγγύη, πολιτικές πρόνοιας και προώθηση ίσων ευκαιριών, προάγει
τον ανθρωπισμό.
Αντί των ουτοπιών (που συχνά καταλήγουν
σε αυταρχισμό), μπορούμε να επιδιώκουμε μεταρρυθμίσεις με βάση τα ιστορικά
διδάγματα, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης και των
σχέσεων παραγωγής.
Η αυθεντική θρησκεία ή φιλοσοφική
πνευματικότητα προσκαλεί τον άνθρωπο σε ενδοσκόπηση, αγάπη προς τον άλλον και
διεύρυνση της συνείδησης· δεν επιβάλλει στείρα δόγματα, δεν αναλώνεται σε
“ψευτιές”.
Το αποφθεγματικό «Αυτά αφανίζουν τον
άνθρωπο» συνοψίζει με αιχμηρό τρόπο τις καταστάσεις που, άλλοτε φανατικά και
άλλοτε από αδράνεια, οδηγούν σε διάβρωση της προσωπικής και συλλογικής
ελευθερίας, δικαιοσύνης και αλήθειας. Πατριωτισμός δίχως μέτρο, ανισότητα δίχως
φρένο, ιδεολογική “ουτοπία” δίχως ρεαλισμό και θρησκευτική απάτη δίχως ηθική
είναι όψεις ενός κόσμου που ευνοεί τη χειραγώγηση, την απόγνωση ή τον
φανατισμό.
Εντέλει, το κρίσιμο δίλημμα είναι αν θα
παραδώσουμε τις ζωές μας σε σχήματα που υπόσχονται τυφλή πίστη, υπακοή και
υποταγή, ή αν θα επιδιώξουμε μια πιο κριτική, ισορροπημένη και αλληλέγγυα
κοινωνία. Η φιλοσοφία, ως τέχνη του να σκεφτόμαστε ελεύθερα και να διακρίνουμε
την ουσία από το ψέμα, μας βοηθά να μην παρασυρόμαστε από “φανταχτερές”
ιδεολογικές ματαιότητες, αλλά να υπηρετούμε περισσότερο την ανθρωπιά και την
αλήθεια.
Δημήτρης Βίκτωρ