Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2025

Βαρετή η αλήθεια

«Χωρίς το ψέμα δεν θα υπήρχαν θεοί, χωρίς το ψέμα δεν θα είχαμε λογοτεχνία, χωρίς το ψέμα δεν θα ζούσε ο έρωτας»

Η αλήθεια είναι ήσυχη, σταθερή, άκαμπτη· ένα άγαλμα χωρίς σάρκα, που δεν συγκινείται από τις μεταπτώσεις της ψυχής. Ζυγίζει τα πάντα με ψυχρό μέτρο, χωρίς επιείκεια, χωρίς φαντασία, χωρίς πάθος. Δεν χαρίζεται σε κανέναν· δεν υπόσχεται λύτρωση ούτε παρηγοριά. Είναι το απλό γεγονός, το ξερό δεδομένο, το αμετάβλητο «έτσι έχουν τα πράγματα». Κι όμως, ο άνθρωπος, πλάσμα ανήσυχο και ευάλωτο, δεν αντέχει να ζει μέσα στην απολυτότητα της αλήθειας. Η αλήθεια είναι χρήσιμη για τη γνώση, μα αβάσταχτη για την ψυχή. Δεν γεννά θαύμα ούτε ποίηση· δεν τρέφει τον έρωτα ούτε την ελπίδα. Είναι ο σκελετός της ύπαρξης, όχι το σώμα της.

Χωρίς το ψέμα, ο κόσμος θα ήταν μια έρημος διαύγειας — καθαρός, αλλά άψυχος. Το ψέμα, αντιθέτως, είναι το χρώμα που επινοεί η συνείδηση για να αντέξει το μονόχρωμο της πραγματικότητας. Μέσα από αυτό πλάσαμε θεούς, για να μην αισθανόμαστε ορφανοί. Ο άνθρωπος, τρομαγμένος μπροστά στο κενό, έντυσε το χάος με προσωπεία θεϊκά, χάρισε πρόσωπο στην τύχη και φωνή στο ασυνείδητο. Οι θεοί ήταν το πρώτο μεγάλο ψέμα — και το πρώτο μεγάλο ποίημα. Ένα ψέμα που έδωσε νόημα στην τυχαιότητα, που μεταμόρφωσε τον φόβο σε προσευχή και το άγνωστο σε θαύμα.

Χωρίς το ψέμα, δεν θα υπήρχε λογοτεχνία. Γιατί η λογοτεχνία είναι η τέχνη της υπερβολής, της μεταμόρφωσης, της παραποίησης του πραγματικού. Ο ποιητής ψεύδεται για να πει την αλήθεια πιο βαθιά. Παίρνει τη ζωή και την ντύνει με σύμβολα, την διαστρεβλώνει για να την αποκαλύψει. Κανένα ποίημα δεν είναι αληθινό, κι όμως όλα είναι πιο αληθινά από την ίδια την πραγματικότητα. Το ψέμα είναι η γέφυρα που μας οδηγεί στο ανείπωτο· είναι η μέθη που μας κάνει να αντέχουμε τη νηφαλιότητα της αλήθειας. Όπως ο ζωγράφος δημιουργεί φως μέσα από σκιές, έτσι και ο συγγραφέας γεννά αλήθεια μέσα από το ψέμα.

Και χωρίς ψέμα, ο έρωτας δεν θα ζούσε ούτε μια μέρα. Ο εραστής βλέπει στον άλλον όχι αυτό που είναι, αλλά αυτό που ποθεί να υπάρχει. Ο έρωτας είναι μια κοινή ψευδαίσθηση, ένα παιχνίδι καθρεφτών όπου ο καθένας αντικρίζει την πιο όμορφη εκδοχή του εαυτού του. Η αλήθεια του έρωτα θα ήταν ανυπόφορη, γιατί θα αποκάλυπτε τη φθορά, την ατέλεια, τη μικρότητα. Το ψέμα του όμως τον διατηρεί ζωντανό, τον κάνει μαγικό, ιερό, σχεδόν θεϊκό. Ο έρωτας δεν ζητά αποδείξεις, μόνο πίστη — κι η πίστη είναι το πιο όμορφο ψέμα που μπορεί να πει η ψυχή στον εαυτό της.

Η αλήθεια, λοιπόν, είναι βαρετή γιατί δεν εξελίσσεται. Είναι πλήρης, και ό,τι είναι πλήρες δεν γεννά. Το ψέμα είναι δημιουργικό, επειδή είναι έλλειψη· επειδή επινοεί αυτό που δεν υπάρχει. Χάρη στο ψέμα ο άνθρωπος υψώνεται πάνω από τη μοίρα του, παραβιάζει το πεπρωμένο, γίνεται ποιητής του ίδιου του κόσμου του. Το ψέμα δεν είναι απάτη — είναι πράξη δημιουργίας. Μια εξέγερση ενάντια στη στασιμότητα της αλήθειας.

Ίσως, τελικά, η ανώτερη αλήθεια να είναι η συνειδητή χρήση του ψεύδους. Να ξέρεις πως το πλάθεις, μα να το χρειάζεσαι· να πιστεύεις σε αυτό όχι από άγνοια, αλλά από επιλογή. Γιατί ο άνθρωπος που θέλει μόνο την αλήθεια, παύει να ονειρεύεται· κι εκείνος που ζει μόνο στο ψέμα, παύει να υπάρχει. Ανάμεσά τους, εκεί όπου η φαντασία συναντά τη γνώση και ο μύθος τη λογική, βρίσκεται η ζωντανή περιοχή του ανθρώπινου πνεύματος. Εκεί όπου η αλήθεια, για να μην πεθάνει από ανία, φορά το ένδυμα του ψεύδους και χορεύει.
Όμως, η ανώτερη αξία του ανθρώπου είναι μια επιδίωξη: Η επιδίωξη της Αλήθειας.

Δημήτρης Βίκτωρ
 


Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2025

Η ΑΝΤΟΧΗ ΤΟΥ ΨΕΥΔΟΥΣ

«Όταν μια ψεύτικη ιστορία αντέξει για χίλια χρόνια, γίνεται αληθινή θρησκεία» 

Η αμφιλεγόμενη αυτή ρήση εγείρει μια σειρά από φιλοσοφικά ερωτήματα σχετικά με την αλήθεια, την πίστη, και τη συλλογική αντίληψη της πραγματικότητας. Σε πρώτο επίπεδο, φαίνεται να αμφισβητεί την εγκυρότητα θρησκευτικών αφηγήσεων που άντεξαν στο πέρασμα των αιώνων, υπονοώντας ότι η διάρκεια και η επίδρασή τους δεν συνιστούν απαραιτήτως απόδειξη αλήθειας. Ας αναλύσουμε όμως βαθύτερα την ουσία του αποφθέγματος, αποφεύγοντας να επικεντρωθούμε αποκλειστικά στη θρησκευτική διάσταση και εστιάζοντας στη γενικότερη επίδραση των αφηγήσεων – θρησκευτικών ή μη – στη συγκρότηση του ανθρώπινου πολιτισμού.

Οι ιστορίες – αληθινές ή ψεύτικες – αποτελούν θεμέλιο λίθο του πολιτισμού. Μέσω της αφήγησης, οι άνθρωποι μοιράζονται αξίες, κανόνες, έθιμα και μύθους που συνθέτουν τη συλλογική ταυτότητα μιας κοινότητας. Μια αφήγηση που καταφέρνει να επιβιώσει επί μακρόν, ενσωματώνεται στο ψυχικό υπόβαθρο των ανθρώπων. Με την πάροδο του χρόνου, η διάκριση ανάμεσα στο ιστορικό γεγονός και στον συμβολισμό θολώνει, με αποτέλεσμα η κοινότητα να αποδέχεται την ιστορία αυτή ως αυτονόητη αλήθεια. Το πέρασμα των γενεών παίζει καθοριστικό ρόλο στη νομιμοποίηση του «ψεύδους» ως «αλήθειας»· η συνήθεια, η παράδοση και ο φόβος της αμφισβήτησης καθιστούν το αφήγημα ακλόνητο στους αιώνες.

Δεν είναι λίγα τα ιστορικά παραδείγματα όπου ιδέες αρχικά περιθωριακές ή ακόμη και εξωφρενικές κατόρθωσαν, μέσω συγκυριών, εξουσίας και κοινωνικών αναγκών, να μετατραπούν σε κεντρικά δόγματα. Όταν μια ψεύτικη ιστορία – ή οποιαδήποτε ιστορία με αμφισβητή προέλευση – βρει πρόσφορο έδαφος σε μια κοινωνία που έχει ανάγκη νοήματος, προσαρμόζεται ώστε να εξυπηρετεί ιδεολογικούς σκοπούς, να επιλύει υπαρξιακές αγωνίες και να εδραιώνει ιεραρχίες. Η “ιεροποίηση” της ιστορίας αυτής έρχεται σταδιακά, καθώς οι κοινωνικοί και πνευματικοί θεσμοί την ενσωματώνουν και τη μετατρέπουν σε αδιαμφισβήτητο αξίωμα.

Η θρησκευτικότητα, σε κάθε εποχή, δεν είναι απλώς ένα σύστημα δοξασιών, αλλά και μια υπαρξιακή ανάγκη του ανθρώπου να βρει σκοπό και εξήγηση για το άγνωστο. Ακόμη και μια “ψεύτικη” ιστορία, εάν γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στην ανθρώπινη αβεβαιότητα και την ανάγκη για απόλυτες απαντήσεις, μπορεί να γίνει αποδεκτή με πίστη και αφοσίωση. Όσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη μιας κοινωνίας για πνευματικές απαντήσεις, τόσο πιο ισχυρή και ανθεκτική γίνεται η αφήγηση που τις προσφέρει.

Το αποφθεγματικό αυτό σχόλιο μάς υπενθυμίζει τη σημασία της κριτικής σκέψης και της ιστορικής διερεύνησης. Η ικανότητα να θέτουμε ερωτήματα, να συγκρίνουμε πηγές, να αμφισβητούμε το κατεστημένο, είναι το αντίδοτο στη μονιμοποίηση μιας ψεύτικης ιστορίας ως “αλήθειας”. Η φιλοσοφική και επιστημονική έρευνα δείχνουν πως ο ανθρώπινος πολιτισμός αναπτύσσεται όταν η αμφιβολία γίνεται γόνιμη αφορμή εξερεύνησης. Μπορούμε να σεβόμαστε τις διαφορετικές ιστορίες και τα σύμβολά τους, αλλά ταυτόχρονα να επιμένουμε στη συνεχή αναζήτηση και στη δυνατότητα να επανερμηνεύουμε ή να αναθεωρούμε αφηγήσεις αιώνων.

Τα ανθρώπινα “πιστεύω” είναι πάντα ανοιχτά σε δοκιμασία και ενδεχόμενη κατάρριψη. Έτσι και με τις «μεγάλες αφηγήσεις»: η αλήθεια τους δοκιμάζεται στον χρόνο, αλλά ο χρόνος από μόνος του δεν είναι εγγύηση εγκυρότητας. Πολλές φορές η ιστορία μετατρέπεται σε “θρησκεία” επειδή εξυπηρετεί βαθύτερες ανθρώπινες επιθυμίες και όχι απαραίτητα επειδή ανταποκρίνεται σε γεγονότα ή σε λογική συνέπεια. Το ψεύτικο και το αληθινό παύουν να είναι δίπολα εντελώς ξεκάθαρα όταν η συλλογική συνείδηση υφαίνει νέες μορφές νοήματος γύρω από έναν αρχικό μύθο.

Δημήτρης Βίκτωρ


Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2025

" ΤΑ ΛΑΙΚΑ ΒΙΚΤΩΡ" -- Τραγούδια λαικά!... Τα καλύτερα!... Τα φιλοσοφημένα!...!


 

Περί αφανισμού του ανθρώπου

«Οι θρησκείες θα αφανίσουν τον άνθρωπο. Οι εκκλησίες το κάνουν με συνεργούς τους θεούς»

Ο άνθρωπος γεννιέται μέσα σε έναν κόσμο που δεν του ανήκει· έναν κόσμο που προϋπήρχε και θα υπάρχει μετά από αυτόν. Το μόνο που μπορεί να κατέχει είναι η στάση του απέναντι στα πράγματα — η νηφάλια αποδοχή του αναπόφευκτου και η εσωτερική πειθαρχία που του επιτρέπει να παραμένει ακέραιος, ακόμη και όταν όλα γύρω του καταρρέουν. Μέσα σε αυτή τη γαλήνια κατανόηση του πεπερασμένου, ο άνθρωπος θα μπορούσε να βρει την ελευθερία του. Όμως αντί να στραφεί προς τα μέσα, φοβήθηκε το σκοτάδι του και το βάφτισε Θεό. Έτσι γεννήθηκαν οι θρησκείες: όχι ως μονοπάτι σοφίας, αλλά ως καταφύγιο του φόβου.

Οι θρησκείες υποσχέθηκαν λύτρωση, μα στην πραγματικότητα έσπειραν εξάρτηση. Υποσχέθηκαν φως, μα οδήγησαν τον νου σε αιώνια τύφλωση. Ο άνθρωπος, αντί να σταθεί απέναντι στο άγνωστο με ανδρεία και νηφαλιότητα, προτίμησε να γονατίσει και να ζητήσει άφεση από δυνάμεις που ο ίδιος φαντάστηκε. Αυτή η πράξη γονυκλισίας ήταν το πρώτο του πνευματικό έγκλημα: παρέδωσε τη συνείδησή του, τη μόνη αληθινή του εξουσία. Από εκεί και πέρα, δεν σκεφτόταν — απλώς πίστευε. Δεν ρωτούσε — αποδεχόταν. Δεν ζούσε — περίμενε.

Οι εκκλησίες πήραν αυτή την ανθρώπινη αδυναμία και την έκαναν σύστημα. Οργάνωσαν τον φόβο, έβαλαν τιμή στην ενοχή, θεσμοθέτησαν τη δουλεία της ψυχής. Δεν χρειάζονται πια μαστίγια· ο άνθρωπος αυτομαστιγώνεται. Δεν χρειάζεται να σκοτώσουν· ο πιστός σκοτώνει για λογαριασμό τους. Έστησαν παλάτια πάνω στην απελπισία και έβαλαν τον ουρανό να τους χρηματοδοτεί. Έφτιαξαν μια μηχανή που παράγει νομοταγείς υπηκόους και ονομάζουν αυτό σωτηρία. Είναι οι αρχιτέκτονες ενός κόσμου όπου η υπακοή βαφτίζεται αρετή και η ελευθερία αμαρτία.

Μα ο άνθρωπος που σκύβει για να σωθεί, δεν σώζεται — εξαφανίζεται. Οι θρησκείες δεν θα χρειαστεί να τον σκοτώσουν· θα τον αδειάσουν από μέσα, ώσπου να γίνει σκιά χωρίς κρίση, σώμα χωρίς φωνή, πλάσμα χωρίς θέληση. Όποιος φοβάται να κοιτάξει το χάος, γίνεται το χάος του ίδιου του φόβου του. Ο θάνατος του ανθρώπου δεν είναι η σάρκα που σαπίζει, αλλά το πνεύμα που παραιτείται από τη δύναμη να σκέφτεται μόνο του.

Κι όμως, κάπου εκεί, μέσα στα ερείπια των ναών και των ύμνων, μπορεί ακόμη να ακουστεί μια φωνή — όχι προσευχής, αλλά εξέγερσης. Είναι η φωνή του ανθρώπου που θυμάται ότι δεν χρειάζεται θεούς για να σταθεί όρθιος. Δεν ζητά πλέον σωτηρία· απαιτεί αυτογνωσία. Δεν προσκυνά τον ουρανό· τον κατακτά. Εκεί αρχίζει η αναγέννηση: όταν η πίστη καίγεται και μένει μόνο η φλόγα της βούλησης.

Ο αληθινός άνθρωπος δεν γονατίζει· στέκεται. Δεν δέεται· δημιουργεί. Δεν φοβάται το άπειρο· το κατοικεί. Κι αν κάποτε οι θρησκείες τον αφανίσουν, θα το κάνουν γιατί ο ίδιος τους έδωσε το δικαίωμα. Μα εκείνος που θα σηκωθεί απ’ τα ερείπια τους, θα είναι πάλι ο άνθρωπος — μόνος, ελεύθερος, απειλητικά ζωντανός.

Δημήτρης Βίκτωρ


Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2025

Η ρίζα της ανθρώπινης συμπεριφοράς

«Η ρίζα της ανθρώπινης συμπεριφοράς βρίσκεται στην πίστη και στην επιλεκτική αγάπη που δημιουργεί και το επιλεκτικό μίσος»

Η ανθρώπινη συμπεριφορά μοιάζει συχνά με ρεύμα που αναβλύζει από τις πιο κρυφές και αθέατες προσκολλήσεις μας. Ό,τι αποκαλούμε “πίστη” —είτε αφορά ιδέες, πρόσωπα, αξίες ή συστήματα— λειτουργεί σαν έδαφος πάνω στο οποίο χτίζουμε την εικόνα του κόσμου. Μέσα σε αυτή τη σιγουριά που μας προσφέρει, συχνά επιλέγουμε ποιον θα πλησιάσουμε και ποιον θα απομακρύνουμε. Η αγάπη μας γίνεται προνόμιο για όσους ταιριάζουν στο σχήμα που ήδη έχουμε μέσα μας, κι έτσι αρχίζει να παίρνει μορφή μια αθώα μεν, αλλά βαθιά περιοριστική μεροληψία.

 Αν ο κύκλος αυτός στενέψει, τότε η αγάπη παύει να λειτουργεί σαν γέφυρα και μετατρέπεται σε όριο. Όποιος βρίσκεται έξω από τα μέτρα που έχουμε θέσει γίνεται ξένος, συχνά αδιάφορος, και όχι σπάνια απειλητικός. Έτσι ξεκινά ο μηχανισμός που γεννά το επιλεκτικό μίσος: μια αντιστροφή της ίδιας ανάγκης μας να προστατεύουμε αυτό στο οποίο έχουμε επενδύσει. Όσο περισσότερο προσκολλούμαστε σε μια πίστη ή σε μια ιδεολογική ταυτότητα, τόσο περισσότερο αρνούμαστε να δούμε τι υπάρχει έξω από αυτή. Οι θρησκείες και οι ιδεοληψίες, αντί να ανυψώσουν, καταλήγουν να μασκαρεύουν αυτή την αδυναμία σε “αλήθεια”. Δεν φωτίζουν· παγιδεύουν. Και κάθε δήθεν υπέρτατη βεβαιότητα λειτουργεί σαν καταφύγιο για όποιον δεν αντέχει την αμφισβήτηση — ένας τρόπος να βαφτιστεί η πνευματική νωθρότητα ως “πίστη”.

 Η αγάπη τότε δεν είναι αρετή, αλλά συμφέρον. Και το μίσος δεν εμφανίζεται ως πάθος, αλλά ως άμυνα απέναντι σε ό,τι μας ξεβολεύει. Η διάκριση ανάμεσα σε “δικούς μας” και “ξένους” δεν γεννιέται από την πραγματικότητα, αλλά από την ανάγκη να νιώθουμε ασφαλείς μέσα στην ίδια μας τη στενωπό. Όταν η πίστη μας γίνεται κλειστό σύστημα, κάθε εναλλακτική οπτική μοιάζει επικίνδυνη. Η εχθρότητα δεν είναι παρά η συνέπεια του ότι φοβόμαστε πως κάτι μπορεί να μας κλονίσει.

 Αν όμως ο άνθρωπος θελήσει πραγματικά να σταθεί όρθιος, οφείλει να εγκαταλείψει την ψευδαίσθηση ότι η ταυτότητά του χρειάζεται φράχτες για να διατηρηθεί. Η πίστη που δεν αμφισβητείται νεκρώνει. Η αγάπη που δεν χωράει το διαφορετικό ευτελίζεται. Και το μίσος που προκύπτει από όλα αυτά δεν είναι παρά κραυγή αδυναμίας. Το να διευρύνουμε τον κύκλο μας δεν σημαίνει να τον καταργήσουμε· σημαίνει να διακρίνουμε ότι τα όριά του δεν είναι φυσικός νόμος, αλλά επιλογή.

 Ο δρόμος της υπέρβασης ανοίγεται όταν ο άνθρωπος παύει να ζητά εξωτερικά άλλοθι για το πώς νιώθει και πώς δρα. Όταν κατανοήσει πως πίσω από κάθε επιλεκτική αγάπη κρύβεται φόβος, και πίσω από κάθε επιλεκτικό μίσος κρύβεται η αδυναμία να αντέξουμε τον καθρέφτη του “άλλου”. Τότε η ρίζα της συμπεριφοράς του παύει να στηρίζεται στην ανάγκη και αρχίζει να τρέφεται από τη δημιουργική του βούληση. Η αγάπη γίνεται δοκιμασία του χαρακτήρα, όχι επιβράβευση της ομοιότητας. Και το μίσος μετατρέπεται σε πρώτη ύλη προς μεταμόρφωση.

 Έτσι, ο άνθρωπος που δεν επαναπαύεται σε έτοιμες βεβαιότητες ούτε κρύβεται πίσω από δογματικές ταυτότητες, είναι ο μόνος που μπορεί να σφυρηλατήσει τη δική του μορφή. Δεν δανείζεται τον κόσμο· τον αναδημιουργεί. Δεν αναπαράγει συμπεριφορές που του επιβλήθηκαν· τις υπερβαίνει. Κι εκεί η πίστη παύει να είναι πατερίτσα και γίνεται πράξη εσωτερικής δύναμης. Η αγάπη παύει να είναι εύνοια και γίνεται άνοιγμα. Και ο ίδιος ο άνθρωπος παύει να είναι προϊόν των φόβων του· γίνεται ο δημιουργός του εαυτού του.

Δημήτρης Βίκτωρ 



Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025

Οι μετρητές της Αλήθειας

«Η Απώλεια, ο Πόνος, η Θλίψη: Οι μετρητές της Αλήθειας»

Η απώλεια, ο πόνος, η θλίψη·…
‘Ολα μοιάζουν με σκοτεινές σκιές που γλιστρούν στη ζωή μας χωρίς να ρωτούν. Κι όμως, μέσα σε αυτές τις σκιές φωλιάζει κάτι σαν μετρητής, ένα μέτρο της καθαρότητας με την οποία βλέπουμε τον κόσμο. Όταν ο άνθρωπος στεριώνει το βλέμμα του στο αναπόφευκτο, όταν αποδέχεται ότι τίποτα δεν του ανήκει απόλυτα και ότι όσα αγκαλιάζει μπορεί ανά πάσα στιγμή να του αφαιρεθούν, τότε η συνείδησή του σκληραγωγείται και γαληνεύει ταυτόχρονα. Η απώλεια δεν είναι τιμωρία· είναι το μέτρο της πραγματικότητας. Ο πόνος δεν είναι παρά η απόδειξη ότι κάτι είχε αξία. Και η θλίψη, με τη βαριά της ησυχία, λειτουργεί σαν εκείνο το καθαρό νερό που ξεπλένει τις ψευδαισθήσεις και αφήνει, γυμνή, την αλήθεια.

Αυτές οι εμπειρίες, όσο οδυνηρές κι αν είναι, μας ζητούν να σταθούμε αξιοπρεπώς απέναντί τους. Όχι με κραυγή, αλλά με ήρεμη αποφασιστικότητα. Μας καλούν να θυμόμαστε ότι είμαστε προσωρινοί μέσα σε έναν κόσμο που δεν συντάσσεται στις επιθυμίες μας. Όταν η ψυχή αντέχει να κοιτάξει την απώλεια χωρίς να καταρρεύσει, αλλά και χωρίς να τη διώξει βίαια από τον νου, τότε αναδύεται μια εσωτερική δύναμη που δεν επιδεικνύεται, αλλά απλώς υπάρχει. Μια δύναμη που γνωρίζει πια πως η αλήθεια μετριέται όχι με τις απολαύσεις που κερδίσαμε, αλλά με τα βάρη που μπορέσαμε να κουβαλήσουμε χωρίς να χάσουμε το στίγμα μας.

Κι όμως, υπάρχει και μια άλλη διάσταση, πιο άγρια, που δεν αρκείται στην απλή αντοχή. Είναι εκείνη που τραβά τον άνθρωπο από το γιακά και τον σπρώχνει στο βάθος του ίδιου του πόνου του, απαιτώντας να τον μεταμορφώσει σε πρόοδο. Εδώ, η απώλεια δεν θεωρείται απλώς δάσκαλος, αλλά είναι πρώτη ύλη. Η θλίψη δεν είναι παρηγορητική διαύγεια, είναι φωτιά που δοκιμάζει το μέταλλο της ύπαρξης. Ο πόνος γίνεται δημιουργική δύναμη, σαν να απαιτεί από τον άνθρωπο να τον σφυρηλατήσει και να τον στρέψει προς το ανέβασμα, όχι προς την παραίτηση. Είναι η στιγμή που η αλήθεια παύει να είναι μια παθητική παραδοχή και μετατρέπεται σε κατάφαση της ίδιας της ζωής, με όλα τα δόντια και τις αιχμές της.

Σε αυτή την πιο φλογισμένη οπτική, οι «μετρητές της αλήθειας» δεν λειτουργούν απλώς για να μας αποκαλύψουν τι υπάρχει· λειτουργούν για να δείξουν τι μπορούμε να γίνουμε. Κάθε απώλεια μια διάρρηξη του παλιού εαυτού. Κάθε πόνος ένα χτύπημα στο αμόνι που μας ξαναπλάθει. Κάθε θλίψη μια υπενθύμιση ότι η ζωή δεν χαρίζεται, διεκδικείται. Όταν ο άνθρωπος τολμά όχι μόνο να αντέξει, αλλά να διεκδικήσει και να αναπλάσει το βάθος του πόνου του σε δύναμη, τότε η αλήθεια δεν είναι πια μια μέτρηση· γίνεται μια φλόγα που τον τραβά προς τα πάνω. Και η ίδια η ύπαρξή του, πιο έντονη και πιο αληθινή από πριν, αποδεικνύει ότι ο πόνος ήταν πάντα μια μορφή γέννησης—όχι θανάτου.

Δημήτρης Βίκτωρ 



Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2025

Περί Αντοχής

«Η αντοχή είναι το σημαντικό. Αν δεν αντέχεις δεν έχεις σημασία, δεν εμπνέεις, δεν κάνεις ιστορία»

Η αντοχή, στην πιο καθαρή της μορφή, είναι ένας εσωτερικός άξονας που κρατά την ύπαρξη σταθερή μέσα στον κυματισμό της ζωής. Δεν είναι μια στιγμιαία πράξη, αλλά ένας τρόπος ύπαρξης που επιτρέπει στον άνθρωπο να διατηρεί την ψυχική του γαλήνη απέναντι στις δυσκολίες, να μην παρασύρεται από την τυχαιότητα των γεγονότων και να μένει πιστός σε αυτό που θεωρεί σωστό και αληθινό. Είναι η δύναμη που μας επιτρέπει να σταθούμε αγέρωχοι μπροστά στο αναπόφευκτο, να βλέπουμε τον πόνο χωρίς να υποκύπτουμε σε αυτόν, να επιλέγουμε τη λογική και την αρετή ακόμη και όταν όλα γύρω μας ωθούν προς την παραίτηση. Στο βάθος, η αντοχή είναι μια ιδιαίτερη μορφή ελευθερίας: η ικανότητα να ορίζουμε τη στάση μας απέναντι σε ό,τι δεν μπορούμε να αλλάξουμε.

Όμως η αντοχή δεν εξαντλείται σε αυτή την ήρεμη, γειωμένη σταθερότητα. Κάποια στιγμή η ίδια αυτή δύναμη αποκτά πιο έντονη, σχεδόν δραματική διάσταση. Μετατρέπεται από καρτερικότητα σε πυρωμένη δημιουργική ένταση. Η ζωή είναι αγώνας και, μέσα σε αυτόν τον αγώνα, μόνο όσοι αντέχουν πραγματικά μπορούν να υπερβούν τον μέσο άνθρωπο. Η αντοχή γίνεται πλέον το μέσο με το οποίο υπερφυτεύουμε τον εαυτό μας στο έδαφος της δοκιμασίας για να αναδυθούμε πιο δυνατοί, πιο ελεύθεροι, πιο ικανοί να δώσουμε μορφή σε ό,τι μας καλεί από το βάθος της ύπαρξής μας. Δεν αρκεί να υπομένεις∙ πρέπει να χρησιμοποιείς την ίδια την πίεση του πόνου σαν σφυρί που σμιλεύει τη μορφή σου.

Ο άνθρωπος που αντέχει σε αυτό το δεύτερο, πιο ορμητικό επίπεδο, δεν είναι παθητικός. Γίνεται δημιουργός της μοίρας του, κάποιος που δεν υποφέρει απλώς αλλά μεταμορφώνει την εμπειρία του πόνου σε ύπαρξη που εμπνέει. Το βάρος που για πολλούς είναι κατάρρευση, γι’ αυτόν γίνεται θεμέλιο. Εκείνος που αξιοποιεί τις πληγές για να χτίσει, αυτός που σηκώνεται ξανά και ξανά χωρίς να χάνει την εσωτερική του φλόγα, αγγίζει τα όρια του ανθρώπου που ξεπερνά τον ίδιο του τον εαυτό και χαράζει σημάδι στον κόσμο χωρίς να χρειάζεται να το διακηρύξει.

Κι έτσι το απόφθεγμα αποκτά πλήρες νόημα: αν δεν αντέχεις, δεν αφήνεις ίχνος. Όσοι λυγίζουν και αποσύρονται παραμένουν στα περιθώρια της ανθρώπινης ιστορίας, σιωπηλοί, σχεδόν άυλοι. Όσοι όμως επιμένουν, όσοι συνεχίζουν ακόμη και όταν ο πόνος μοιάζει απόλυτος, γράφουν την πορεία τους με χαρακτήρα που δεν ξεθωριάζει. Η αντοχή γίνεται τότε όχι απλώς αρετή, αλλά η ίδια η προϋπόθεση της δημιουργίας, της έμπνευσης και της αθανασίας.

Δημήτρης Βίκτωρ


Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2025

Περί σιωπής μυαλού

«Η πιο σημαντική εμπειρία μυαλού είναι η σιωπή»

Η σιωπή, ως βίωμα και ως έννοια, συχνά παραγνωρίζεται μέσα στον διαρκή θόρυβο και την αδιάκοπη ροή πληροφοριών που χαρακτηρίζουν τον σύγχρονο κόσμο. Ωστόσο, μέσα σε αυτή την αθόρυβη κατάσταση, αποκαλύπτεται μία μοναδική δυνατότητα του νου καθώς η σιωπή προσφέρει την βάση για καθαρή σκέψη, ουσιαστική ενδοσκόπηση και βαθιά σύνδεση με τον εσωτερικό μας εαυτό. Στο πλαίσιο του αποφθέγματος, αναδεικνύεται η σημασία της ήρεμης κατάστασης που μάς επιτρέπει όχι μόνο να παρατηρήσουμε, αλλά και να συνειδητοποιήσουμε τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις αξίες που μάς προσδιορίζουν.

Η σιωπή μπορεί να νοηθεί ως ένα κενό που περιμένει να γεμίσει από την ουσία του είναι μας. Μέσα σε αυτήν, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να ανταποκριθούμε σε εξωτερικά ερεθίσματα· αντιθέτως, μαθαίνουμε να αφουγκραζόμαστε τον εσωτερικό μας κόσμο. Όπως τόνιζαν αρχαίοι φιλόσοφοι και μυστικιστικές παραδόσεις, η σιωπή αποτελεί την πύλη για εμβάθυνση στην ανθρώπινη συνείδηση και για την ανάδυση της αυθεντικής μας ταυτότητας.
Σε κατάσταση σιωπής, τα λόγια, οι κρίσεις και οι εξωτερικές απαιτήσεις παραμερίζονται προσωρινά. Ως εκ τούτου, έχουμε την ευκαιρία να παρατηρήσουμε τι συμβαίνει εντός μας, να αντιληφθούμε τις ριζικές μας επιθυμίες, τις πραγματικές μας ανάγκες και τους εσωτερικούς διαλόγους που συχνά επισκιάζονται από τον κοινωνικό θόρυβο.

Πέρα από την αυτογνωσία, η σιωπή δρα ως μήτρα δημιουργίας και βαθύτερης νοητικής διεργασίας. Οι ιδέες, όπως οι σπόροι, χρειάζονται ένα γόνιμο «έδαφος» για να βλαστήσουν. Σε έναν κόσμο γεμάτο αδιάκοπο θόρυβο και περισπασμούς, η σιωπή λειτουργεί ως εκείνος ο ήρεμος χώρος που επιτρέπει στις σκέψεις να βρουν τη μορφή τους, να εξελιχθούν και να δώσουν νόημα στην εμπειρία μας.
Με άλλα λόγια, η σιωπή δεν είναι απουσία· είναι μία διακριτική, αλλά πανίσχυρη παρουσία. Στη φιλοσοφική παράδοση της Ανατολής, η σιωπή αντιμετωπίζεται ως η μήτρα της σοφίας: μόνο μέσα στο απόλυτο κενό μπορεί να γεννηθεί η αυθεντική κατανόηση. Ακόμη και στην Δυτική φιλοσοφία, υπάρχουν στιγμές –λ.χ. στον Σωκράτη, στην προσπάθειά του να φτάσει στην αλήθεια μέσω του «μαιευτικού διαλόγου»– όπου δίνεται έμφαση στο να ακούμε προσεκτικά, δηλαδή να σιωπούμε, ώστε να αναδυθεί η ουσία των ιδεών.

Η σιωπή, όμως, δεν αφορά μόνο τη γνωστική μας ικανότητα. Αγγίζει και βαθιά υπαρξιακά ερωτήματα: «Ποιος είμαι;», «Ποιο είναι το νόημα της ζωής;». Σε έναν κόσμο όπου καλούμαστε να απαντήσουμε γρήγορα και αποτελεσματικά, η σιωπή φαίνεται περιττή και ίσως τρομακτική. Κι όμως, ακριβώς μέσα σε αυτή τη φαινομενικά “κενή” εμπειρία, μπορούμε να δούμε καθαρά ότι είμαστε κάτι πολύ περισσότερο από τη συνήθη ταύτιση με ρόλους, υποχρεώσεις και κοινωνικές μάσκες.
Η υπαρξιακή διάσταση της σιωπής αφήνει χώρο για το βίωμα της απεραντοσύνης και της μυστηριώδους πλευράς της ύπαρξης. Γι’ αυτό, όταν μένουμε σιωπηλοί στον εσωτερικό μας κόσμο, μπορεί να αισθανθούμε ένα αίσθημα δέους και φόβου: αναμετριόμαστε με το άπειρο και με την ίδια την ελευθερία που προκύπτει από αυτό.

Η σιωπή, ως πρακτική, δεν σημαίνει απλώς να παραμένουμε αμίλητοι. Σημαίνει να δημιουργούμε χώρο για ησυχία στο μυαλό και στα συναισθήματά μας, αναπτύσσοντας την ικανότητα να ακούμε τον εαυτό μας αλλά και τον κόσμο γύρω μας με πιο ειλικρινή τρόπο. Η συνειδητή καλλιέργεια της σιωπής μπορεί να λάβει διάφορες μορφές: διαλογισμός, προσευχή, στιγμές περισυλλογής στη φύση, ακόμη και απλή αποχή από την επιφανειακή επικοινωνία.
Μέσα από αυτή την εξάσκηση, μαθαίνουμε να ερχόμαστε σε επαφή με τις πτυχές του νου που συνήθως μένουν στην αφάνεια· παράλληλα, εξασκούμαστε στην παρατήρηση και την αποδοχή. Έτσι, η σιωπή μετατρέπεται σε γέφυρα προς τον βαθύτερο εαυτό και, ταυτόχρονα, βελτιώνει την ποιότητα των επικοινωνιών μας, διότι –όταν μιλάμε– το κάνουμε πιο ουσιαστικά και έχοντας επίγνωση.

Η σιωπή δεν αποτελεί απλώς απουσία λόγων ή ήχων· είναι ένας ζωτικός χώρος, όπου ο νους αποκτά τη δυνατότητα να στραφεί προς τα μέσα και να δει ξεκάθαρα. Από αυτή την άποψη, το να βιώσουμε συνειδητά τη σιωπή μπορεί να αποδειχθεί το πιο απελευθερωτικό και μεταμορφωτικό ταξίδι στο οποίο μπορούμε να επιδοθούμε. Όταν μαθαίνουμε να αγκαλιάζουμε το κενό της σιωπής, μαθαίνουμε ουσιαστικά να δημιουργούμε. Δημιουργούμε νόημα, αυτογνωσία, γαλήνη και, εντέλει, μία βαθύτερη επαφή με την ίδια τη ζωή.

Έτσι, το απόφθεγμα «Η πιο σημαντική εμπειρία μυαλού είναι η σιωπή» υπενθυμίζει ότι, όσο κι αν η ανθρωπότητα προοδεύει τεχνολογικά, πολιτισμικά ή κοινωνικά, το αληθινό μυστικό για την εξέλιξη του νου και την εσωτερική μας ολοκλήρωση έγκειται –σταθερά– στην απλότητα της σιωπής. Και να μην ξεχνάμε πως, το ταλέντο ανθίζει στην απομόνωση.

Δημήτρης Βίκτωρ 



Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2025

ΠΕΡΙ ΝΟΗΜΑΤΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ

«Η ζωή ρέει μεταξύ πόνου και ανίας. Το να χασκογελάς για να ξεχνάς την ανία δεν έχει νόημα. Το να πονάς δημιουργώντας έχει νόημα»

Το απόφθεγμα αυτό φωτίζει τον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης: το δίπολο ανάμεσα στην κενότητα της ανίας και στη δυναμική του μόχθου. Η ζωή δεν είναι ούτε αδιάκοπη χαρά ούτε αδιάκοπη δυστυχία· κυλά σαν παλινδρόμηση ανάμεσα στην πλήξη και στον κόπο, και το ερώτημα είναι αν θα μείνουμε παθητικοί θεατές ή αν θα δώσουμε σχήμα στο βίωμά μας.

Η ανία είναι η εμπειρία του κενού. Δεν πρόκειται απλώς για αδράνεια, αλλά για αίσθηση απουσίας σκοπού, για μια ψυχική άπνοια. Όταν δεν υπάρχει πρόβλημα να λύσουμε ή στόχος να κατακτήσουμε, το πνεύμα βυθίζεται σε ακινησία. Στη σημερινή εποχή, συνηθίζουμε να καλύπτουμε αυτό το κενό με πρόχειρες απολαύσεις: ταχύρρυθμη διασκέδαση, εφήμερο χιούμορ, συνεχή κατανάλωση εικόνων. Όμως το «χασκογέλιο», όπως το ονομάζει το απόφθεγμα, δεν είναι πραγματική λύση· είναι λήθη που δεν γεμίζει το εσωτερικό κενό.

Αντίθετα, ο πόνος – εδώ με την έννοια του μόχθου, του κόπου και της προσπάθειας – μπορεί να αποτελέσει κινητήρια δύναμη. Ο μόχθος μάς υπενθυμίζει τα όρια και τις δυνατότητές μας. Όταν κοπιάζουμε, όταν ιδρώνουμε για κάτι, όταν παλεύουμε με αντιστάσεις, τότε γεννιέται η ανάγκη για δημιουργία. Σε κάθε φιλοσοφική παράδοση, ο μόχθος θεωρείται σπόρος μεταμόρφωσης: από την αρχαία τραγωδία, όπου ο ήρωας λυτρώνεται μέσα από τον αγώνα, έως τη νεότερη σκέψη που βλέπει στην προσπάθεια το αληθινό πεδίο ελευθερίας.

Να «πονάς δημιουργώντας» σημαίνει να μετουσιώνεις τον κόπο σε πράξη, να μετατρέπεις την τριβή με το δύσκολο σε έργο που αφήνει ίχνος. Η δημιουργία γεννιέται μέσα από τον μόχθο, γιατί μόνο εκεί όπου υπάρχει αντίσταση αναδύεται η δυνατότητα υπέρβασης. Ο κόπος δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά η γέφυρα που μας βγάζει από την ανία και μας οδηγεί σε μια βαθύτερη εμπειρία νοήματος.

Έτσι, η δημιουργία δεν αφορά μόνο την τέχνη ή την επιστήμη· αφορά κάθε προσπάθεια να δώσουμε μορφή σε κάτι που πριν ήταν ανείπωτο. Μέσα από τον μόχθο, ο άνθρωπος παύει να είναι παθητικός δέκτης της μοίρας και γίνεται φορέας νοήματος. Το προσωπικό βάρος μετατρέπεται σε κοινόχρηστο αγαθό, καθώς το έργο, μικρό ή μεγάλο, επικοινωνεί με τους άλλους και τους εμπνέει.

Η εύκολη φυγή της διασκέδασης μοιάζει με φάρμακο που απλώς υπνωτίζει τα συμπτώματα. Όμως η ανία επιστρέφει, γιατί δεν έχει χτιστεί κάτι αληθινό. Ο μόχθος, αντίθετα, προσφέρει ρίζες. Ο κόπος που γεννά καρπό μας επιτρέπει να σταθούμε απέναντι στον χρόνο όχι ως καταναλωτές στιγμών, αλλά ως δημιουργοί νοήματος.

Το να «πονάς δημιουργώντας» δεν σημαίνει εξιδανίκευση της οδύνης· σημαίνει αποδοχή ότι ο μόχθος είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ύπαρξης. Ό,τι αξίζει κοστίζει κόπο· κι αυτός ο κόπος, αντί να μας εξαντλεί, μπορεί να γίνει πηγή ελευθερίας και πληρότητας. Εκεί όπου άλλοι βλέπουν βάσανο, ο δημιουργός βλέπει αφορμή.

Σ’ έναν κόσμο που ταλαντεύεται ανάμεσα στην κενότητα της ανίας και στην ψευδαίσθηση της εύκολης χαράς, το απόφθεγμα μας θυμίζει ότι ο δρόμος της δημιουργίας περνά από τον μόχθο. Όχι για να δοξαστεί ο πόνος, αλλά για να μετατραπεί σε έργο με διάρκεια. Έτσι, ο άνθρωπος παύει να χάνεται σε κενές απολαύσεις και βρίσκει την ουσία: ο χρόνος γίνεται γόνιμος, και η ζωή αποκτά βάρος και νόημα.

Δημήτρης Βίκτωρ

Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2025

Η απόφαση και το μεγαλείο της # 1

Αποφασιστικότης: Η κορυφαία αρετή

Υπάρχουν στιγμές που η πραγματικότητα μοιάζει να σταματά μπροστά μας. Στέκεται ακίνητη, αναμένοντας τη δική μας εντολή. Στιγμές όπου ολόκληρη η ζωή μας συγκεντρώνεται σε μία μόνο επιλογή, σε μία απόφαση, που μπορεί να αλλάξει το μέλλον και, κατ' επέκταση, τον ίδιο τον κόσμο. Στην καρδιά αυτής της στιγμής δεν υπάρχει σωστό ή λάθος. Υπάρχει μόνο η τόλμη του ανθρώπου να δημιουργήσει μια νέα πραγματικότητα.

Στην κρίσιμη στιγμή της απόφασης, το δίλημμα μεταξύ «σωστού» και «λάθους» δεν έχει θέση, γιατί η απόφαση δεν κρίνεται από ηθικούς κώδικες που έπονται. Τη στιγμή εκείνη, το άτομο στέκεται απέναντι στον εαυτό του, γυμνό από κάθε εξωτερικό κριτήριο. Εκεί αποκαλύπτεται η πραγματική ουσία του ανθρώπου. Είναι η στιγμή της απόλυτης αυθεντικότητας: μόνο εσύ, η συνείδησή σου, και η δύναμη να ορίσεις το πεπρωμένο σου.

Κάθε απόφαση είναι πράξη δημιουργίας, καθώς ανοίγει ένα νέο δρόμο στην άβυσσο των δυνατοτήτων. Επιλέγοντας, δημιουργούμε κόσμο· αρνούμενοι να επιλέξουμε, παραμένουμε παθητικοί θεατές ενός κόσμου που άλλοι έχουν σχεδιάσει για μας.

Όταν αποφασίζεις, αλλάζεις το μέλλον. Κάθε πράξη, ακόμα και η πιο μικρή, αντηχεί στην αιωνιότητα, γιατί κάθε απόφαση είναι μια τομή στον χρόνο. Η πράξη σου δημιουργεί κύματα, που αντηχούν πέρα από τον περιορισμένο σου ορίζοντα, επηρεάζοντας ζωές και καταστάσεις που ίσως ποτέ να μην γνωρίσεις.

Έτσι, η αποφασιστικότητα είναι η κορυφαία αρετή του ανθρώπου. Είναι το χαρακτηριστικό που μετατρέπει τον άνθρωπο από απλό παρατηρητή σε ενεργό δημιουργό. Χωρίς αποφασιστικότητα, η ζωή μετατρέπεται σε μια σειρά από ανεκπλήρωτες δυνατότητες, χαμένες ευκαιρίες, και αναξιοποίητα ταλέντα.

Η αποφασιστικότητα έχει το δικό της μεγαλείο, γιατί απαιτεί θάρρος απέναντι στο άγνωστο. Η αποφασιστικότητα είναι, τελικά, υπαρξιακό θάρρος. Δεν φοβάται την ευθύνη του λάθους, ούτε αποζητά τη βεβαιότητα του σωστού. Αντίθετα, αγκαλιάζει τη ριζική αβεβαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και την καθιστά εργαλείο δημιουργίας.

Η απόφαση δεν είναι ποτέ ουδέτερη, ούτε ποτέ ακίνδυνη. Είναι μια δύναμη που μπορεί να υψώσει ή να καταστρέψει, να ελευθερώσει ή να δεσμεύσει. Όμως, ακόμα και στην καταστροφή, η απόφαση φέρει μέσα της την ουσία της ελευθερίας, γιατί αποτελεί αποτέλεσμα της πιο προσωπικής και αυθεντικής έκφρασης του ανθρώπου: της βούλησής του.

Το μεγαλείο της απόφασης έγκειται στο ότι κάθε επιλογή χαράσσεται στην αιωνιότητα. Δεν υπάρχει ασήμαντη απόφαση, γιατί κάθε πράξη συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός κόσμου που συνεχώς μεταβάλλεται. Αυτό που κάνεις σήμερα θα αντηχεί αύριο, και αυτό το αύριο θα επηρεάσει τη ζωή αμέτρητων άλλων ανθρώπων. Έτσι, κάθε απόφαση είναι μια υπαρξιακή πράξη δημιουργίας που δεν περιορίζεται από χρόνο ή χώρο.

Η απόφαση είναι η απόλυτη πράξη ελευθερίας και αυθεντικότητας. Είναι η στιγμή που αναλαμβάνεις τον πλήρη έλεγχο της ύπαρξής σου και γίνεσαι δημιουργός ενός κόσμου που ποτέ πριν δεν υπήρχε. Είναι το μεγαλείο του ανθρώπου να μπορεί, με μία και μόνη κίνηση της ψυχής, να αλλάξει όχι μόνο τη δική του ζωή, αλλά και την ίδια την ουσία του κόσμου.

Η αποφασιστικότητα, συνεπώς, δεν είναι απλά αρετή. Είναι η κορυφαία αρετή που ανυψώνει τον άνθρωπο πάνω από το πεπρωμένο του, καθιστώντας τον, έστω και στιγμιαία, συμμέτοχο στη δημιουργία της ίδιας της αιωνιότητας.

Δημήτρης Βίκτωρ

 

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2025

Λάμνουμε μέσα σε μια θάλασσα φρίκης

 «Λάμνουμε μέσα σε μια θάλασσα φρίκης. Κάποιες φορές ανασαίνουμε και κάποιες άλλες παίρνουμε βαθιές ανάσες»

Σε αυτή τη φράση συμπυκνώνεται μια υπαρξιακή εμπειρία όπου ο άνθρωπος καλείται να πλεύσει – ή και να παλέψει – μέσα σε έναν κόσμο γεμάτο αντιξοότητες, απειλές και φόβους. Η «θάλασσα φρίκης» δεν αποτελεί απαραίτητα μια καταστροφική καταδίκη, αλλά μάλλον μια μεταφορά για τις πολλαπλές δοκιμασίες της ζωής: σωματικές, ψυχολογικές, κοινωνικές. Με άλλα λόγια, το «φρικτό» μπορεί να είναι τόσο τα συλλογικά δεινά του κόσμου (πόλεμοι, αδικίες, φτώχεια) όσο και οι βαθύτερες, προσωπικές αγωνίες που βιώνουμε σε ατομικό επίπεδο.

Το ρήμα «λάμνουμε» υποδηλώνει μια συνεχή προσπάθεια κίνησης. Δεν επιπλέουμε απλώς παθητικά, αλλά τραβάμε κουπί – με πιο έντονο ή πιο χαλαρό ρυθμό – για να προχωρήσουμε μέσα στη «θάλασσα φρίκης». Εκεί που άλλοτε η καθημερινότητα μάς επιτρέπει να αναπνέουμε σε πιο ήρεμους ρυθμούς, εμφανίζονται στιγμές όπου χρειάζεται να πάρουμε βαθιές ανάσες: να αντέξουμε το άγχος, να γεμίσουμε τα πνευμόνια μας με την απαραίτητη ζωτική δύναμη, ώστε να αντιμετωπίσουμε κύματα που απειλούν να μας καταπιούν.

Το πέρασμα από την απλή αναπνοή στην «βαθιά ανάσα» συμβολίζει την εσωτερική ενεργοποίηση του ανθρώπου. Όταν τα προβλήματα συσσωρεύονται, όταν τα αρνητικά συναισθήματα ή τα εξωτερικά συμβάντα μας πιέζουν, μια βαθιά ανάσα γίνεται αφετηρία για να κρατηθούμε. Η ζωή, μολονότι σκληρή, απαιτεί διαρκή προσαρμοστικότητα: άλλοτε αρκεί μια απλή, σταθερή ρουτίνα για να διατηρούμε την ηρεμία μας, άλλοτε επιβάλλεται να βρούμε εκείνη την επιπλέον ψυχική δύναμη που επιτρέπει την υπέρβαση.

Αν και στοχασμοί γύρω από τη φρίκη μπορούν να οδηγήσουν σε σκοτεινά μονοπάτια απαισιοδοξίας, δεν παύει να υπάρχει και μια δημιουργική διάσταση. Οι προκλήσεις τείνουν να ξεκλειδώνουν δεξιότητες και αντοχές που ίσως αγνοούσαμε πως διαθέτουμε. Σε αυτό το πλαίσιο, η «θάλασσα φρίκης» δεν είναι απλώς ένα σκηνικό τρόμου, αλλά πεδίο δοκιμασίας και αυτογνωσίας. Εκεί δοκιμάζονται τα όρια μας: παραμένουμε αμέτοχοι ή επιστρατεύουμε το σθένος και την εφευρετικότητά μας;

Σημαντικό, βέβαια, είναι να θυμόμαστε ότι, όπως κάθε θάλασσα, έτσι και η θάλασσα της φρίκης δεν είναι πάντα τρικυμιώδης. Υπάρχουν περίοδοι νηνεμίας, μικρές ανάσες όπου ο ορίζοντας φαίνεται καθαρός. Τότε το «λάμνουμε» γίνεται ήρεμη πλεύση, ελπίδα πως ίσως οι συνθήκες βελτιώνονται. Αυτή η εναλλαγή μεταξύ συντριπτικής αβεβαιότητας και σπάνιας ηρεμίας, αποτελεί μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας: κάθε φορά που καταφέρνουμε να προχωρήσουμε, ακόμα και με ένα μόνο κουπί, φέρνουμε τη ζωή ένα βήμα πιο πέρα από τον τρόμο.

Τελικά, η εικόνα του ανθρώπου που λάμνει σε μια θάλασσα φρίκης υποδεικνύει μια κατάσταση αέναου αγώνα. Ωστόσο, σε αυτόν τον αγώνα, υπάρχει πάντα μια αναπνοή – βαθιά ή πιο ρηχή – που καθορίζει τον ρυθμό της επιβίωσης και της ελπίδας. Η φρίκη μπορεί να φωλιάζει παντού, μα εξίσου πανταχού παρούσα είναι και η ανθρώπινη ικανότητα να αντέχει, να συνεχίζει, να δίνει νόημα στο ταραγμένο τοπίο της ζωής. Κάπως έτσι, η κάθε «ανάσα» γίνεται ένδειξη ότι εμείς, οι εύθραυστοι αλλά αποφασισμένοι ταξιδιώτες, έχουμε τον τρόπο να διασχίσουμε και την πιο τραχιά θάλασσα.

Δημήτρης Βίκτωρ

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2025

Περί αξίας που επιβιώνει

 «Η μόνη αξία που επιβιώνει, καθώς ο χρόνος περνάει, είναι η ικανότητα του ανθρώπου να διακρίνει και να δημιουργεί την Ομορφιά. Όσο περισσότερο διαρκεί αυτή η ικανότητα, τόσο ένας άνθρωπος συνεχίζει να νοιώθει μη δυστυχισμένος, ακόμη κι όταν πια έχει γεράσει»

Η έννοια της Ομορφιάς, τόσο στον αισθητικό όσο και στον ηθικό-πνευματικό της ορίζοντα, αποτελεί ένα από τα κεντρικά ζητούμενα της ανθρώπινης ύπαρξης. Το απόφθεγμα επισημαίνει πως η ικανότητα να διακρίνουμε και να δημιουργούμε την Ομορφιά είναι μία από τις ελάχιστες –αν όχι η μόνη– διαχρονικές αξίες που επιβιώνουν, καθώς φθείρεται η σωματική μας δύναμη και συχνά οι υλικές επιδιώξεις χάνουν το νόημά τους. Όσο, λοιπόν, διατηρείται μέσα μας αυτή η ικανότητα, τόσο μένουμε «μη δυστυχισμένοι» ή, θετικότερα ειπωμένο, προσηλωμένοι σε ένα βαθύτερο αίσθημα ολοκλήρωσης.

Η διάκριση της Ομορφιάς:
Η πρώτη διάσταση του αποφθέγματος αφορά την ικανότητα να διακρίνουμε την Ομορφιά. Δεν πρόκειται μόνο για ένα καθαρά αισθητικό κριτήριο (π.χ. ένα ωραίο έργο τέχνης ή ένα τοπίο), αλλά και για την καλλιέργεια της συνείδησης που ξέρει να “βλέπει” τη χαρά, την αρμονία, την τάξη, την αλήθεια σε κάθε κατάσταση. Στο βάθος, η ικανότητα αυτή αποτελεί μια στάση ζωής: την απόφαση να αναζητούμε, αντί να αγνοούμε, τα στοιχεία που είναι αρμονικά, δημιουργικά ή εμπνευστικά στον κόσμο γύρω μας. Όταν καταφέρνουμε να σταθούμε μπροστά σε ένα απλό γεγονός –ένα χαμόγελο, ένα ηλιοβασίλεμα ή έναν άνθρωπο γεμάτο καλοσύνη– και να δούμε σε αυτό την Ομορφιά, ήδη αρχίζουμε να γεμίζουμε τη ζωή μας με ένα αίσθημα βαθιάς ικανοποίησης.

Η δημιουργία της Ομορφιάς:
Η δεύτερη πλευρά της αξίας αυτής έγκειται στην ικανότητα δημιουργίας της. Δεν αρκεί απλώς να εντοπίσουμε τη γοητεία ή τη χάρη που μπορεί να κρύβεται στα πράγματα· χρειάζεται να συμβάλλουμε κι εμείς με κάποιον τρόπο, ώστε η Ομορφιά να γεννάται και να πολλαπλασιάζεται. Αυτό το δημιουργικό στοιχείο μπορεί να εκδηλωθεί σε κάθε ανθρώπινη ενέργεια –στην τέχνη, στη φροντίδα του άλλου, στην ικανότητα να προσφέρουμε χαρά ή να απαλύνουμε τον πόνο. Ακόμη και η πιο απλή πράξη μπορεί να εμπεριέχει μια δημιουργική πνοή, αν γίνεται με αγάπη, καλαισθησία και ενδιαφέρον για τον κόσμο που μας περιβάλλει. Σε αυτήν την ουσιώδη συμμετοχή στη «γέννηση» της Ομορφιάς, ανακαλύπτουμε τον αυθεντικό ρόλο μας ως όντα προικισμένα με φαντασία, συναίσθημα και νου.

Η Ομορφιά ως αντίδοτο στη φθορά του χρόνου:
Το απόφθεγμα τονίζει, επιπλέον, πως η διατήρηση της ικανότητας αυτής μάς προστατεύει από τη δυστυχία της φθοράς. Με την πάροδο των χρόνων, οι σωματικές αντοχές μειώνονται, οι στενές φιλίες μπορεί να χάνονται, οι καθημερινές χαρές συχνά αλλάζουν μορφή. Ωστόσο, η ικανότητα να βιώνουμε και να παράγουμε Ομορφιά μπορεί να διατηρηθεί άσβεστη, αρκεί να την καλλιεργούμε. Ο άνθρωπος που παραμένει ανοιχτός σε νέα ερεθίσματα, που δίνει χώρο και χρόνο στη φαντασία του, που καλλιεργεί  το πνεύμα του, δεν επιτρέπει στη φθορά να επικρατήσει στον ψυχισμό του. Αντιθέτως, παραμένει ζωντανός, δημιουργικός, «μη δυστυχισμένος», όπως επισημαίνεται. Η χαρά που πηγάζει από την αίσθηση ότι συμμετέχουμε σε μια διαρκή πράξη ομορφιάς είναι αυτή που συνεχίζει να μας στηρίζει.

Η Ομορφιά, σε όλες τις εκφάνσεις της, λειτουργεί ως πνευματική «τροφή» και θεμελιώδες βίωμα που μάς επιτρέπει να αντέξουμε τον χρόνο και τις αλλοιώσεις του. Η ουσιαστική ενασχόληση με την Ομορφιά –η διάκρισή της και η δημιουργική της έκφραση– μετατρέπεται σε ασπίδα ενάντια στη μονοτονία, τον κυνισμό και την απελπισία. Είναι αυτή η «μόνη αξία» που, διαρκώς ανανεούμενη, μάς υπενθυμίζει ότι ο άνθρωπος δεν είναι ένα παθητικό πλάσμα· διαθέτει μέσα του τη σπίθα της καλλιτεχνίας και της αλληλεγγύης, στοιχεία τα οποία συνιστούν ίσως την πιο γνήσια κληρονομιά που μπορούμε να αφήσουμε στην επόμενη γενιά. Και όσο περισσότερο διαρκεί, τόσο περισσότερο γεμίζει με φως κάθε στιγμή της ύπαρξής μας.

Δημήτρης Βίκτωρ

 


 

 

Κάτι για τους ποιητές και τους άλλους ποιητές...!


 

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2025

ΠΕΡΙ ΛΟΓΙΚΗΣ & ΠΙΣΤΗΣ

Από την  "Μ η   π ί σ τ η"  στην λογική και τα πειραματικά δεδομένα, προκύπτει η πίστη σε ιδεοληψίες και παράλογες θεωρίες.

Οι λογικοί-έξυπνοι δηλαδή, εναντίον των ανόητων-παράλογων.
Αυτό συνέβαινε πάντα και θα συμβαίνει.

Μόνο έτσι όμως ανθίζει η σκέψη και αποδεικνύεται πως η λογική είναι αυτή, που έστω και με δυσκολίες, ωθεί την ανθρωπότητα σε αλήθειες.

Η λογική για να δυναμώνει, φαίνεται πως έχει ανάγκη την μάχη με το παράλογο.

Το παράλογο θα επανέρχεται πάντα γιατί ο άνθρωποι στην πλειοψηφία τους, δεν θέλουν να σκέφτονται και έχουν ανάγκη την τυφλή πίστη.

Δημήτρης Βίκτωρ

***Απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο: «Η Αγωνία του Ανθρώπου»